Σχόλια για τον “Μισάνθρωπο” του Μολιέρου

Σχόλια για τον “Μισάνθρωπο” του Μολιέρου

Μοιράσου το!

Η γέννηση του “Μισάνθρωπου”

Ο ιδιαίτερος χαρακτήρας του Μισάνθρωπου ήταν αποτέλεσμα μιας σειράς συμπτώσεων. Σε αντιδιαστολή με μερικά σύντομα έργα του που η συγγραφή τους ολοκληρώθηκε σε ελάχιστες μέρες, ο Μισάνθρωπος γράφτηκε σε διάστημα δυο χρόνων. Αυτά τα χρόνια υπήρξαν για το συγγραφέα από τα πιο ζοφερά της ζωής του: δυο έργα του, ο Ταρτούφος και ο Δον Ζουάν, παρ’ όλη τη μεγάλη επιτυχία που είχαν, απαγορεύτηκαν.

Στις 27 Νοεμβρίου 1665 αρρώστησε από περιπνευμανία με αιμοπτύσεις, γεγονός που τον ανάγκασε να απομακρυνθεί για δυο μήνες από το θέατρο. Την επόμενη χρονιά υποτροπιάζει, με αποτέλεσμα να σταματήσει και πάλι τη δουλειά του, αυτή τη φορά για τέσσερις μήνες. Παράλληλα, νιώθει βαθιά πληγωμένος από τους φίλους του, οι σχέσεις του με τον Ρακίνα έχουν ψυχρανθεί, ενώ στην προσωπική του ζωή αντιμετωπίζει προβλήματα και απογοητεύσεις. Όλα αυτά δημιούργησαν στον Μολιέρο κακή ψυχολογική διάθεση.

Πάντως, απ’ όλα τα έργα του, ο Μισάνθρωπος είναι εκείνο που εκφράζει περισσότερο τις προσωπικές του εμπειρίες. Θα ήταν βέβαια λάθος να ισχυριστούμε ότι ο Μισάνθρωπος είναι έργο καθαρά αυτοβιογραφικό. Υπάρχει όμως και κάτι άλλο. Ο Μολιέρος ανέκαθεν ονειρευόταν να γράψει τραγωδίες, όπως εκείνες του Ρακίνα και του Κορνήλιου. Έγραψε μια το 1661, με τον τίτλο “Ντο Γκαρσί ντε Ναβάρ” (“Dom Garcie de Navarre”), όπου αφηγείται την αβάσταχτη δυστυχία ενός πρίγκιπα που βασανίζεται από ερωτικό πάθος και ζήλια.

Το έργο αυτό παρουσιάστηκε το 1661, 1662, 1663 και θεωρήθηκε μεγάλη αποτυχία. Ίσως το κακό παίξιμο του Μολιέρου, που δεν έπεισε ως τραγικός ηθοποιός, να ήταν εν μέρει υπεύθυνο για την αποτυχία αυτής της τραγωδίας. Ίσως, πάλι, η ζήλια, που ήταν το κυρίαρχο θέμαα του έργου, να μην πληρούσε την εποχή εκείνη τις προδιαγραφές μιας τραγωδίας.

Όπως και να είχε το πράγμα, ο Μολιέρος πληγωμένος από την αποτυχία της μοναδικής του τραγωδίας, ορκίστηκε να πάρει τη ρεβάνς. Χρησιμοποίησε, λοιπόν, κάποια αποσπάσματα αυτού του έργου στον Ταρτούφο, στον Αμφιτρύωνα και στις Σοφές Γυναίκες. Τα μεγαλύτερα όμως αποσπάσματα, και μάλιστα αυτούσια, τα χρησιμοποίησε στον Μισάνθρωπο. Αυτόν τον αυστηρό τόνο πρόσεξε ο Σλέγκελ και την ίδια περίπου εποχή ο Αλφρέ ντε Μισέ γράφει: “Τι τραγική ευφροσύνη, τόσο στενόχωρη και τόσο βαθιά· την ώρα που γελάς σου ’ρχεται να κλάψεις”.

Ο Μισάνθρωπος ανέβηκε στις 4 Ιουνίου 1666 στο θέατρο Παλέ Ρουαγιάλ. Ο Μολιέρος, σε ηλικία σαράντα τεσσάρων ετών, ερμήνευσε το ρόλο του Αλσέστ. Η νεαρή γυναίκα του, η Αρμάν Μπεζάρ, με την οποία ήταν ήδη σε διάσταση, υποδύθηκε το ρόλο της Σελημένης.

