Edward Bond: Το θέατρο που θέλω…

Edward Bond: Το θέατρο που θέλω…

Μοιράσου το!

ΣΕ ΒΑΘΥ ΜΑΡΑΣΜΟ είχε πέσει το θέατρο στο Ηνωμένο Βασίλειο όταν ιδρύθηκε η ESC (Εταιρεία Αγγλικής Σκηνής)i. Ήταν έτσι τα πράγματα εν μέρει, εξαιτίας της λογοκρισίας και επειδή το θέατρο ήταν σχεδόν αποκλειστικά αστικό. Το μυθιστόρημα είχε ακόμα αξία πολιτιστική κι ο George Devineii έλπιζε να προσελκύσει τους συγγραφείς στο θέατρο. Τον περίμενε όμως μια έκπληξη.

Προσέλκυσε μια κοινωνική ομάδα που δεν είχε ουσιαστικά ποτέ ακουστεί πάνω στη σκηνή – συγγραφείς από την εργατική τάξη κι άλλους που συμμερίζονταν τις απόψεις του! Η ESC δεν ήταν καθόλου προετοιμασμένη για μια τέτοια αλλαγή. Δεν είχε δική της φιλοσοφία. Επιθυμούσε απλώς και μόνο ν’ ανεβάσει καινούργια έργα, διατηρώντας ταυτόχρονα το οικονομικό της ισοζύγιο. Αλλά δεν μπορεί, δίχως αυτήν, να στηρίξει ένα καλλιτεχνικό κίνημα.

Μια νέα γραφή απαιτεί ένα τρόπο παιξίματος, μια διδασκαλία ηθοποιών, ένα κοινό που να είναι καινούργιο. Κερδίζει κανείς ένα κοινό, όταν έχει μονάχα όλα τα υπόλοιπα. Και για να γίνει αυτό είναι απαραίτητη μια καινούργια πειθαρχία στη δημιουργία.

Το να ερμηνεύεις τον άνθρωπο και την κοινωνία μ’ ένα τρόπο νέο, το να ξαναδημιουργήσεις τη σχέση ανάμεσα στο άτομο και την κοινωνία με τέτοιο τρόπο ώστε σ’ έναν κόσμο αλλιώτικο, και εκείνη να είναι δίκαιη και το άτομο να είναι ταυτόχρονα ελεύθερο και ηθικά υπεύθυνο. Το να δώσεις την καλλιτεχνική έκφραση αυτών των αιτημάτων, το να δημιουργήσεις εικόνες που βοηθάνε τους ανθρώπους να ζήσουν κατανοώντας τη ζωή τους, είναι ένα έργο δύσκολο. Απαιτεί ενέργεια και συγκέντρωση, αναθεώρηση και πάλη κάθε στιγμή. Η ιστορία του ανθρώπου έχει φτάσει σ’ ένα κρίσιμο στάδιο και, δίχως αμφιβολία, αποφασιστικό. Αν καταφέρουμε να επιβιώσουμε στα επόμενα 150 χρόνια, θα επιβιώσουμε για ακόμα 10.000 χρόνια.

Η εποχή μας μπορεί να συγκριθεί με άλλες, μ’ εκείνες λ.χ. του ελληνικού πολιτισμού και της Αναγέννησης όταν οι άνθρωποι άρχισαν να ζουν με τρόπο καινούργιο, να σκέπτονται διαφορετικά, να δέχονται καινούργιες ηθικές ευθύνες και ν’ απαρνιούνται τους αρχαίους θεούς. Αν είχαν αποτύχει, οι νέες οικονομικές σχέσεις, οι νέοι τρόποι ζωής αυτών των εποχών δεν θα είχαν λειτουργήσει. Ζούμε σε μια αντίστοιχη εποχή που απαιτεί, όπως στο παρελθόν, μια καινούργια ερμηνεία του τι είναι άνθρωπος. Προσπάθησα να αναπτύξω τις αντιφάσεις μέσα σ’ αυτό που ονομάζω “το ορθολογικό θέατρο”. Όφειλα να το κάνω για ν’ ανακαλύψω πως θα μπορούσα να γράψω. Αλλά δεν πρόκειται για μια ατομική φιλοσοφία: Αφορά τις ανθρώπινες σχέσεις στην κοινωνία. Αυτό δεν σημαίνει ότι ο καθένας θα ’πρεπε να γράφει όπως εγώ! Όπως οι περισσότεροι συγγραφείς, παίρνω κι εγώ ευχαρίστως μαθήματα από τα βιβλία των άλλων. Αλλά πρέπει να μείνουμε σύμφωνοι πάνω σ’ έναν αριθμό σημείων αν θέλουμε να φτάσουμε μαζί σ’ ένα κοινό σκοπό.

