Lois Gordon | Ο επιστάτης: Κάιν και Άβελ σε αναπαράσταση
ΟΠΩΣ σε πολλά από τα έργα του Σάμιουελ Μπέκετ, των οποίων τα ζευγάρια δείχνουν την περίπλοκη αμφισημία των ανθρώπινων σχέσεων, το ερώτημα αν είμαστε οι φύλακες των αδελφών μας υποβόσκει στο έργο του Πίντερ Ο επιστάτης. Παρά τις πολλές διαφορές τους, και ο Πίντερ και ο Μπέκετ μάς αναγκάζουν να αντιμετωπίσουμε την αδελφοσύνη σαν μια επιτακτική ανθρώπινη ανάγκη. Στον Μπέκετ όμως, το γιατί και το πώς νοιαζόμαστε για τους άλλους, προβάλλονται περισσότερο.
Ο Θεός ή ο Θεούλης (Γκοντό στο έργο του Μπέκετ), ή ένας απώτερος σκοπός στη ζωή λείπει κι έτσι είμαστε υποχρεωμένοι να βοηθάμε ο ένας τον άλλο στο θέμα της επιβίωσης μέσα από όλα – παρηγορώντας κι ακόμα και διασκεδάζοντας ο ένας τον άλλον. Στο μπεκετικό σύμπαν, την απουσία ενός Θείου Επιστάτη, πρέπει να βοηθάμε τους αδελφούς και τις αδελφές μας όσο περισότερο μπορούμε. Στον Επιστάτη, η τάση για αδελφότητα είναι επίσης δεδομένη, αλλά τα κίνητρα και η επίδραση των αδελφικών πράξεων είναι ασαφή. Είναι δύσκολο να ορίσεις γιατί ο ένας απλώνει το χέρι στον άλλο. Είναι δύσκολο να υπολογίσεις τον βαθμό στον οποίο ο ένας πραγματικά αγγίζει τον άλλο και είναι δύσκολο να αποφύγεις τις παρεξηγήσεις που μια αδελφική πράξη μπορεί να επιφέρει. Οι περιπλοκές της φροντίδας, της επιστασίας, είναι ανυπολόγιστες. Ο Πίντερ βάζει σε λειτουργία στον Επιστάτη μια σειρά από συναλλαγές μεταξύ πιθανών “αδελφών”, ενώ δεν παρέχει καμιά πιθανή απάντηση σε σχέση με τις προθέσεις ή τις αντιδράσεις.
Μας δίνονται μόνο κομματάκια, μας προσφέρεται μια εμπειρία που μοιάζει με την καλειδοκοπική επιφάνεια ενός κυβιστικού έργου. Τη στιγμή που νομίζουμε ότι έχουμε αποκρυπτογραφήσει κάτι, η εικόνα κινείται και άλλες αρχίζουν να παίρνουν τη θέση της. Αυτό δεν συμβαίνει επειδή το έργο αποφεύγει τις διευκρινίσεις αλλά επειδή, όπως έχει πει ο Πίντερ για τα ανθρώπινα κίνητρα και τις πράξεις: “Η εξακρίβωση παραμένει αδύνατη”.
Ο Άστον και ο Μικ, ας πούμε, μπορεί να είναι μαζί πολύ καιρό, κι όμως δεν ξέρουμε πραγματικά τη φύση της σχέσης τους. Είναι δεμένοι από αγάπη, από υποχρέωση ή από εξάρτηση που οφείλεται στο φόβο; Αφού ο Άστον φέρνει τον Ντέηβις σπίτι, γιατί ο Ντέηβις φέρεται έτσι; Είναι εκμεταλλευτής; Είναι στη δυστυχισμένη φύση του να καταστρέφει τη φωλιά που δυνάμει θα τον περιέθαλπε; Έχει οδηγηθεί στη δυσπιστία και στην παράνοια λόγω του περελθόντος του; Έχει τόσο πολύ διαφθαρεί, που ο κυνισμός του παρερμηνεύει την καλοσύνη ως αδυναμία;
Παρ’ όλες τις αμφισημίες, νιώθουμε εντούτοις κάτι πολύ ανθρώπινο σ’ αυτούς τους χαρακτήρες. Συμπάσχουμε μαζί τους κι ας υπάρχουν τόσες διαφορετικές “αναγνώσεις” –ή αιτίες για τη συμπόνια μας– όσοι και οι άνθρωποι στο κοινό.