Μολιέρος – “Ο Μισάνθρωπος”
Εκδόσεις Hachette
Μτφ.: Ράνια Τριβέλλα

Ο Μισάνθρωπος”: Ορισμός ενός τίτλου

Ο Μισάνθρωπος”: Αυτός είναι ο τίτλος που ο Μολιέρος έδωσε στο έργο του και βεβαίως ένας τίτλος δεν είναι ποτέ αθώος. Η πληροφορία, συνεπώς, που θα μπορούσαμε να αποκομίσουμ από την επικεφαλίδα που ο ίδιος ο συγγραφέας χρησιμοποίησε στο έργο του, αποκαλύπτεται εξαιρετικά πολύτιμη, γιατί αναγγέλλει την ουσία του θέματος, προσδιορίζοντας την προσωπικότητα του κύριου ρόλου του έργου.

Τι σημαίνει ο όρος “μισάνθρωπος” στη δική μας εποχή;

Το σύγχρονο λεξικό μάς παρέχει καταρχήν την ετυμολογία της λέξης (από το ρήμα “μισώ” και το ουσιαστικό “άνθρωπος”), για να συναγάγει απ’ αυτήν ότι ο μισάνθρωπος είναι εκείνος που μισεί τους ομοίους του. Δευτερευόντως, το λεξικό θα μας υποδείξει ότι η λέξη αυτή μπορεί να λάβει και μια αποδυναμωμένη σημασία, για να ορίσει το πρόσωπο που έχει δύσκολο χαρακτήρα, αγαπά τη μοναξιά και αποφεύγει την κοινωνία. Τα συνώνυμα που υποδεικνύει το λεξικό, “χολερικός, αρκούδα, αγροίκος, μοναχικός”, ολοκληρώνουν τον ορισμό.

Ο μισάνθρωπος προσδιορίζεται επομένως ως ένα δύστροπο πλάσμα, αναδιπλούμενο στον εαυτό του και ανίκανο να συνάψει κανονικές σχέσεις με τους άλλους.

Ο Μισάνθρωπος” το 17ο αιώνα

Όσον αφορά στον τίτλο που έδωσε στο έργο του, ο Μολιέρος, επιχειρεί να περιγράψει τη συμπεριφορά ενός μισανθρώπου το 17ο αιώνα. Αυτή η περιγραφή έχει τη θέση της στην πινακοθήκη των πορτρέτων που ο συγγρφέας ανέλαβε να φιλοτεχνήσει στις κωμωδίες του. Ο διπλός του σκοπός, όπως ο ίδιος επαναλάμβανε συχνά, ήταν να διαπαιδαγωγήσει και να διασκεδάσει. Σε ποιο βαθμό, όμως, ο χαρακτήρας με τον οποίο ασχολείται εδώ, μπορεί να ανταποκριθεί σ’ αυτόν το συγγραφικό στόχο; Για να απαντήσουμε σ’ αυτό το ερώτημα, πρέπει πρώτα να ερευνήσουμε τι σημαίνει να είναι κανείς μισάνθρωπος το 17ο αιώνα.

Την εποχή αυτή της απόλυτης μοναρχίας δεσπόζει μια κοινωνική οργάνωση που χαρακτηρίζεται από μεγάλη αυστηρότητα. Η συγκρότησή της βασίζεται στην ύπαρξη κανόνων συμπεριφοράς που είναι αναγκαίο να ακολουθεί κανείς κατά τρόπο απαρέγκλιτο. Ανάμεσα σ’ αυτούς τους κανόνες, η υποταγή στις “υποκρισίες” της ευγένειας, η υιοθέτηση της διακριτικότητας των καλών τρόπων, η διαρκής αναζήτηση της κοσμικής χαριτολογίας, αποκτούν τεράστια σημασία και επιτρέπουν να διακριθεί με την αποτελεσματική εφαρμογή τους, ο “τίμιος” άνθρωπος, ο καλός αυλικός που μόνον αυτός έχει θέση σ’ αυτό τον κόσμο των προσχημάτων. Συνεπώς εκείνος που αρνείται αυτό το παιχνίδι της υποκρισίας της προσποίησης και των συμβιβασμών, εκείνος που επιθυμεί την αλήθεια και την ειλικρίνεια, φαντάζει άτομο του περιθωρίου. Του καταλογίζουν την υπερβολή της συμπεριφοράς και γρήγορα τον κατατάσσουν στους μη φυσιολογικούς. Χάνει την επαφή με την κοινωνική πραγματικότητα, με αποτέλεσμα, ακόμη κι αν δεν απομονωθεί ο ίδιος, να τον απορρίψουν οι άλλοι. Η άρνησή του να προσχωρήσει στην υποκρισία ερμηνεύεται εύκολα ως αδυναμία προσαρμογής στην κοινωνική ζωή. Όσο για το περιβάλλον του, αυτό εφησυχάζει, ερμηνεύοντας αυτή την άρνηση ως χαρακτηριστικό ψυχικής ασθένειας, που με τη σειρά της είναι και αυτή συνέπεια μιας σωματικής ανισορροπίας.