Πιστεύω ότι από δω και πέρα είναι αδύνατο να κάνει κανείς τέχνη έξω απ’ το σοσιαλισμό, κι ότι επομένως είναι παράλογο να ζητάει κανείς σ’ έναν ηθοποιό να παίξει Μπέκετ το ένα βράδυ και Μπρέντον το επόμενο, κι εξίσου παράλογο να πιστεύει κανείς ότι οι θεατές θα εκτιμήσουν διαδοχικά και τον ένα και τον άλλο. Αν συμβαίνει αυτό, θα πρέπει να πούμε ότι δεν καταλαβαίνουν ούτε τον ένα ούτε τον άλλο.

Όμως αυτή την άποψη είναι δύσκολο να την υποστηρίξει κανείς: μοιάζει τουλάχιστον άδικη και προκατειλημμένη για τους περισσότερους ανθρώπους. Ε, λοιπόν, αυτό ακριβώς κάνει η Ιστορία: Προσκομίζει εναν αριθμό από καταναγκασμούς και δημιουργούμε, μεταφράζοντάς τους, την ελευθερία και την τέχνη. Η ESC, για πολλούς λόγους, δεν είχε ποτέ φιλοσοφία –σοσιαλιστική ή άλλη– με τον τρόπο που εγώ εννοώ. Να γιατί συχνά διασκορπίστηκε.

Θα μπορούσε να έχει μια φιλοσοφία διαφορετική απ’ αυτή που προτείνω: Πιστεύω ότι, αν λογαριάσουμε τη δύναμη της ανάλυσης που είναι απαραίτητη στην τέχνη, μια τέτοια φιλοσοφία θα είχε δημιουργήσει έργα παρακμιακά και αντιδραστικά, αλλά το κοινό θα είχε τουλάχιστον μάθει μέσα σε ποιο κόσμο σύμφωνα με την ESC ζούμε. Ηθοποιοί και σκηνοθέτες θα ήταν σε θέση να μάθουν να περιγράφουν αυτό τον κόσμο. Αλλά είμαι σίγουρος ότι το να προσπαθείς να παίξεις Μπέκετ τη μια βδομάδα και Μπρέντον την επόμενη, θα ήταν εξίσου παράλογο και ολέθριο στον πνευματικό τομέα. Θα ήταν σα να ήθελε κανείς να ενθαρρύνει μια επιπόλαιη αντιμετώπιση στο πεδίο της τέχνης, στους χώρους των παιχνιδιών της και στα πεδία των μαχών της. Σα να μπορούσε η καλλιτεχνική επιλογή να γίνει σαν το διάλεγμα ενός καινούργιου πουκάμισου, με κριτήριο του γούστου, την άνεση και την ποικιλία σα να ’ταν τόσο εύκολο ν’ αλλάξει κανείς τη ζωή του ή να επιβάλει δικαιοσύνη.

Πολλές δυσκολίες υλικές έρχονται σε αντίθεση με την υλοποίηση του θεάτρου που θέλω. Ένας μόνιμος θίασος θα ήταν ίσως απαραίτητος. Ίσως θα μπορούσε να συνεργαστεί με ένα περιοδεύοντα θίασο, μου φαίνεται το Joint Stockiii (κατά κάποιο τρόπο το εξορισμένο Royal Court).

Δεν ξέρω, αλλά δημιουργώντας τον ίσως προσπάθησα να λύσω μερικά από τα πρακτικά προβλήματα που συνδέονται με τη διοίκηση του Royal Court, όπως θα επιθυμούσα να διευθυνθεί. Σίγουρα θα με αντικρούσουν λέγοντας ότι οι προτάσεις μου σχετικά με το RC δεν είναι εφαρμόσιμες, ότι το χρήμα δημιουργεί τα δικά του προβλήματα κι ότι δεν μπορεί να ζήσει κανείς μόνο με ιδέες. Όμως, προσοχή! Αυτό έλεγαν πάντα οι άνθρωποι όταν πουλούσαν την ψυχή τους στο Διάβολο.