Ίσως πάλι να νιώθουμε πως το καλύτερο που έχουμε να κάνουμε στη ζωή είναι να βολευτούμε σ’ ένα δωμάτιο. Και αν έχουμε και κάποιον άλλο άνθρωπο μαζί μας, τόσο το καλύτερο – τουλάχιστον έτσι ελπίζουμε. Θα μπορούμε να μοιραζόμαστε το δωμάτιό μας –πλήρως ή εν μέρει– αλλά τις στιγμές που και οι δυο θα είμαστε παρόντες, επειδή θα υπάρξουν περιπλοκές, θα κρατήσουμε τη στάση που μας βολεύει, ενώ παράλληλα θα εξυπηρετεί και τον σύντροφό μας. Δεν θα πούμε πάντα αακριβώς αυτό που θέλουμε ή νιώθουμε. Αλλά αυτό δεν έχει σημασία, φτάνει που μας εξασφαλίζει το μερίδιό μας στο δωμάτιο. Το πρόβλημα είναι ότι ανά πάσα στιγμή, αυτό που δεν εκφράζουμε ή δεν προβλέπουμε μπορεί να εκδηλωθεί. Ή, ανά πάσα στιγμή, κάποιος άλλος μπορεί να μπει στο δωμάτιο και να διαταράξει τον συνεταιρισμό μας.
Πάνω απ’ όλα, λοιπόν, αυτό που βρίσκει απήχηση σε μας, το κοινό του Πίντερ, είναι η προσπάθεια που κάνουν και οι τρεις χαρακτήρες να αντιμετωπίσουν τη βαθιά μοναξιά και την τρωτότητά τους, μια ιδέα που αποτυπώνει την άποψη του Πίντερ για την ανθρώπινη κατάσταση. Αυτό που αποτελεί συνδυασμό τραγωδίας και κωμωδίας –όρο που ο ίδιος ο Πίντερ χρησιμοποίησε όταν συζητούσε για τον Επιστάτη– είναι ο τρόπος που το έργο αποκαλύπτει τις στρατηγικές που οι άνθρωποι επινοούν για να καλύψουν αυτή τη μοναξιά και την τρωτότητα –για να καλύψουν τη γύμνια τους– καθώς και τη διαφάνεια αυτών των στρατηγικών. Αυτές ο Πίντερ πετυχαίνει να τις αποκαλύπτει μέσα από τη μοναδική χρήση της γλώσσας. Δείχνει δηλαδή πως η γλώσσα εκφράζει αλλά και κρύβει την πραγματική ταυτότητα, πως οι λέξεις, συχνά κοινότοπες, διορθώνουν, κρύβουν και αποκαλύπτουν. Οι ήρωες του Πίντερ φοβούνται όλοι και την παραμικρή διατάραξη της επισφαλούς ταυτότητας που οι ίδιοι έχουν κατασκευάσει καθώς και της όποιας αίσθησης κοινωνικής καταξίωσης. Αισθάνεται λοιπόν κανείς ότι βρίσκονται πάντα στο χείλος της καταστροφής.
Τελικά, κάθε ήρωας απομένει με τον δικό του μονόλογο, στον δικό του κόσμο, χωρίς να επιτυγχάνει κανέναν παραπάνω σύνδεσμο με τους άλλους απ’ αυτόν που είχε στην αρχή. Ακόμα κι ο Μικ, παρά την τυραννική του συμπεριφορά και τα όνειρα για επιτυχία, μοιάζει καταβεβλημένος στο τέλος. Τα τελευταία του λόγια και η τυφλή οργή του κάνουν τα όνειρά του να ηχούν τόσο κενά όσο και ο κομπασμός του Ντέηβις για το παρελθόν του.