Το Κράτος θα υιοθετούσε την ύπαρξη ενός τέτοιου θεάτρου;

Ναι, αν η δουλειά του αποκτούσε διεθνή φήμη. Κι αυτό θα ήταν δυνατό. Είμαι σίγουρος, έχοντας συναντήσει τις νέες γενιές των συγγραφέων που εμφανίστηκαν μετά τη δημιουργία του ESC, ότι οι δημιουργοί υπάρχουν. Και το RC παραμένει ο μοναδικός χώρος ο κατάλληλος να τους δεχτεί. Το Warehouse Theatre της βασιλικής σαιξπηρικής εταιρείας είναι υποταγμένο στις απαιτήσεις του Μεγάλου Αστού, του Σαίξπηρ. Το Εθνικό Θέατρο, ίσως επειδή είναι εθνικό θέατρο, αισθάνεται υποχρεωμένο να δέχεται όλα τα ταλέντα. Πιστεύω, δυστυχώς, ότι ακριβώς γι΄ αυτό του είναι δύσκολο, παρά την καλή του θέληση, να είναι ο χώρος ενός Νέου Θεάτρου. Στο κάτω-κάτω η χώρα μας δεν είναι νέα, και το γεροντικό τμήμα της σημερινής της κουλτούρας θα ’πρεπε να απορριφθεί.

Πολλοί άνθρωποι, πιστεύω, θα αναγνώριζαν ότι το RC σκορπίστηκε σε πάρα πολλές κατευθύνσεις επί χρόνια, μη κατορθώνοντας γενικά να συγκεντρώσει ένα κοινό παρά μόνο με έργα του στιλ “Μπελ Επόκ”, που παραμένει για τον λονδρέζικο Τύπο το κριτήριο της κουλτούρας ή όταν απευθύνεται ευθέως σε μια κοινωνική ομάδα πολύ συγκεκριμένη, που δεν θα το υποστήριζε αν άρχιζε να απευθύνεται σε κάποια άλλη κοινωνική ομάδα. Δεν έχει, δεν μπορεί να έχει ένα καινούργιο κοινό που να του είναι πιστό, γιατί δε φρόντισε να δημιουργήσει μια νέα, ριζοσπαστική κουλτούρα, ικανή να γεννήσει με τη σειρά της μια ηθική συνείδηση και μια πρακτική προσαρμοσμένη στη ζωή των τελευταίων χρόνων αυτού του αιώνα. Τελικά, μέσα σ’ αυτή την κοινωνία, που αγνοεί σε μεγάλο ποσοστό το θέατρο, πρέπει να διδάξουμε στους πιο πολλούς ανθρώπους τι είναι το θέατρο.

Όταν ξεκίνησε ο Devine δεν ήξερε πολύ καλά πού πήγαινε, κι από τότε το RC δεν δέχτηκε τις ευθύνες που πάνε μαζί με το είδος του χώρου που ισχυρίζεται ότι θέλει να είναι, ακόμα κι αν, σήμερα, αυτές οι ευθύνες είναι πιο σαφείς. Όλοι κάναμε λάθη και μπορούμε να βγάλουμε συμπεράσματα απ’ αυτά. Αυτό που συμβαίνει σήμερα στο RC είναι στενά δεμένο με τις αποφάσεις που παίρνει σ’ αυτόν τον τομέα. Αν γινόταν αυτό που θα ’πρεπε να γίνει, τότε βέβαια το κράτος θα προσπαθούσε να το κλείσει – και θα μπορούσε τότε να βρει καινούργιους φίλους. Αν προσπαθήσει να εξαφανίσει τις αληθινές του ευθύνες… τότε ναι, θα μπορούσε σ’ αυτή την περίπτωση να συνεχίσει να λειτουργεί χωρίς συγκεκριμένο σκοπό. Αλλά δε θα είναι η εστία του Νέου Θεάτρου. Προσπαθεί πάντα να διατηρήσει το παλιό κοινό, θα ’πρεπε να δημιουργήσει ένα καινούργιο. Προσπαθεί πολύ συχνά να ανανεώσει την παλιά κουλτούρα, ενώ θα ’πρεπε να δημιουργήσει μια νέα.

Théâtre en Europe, τεύχος 7, 1985

Μετάφραση: Λίζα Μιχελή


ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

iESC:Αγγλική Θεατρική Εταιρεία, οργανισμός που ιδρύθηκε το 1955, επιφορτισμένος με τη διοίκηση του Royal Court. Ο George Devine το διηύθυνε από την αρχή.

iiΥπό την καθοδήγηση του George Devine (1910-1966), το English Stage Company παρέμεινε κυρίως ένα θέατρο συγγραφέων, καλλιεργώντας νέα ταλέντα όπως οι Arnold Wesker, Ann Jellicoe, Edward Bond, Donald Howarth, Keith Johnstone και πολλοί άλλοι.

iiiJoint Stock: Περιοδεύων Δημοκρατικός Θίασος, που ιδρύθηκε το 1975. Ηθοποιοί και σκηνοθέτες θεωρούνταν ίσοι. Τα ενδιαφέροντά τους ήταν κυρίως κοινωνικά και πολιτικά. Έκανε τουρνέ σε όλη την Αγγλία που κατέληγε στο Λονδίνο στο Royal Court. (Ο θίασος έπαψε να δραστηριοποιείται το 1989)

___________________________

ΔΡΩΜΕΝΑ. Χρόνος Δ΄, τεύχος 13, Ιανουάριος Φεβρουάριος 1990.

The following two tabs change content below.

EDWARD BOND

Ο Έντουαρντ Μποντ γεννήθηκε το 1934 στο Χόλογουεϊ, στο βόρειο Λονδίνο, γόνος μιας εργατικής οικογένειας με τέσσερα παιδιά. Οι γονείς του έφυγαν από την επαρχία και εγκαταστάθηκαν εκεί τη δεκαετία του 1930 για να βρούνε δουλειά. Όταν ξέσπασε ο πόλεμος, ο Μποντ μεταφέρθηκε στην Κορνουάλη, και μετά τους βομβαρδισμούς στη νήσο Ήλυ με τους παππούδες του. Δεν έγινε δεκτός στο γυμνάσιο επειδή κρίθηκε κακός μαθητής. Έτσι, ο Μποντ εγκατέλειψε το σχολείο και έκανε διάφορες δουλειές -μπογιατζής, μεσίτης ασφαλειών, εργάτης σε εργοστάσιο για αεροπλάνα- ως το 1953 που κλήθηκε να υπηρετήσει. Στάλθηκε στη Βιέννη με το συμμαχικό στρατό κατοχής, όπου έμεινε δυο χρόνια. Εκεί έγραψε το πρώτο του λογοτεχνικό έργο, ένα μυθιστόρημα που δεν σώζεται. Στις αρχές της δεκαετίας του '50 ξεκινά η συνεργασία του με τη συγγραφική ομάδα του Royal Court Theatre, όπου είχε προτείνει δύο νεανικά του έργα, τα "Klaxon in Atreus Place" και "The Fiery Tree", τα οποία ωστόσο δεν ανέβηκαν. Το 1962 παρουσιάστηκε το πρώτο του θεατρικό έργο, "The Pope's Wedding" ["Οι γάμοι του Πάπα"], ένα σύγχρονο νατουραλιστικό δράμα που εκτυλίσσεται στο Έσσεξ· δόθηκε μία μόνο παράσταση χωρίς σκηνικά. Το 1964-65 ο βασιλικός λογοκριτής απαγορεύει τη δημόσια παράσταση του "Σωσμένου", ενός βίαιου έργου για νεαρούς της εργατικής τάξης, και έτσι ξεσπάει ένα από τα μεγαλύτερα σκάνδαλα στην ιστορία του αγγλικού θεάτρου. Η διένεξη που ξεκινά συνεχίζεται μέχρι το 1968, όταν ανεβαίνει το έργο του "Early Morning" ["Νωρίς το πρωί"] και οδηγεί στην κατάργηση της θεατρικής λογοκρισίας στην Αγγλία, η οποία ίσχυε από τον 18ο αιώνα. Ο Έντουαρντ Μποντ έχει γράψει σαράντα περίπου θεατρικά, καθώς και κινηματογραφικά σενάρια, μεταξύ των οποίων το "Blow up" του Αντονιόνι, σενάρια για την τηλεόραση, λιμπρέτα όπερας και έχει κάνει διασκευές ή μεταφράσεις ξένων έργων και έχει γράψει πολλά ποιήματα. Αρκετά από τα έργα του των τελευταίων χρόνων προορίζονται για σχολικές παραστάσεις με μαθητές. Έχει σκηνοθετήσει ο ίδιος πολλά από τα έργα του και έχει διευθύνει εργαστήρια υποκριτικής για ηθοποιούς και ερασιτέχνες, αναπτύσσοντας παράλληλα έναν ευρύτατο θεωρητικό στοχασμό πάνω στη θεατρική τέχνη μέσα από άρθρα, σημειώσεις, προλόγους και αλληλογραφία. Πρόσφατα δημοσίευσε το βιβλίο "The Hidden Plot" ["Η κρυμμένη πλοκή"], με τις σκέψεις του για τη λειτουργία του θεάτρου σε σχέση με την ανθρώπινη φύση και την καπιταλιστική κοινωνία, θεωρείται ένας από τους μεγαλύτερους ζώντες θεατρικούς συγγραφείς και τα έργα του παίζονται με μεγάλη συχνότητα σε όλο τον κόσμο.

Latest posts by EDWARD BOND (see all)


Μοιράσου το!
ΔΡΩΜΕΝΑ ΤΟ ΘΕΑΤΡΟ ΠΟΥ ΘΕΛΩ

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

ΙΣΩΣ ΣΑΣ ΕΝΔΙΑΦΕΡΕΙ