Η ιστορία του Κάιν και του Άβελ είναι μια πρώτη αφήγηση για τις δυσκολίες της αδελφοσύνης. Αποτελεί ενδιαφέρον το γεγονός ότι πρόκειται για μια τριγωνική δομή που εμπλέκει το ένστικτο της δύναμης και της επιβεβαίωσης. Ο Θεϊκός Γονέας δείχνει προτίμηση στο χάρισμα του ενός παιδιού και ο γιος που έχει δεχθεί την απόρριψη φονεύει τον προτιμημένο αδελφό. Ο Θεός τότε ανακρίνει τον Κάιν, ο οποίος αποκρίνεται με την ερώτηση που βρίσκει τη θέση της στο έργο: “Εγώ είμαι ο φύλακας του αδελφού μου;” Έτσι ο Κάιν απορρίπτεται από τον Θεό που τον σημαδεύει και τον εξορίζει, χωρίς την ευχή του, σε μια ζωή περιπλάνησης.
Η συνήθης ανάγνωση του ηθικού διδάγματος είναι ότι είμαστε οι φύλακες του αδελφού μας. Κι όμως το βιβλικό κείμενο ξυπνάει συναισθήματα ανησυχίας στον σύγχρονο αναγνώστη. Γιατί δεν δέχεται ο Θεϊκός Επιστάτης την προσφορά του Κάιν και δεν δείχνει συμπόνια μπρος στην απελπισία του; Γιατί ο Θεός να ευνοεί το ένα παιδί αυθαίρετα και όχι το άλλο; Μπορεί ο Θεός να μην είχε δημιουργήσει και τους δυο αδελφούς δυνατούς και άξιους;
Επιπλέον, γιατί ο Άβελ δεν είναι πιο συμπονετικός προς τον αποδιωγμένο αδελφό του; Δεν θα έπρεπε να είναι κι αυτός φύλακας του αδελφού του; Ο σύγχρονος αναγνώστης μπορεί ακόμη να αναρωτηθεί τι πραγματικά συνέβη όταν οι δυο αδελφοί πήγαν στο χωράφι, πριν από την επίθεση του Κάιν. Μήπως ο Άβελ φέρθηκε υπεροπτικά στον Κάιν λόγω της εύνοιας του Θεού ή την υπεροχή του δώρου του; Ή μήπως προσπάθησε να λογικέψει τον αδελφό του; Η σιωπή της Βίβλου για το τι έγινε στο χωράφι δεν ικανοποιεί την επιθυμία μας να κατανοήσουμε τη φύση αυτής της πρώτης αδελφικής σχέσης. Αναλόγως, θα μπορούσε κανείς να πει ότι η περιπλοκότητα των κινήτρων στον Πίντερ δεν διαφέρει από τι βιβλικές σιωπές. Σε κάθε περίπτωση στον Επιστάτη ο Πίντερ επανεξετάζει τα προβλήματα της αδελφοσύνης και οι δικοί του αδελφοί μπορεί να είναι απόγονοι του Κάιν.
- Lois Gordon, The Caretaker: Cain and Abel Replayed, 1993
Μετάφραση: ΧΑΡΙΝΑ ΔΕΛΗΓΙΑΝΝΗ- EASTY
___________________________________________
- Πρώτη δημοσίευση: Έντυπο πρόγραμμα. Χάρολντ Πίντερ | Ο Επιστάτης. Μετάφραση: Κώστας Σταματίου. Σκηνοθεσία: Αντώνης Αντύπας. Διανομή: Χάρης Φραγκούλης (Μικ), Λαέρτης Βασιλείου (Άστον), Δημήτρης Καταλειφός (Ντέηβις). Απλό Θέατρο. Καλλιτεχνικός Οργανισμός Φάσμα, Νέα Σκηνή. Θεατρική περίοδος: 2010-2011.
- Κεντρική φωτογραφία: Δημήτρης Καταλειφός και Χάρης Φραγκούλης
LOIS GORDON
Latest posts by LOIS GORDON (see all)
- Lois Gordon | Ο επιστάτης: Κάιν και Άβελ σε αναπαράσταση - 17 Ιουνίου, 2021