Το κωμικό θα γεννηθεί από τις αντιφάσεις που ξεσπούν σ’ έναν άνθρωπο υποχρεωμένο να υποταχθεί, προκειμένου να επιβιώσει και ταυτόχρονα ανίκανο να προσαρμοσθεί σ’ αυτή την υποταγή. Οι αρνητικές συνέπειες της καθ’ υπερβολήν συμπεριφοράς του θα εκδηλωθούν μέσα στο έργο. Οι ατυχίες και οι αποτυχίες του δραματικού προσώπου θα αποτελέσουν, στο τέλος του έργου, την επιβεβλημένη κύρωση της έλλειψης προσαρμογής του.

Ο Μισάνθρωπος”: Μουσειακό ή ζωντανό έργο;

Οι καιροί άλλαξαν, η κοινωνική οργάνωση έχει βαθύτατα τροποποιηθεί και οι κανόνες της κοινωνικής ζωής δεν είναι πια οι ίδιοι. Οι λέξεις εξελίχθηκαν, όπως άλλωστε και το νόημά τους. Σήμερα, ο όρος “μισάνθρωπος” δε χρησιμοποιείται σχεδόν καθόλου. Η λέξη γέρασε και αντικαταστάθηκε από άλλους όρους, των οποίων η σημασία δεν αντιστοιχεί ακριβώς στην έννοια που είχε αυτό το επίθετο το 17ο αιώνα. Για να ορίσουμε σήμερα έναν άνθρωπο που παρουσιάζει δυσκολίες στην επικοινωνία του με τους άλλους, θα χρησιμοποιήσουμε τη λέξη ακοινώνητος. Οι ειδικοί θα μεταχειρισθούν όλο το φάσμα της ψυχιατρικής και ψυχολογικής ορολογίας, για να περιγράψουν τις δυσκολίες και τα προβλήματα ενός ατόμου, προκειμένου να ανεχθεί τόσο τον εαυτό του όσο και τους συνανθρώπους του. Καταλαβαίνουμε, λοιπόν, το ενδιαφέρον που παρουσιάζει για το σημερινό αναγνώστη ή θεατή το θέμα του Μισάνθρωπου. Ασφαλώς, το έργο περιέχει αρκετά ανεκδοτολογικά στοιχεία, τα οποία μαρτυρούν την ηλικία του. Κι όμως, δεν είναι γερασμένο, σκονισμένο, για να το εξορίσουμε με πολύ σεβασμό στο μουσείο του πολιτισμού. Μας αφορά, γιατί θέτει τα προβλήματα τα οποία εμείς οι ίδιοι θέτουμε στον εαυτό μας. Περιγράφει το διχασμό του ανθρώπου, που μέσα του πολεμούν ορμές και υποχρεώσεις αντιτιθέμενες. Ποιος δε γνώρισε κάποτε παρόμοιες αντιφάσεις. Ο Μισάνθρωπος μας δείχνει την αντιπαράθεση ανάμεσα στην προσωπική επιθυμία και τους κοινωνικούς εξαναγκασμούς. Ποιος δεν αναγκάστηκε κάποτε να ξεκαθαρίσει μέσα του παρόμοιες συγκρούσεις; Αυτή η διαχρονική επικαιρότητα είναι το αδιαμφισβήτητο στοιχείο της ιδιότητας του αυθεντικού έργου τέχνης, που με τον πλούτο του είναι ικανό να συγκινήσει τις επόμενες γενιές.

“Ο Μισάνθρωπος” του Μολιέρου, Robert Horville.
Εκδόσεις Hatier.
Μτφ.: Ράνια Τριβέλλα.

Μολιέρος, ο σύγχρονος

“Ούτε έγραψα ούτε ποτέ θα γράψω καλύτερο έργο από τον Μισάνθρωπο“. Μ’ αυτά τα λόγια μιλάει ο ίδιος ο Μολιέρος για το έργο του και σήμερα εκείνη η πρόβλεψή του είναι κοινή παραδοχή. Ο Μισάνθρωπος δεν είναι μόνο η κορυφαία στιγμή της μολιερικής παραγωγής, αλλά και ένα αριστούργημα του παγκόσμιου δραματολογίου. Ένα έργο τέχνης.

Ο Μολιέρος, με τον Μισάνθρωπο, δε σκιαγραφεί μόνο μια κοινωνία κι ένα σύστημα ασκώντας κριτική, αλλά κι έναν ανθρώπινο χαρακτήρα διαχρονικό, που αντιτάσσεται στο κατεστημένο, τη διάβρωση, τη χυδαιότητα, την υποκρισία,, τα ύποπτα συμφέροντα και τον αμοραλισμό. Ασυμβίβαστος, επιτίθεται προς όλους και προς όλα ώς τη στιγμή που αναγκάζεται να αποχωρήσει από την κοινωνία αυτή του ψεύδους και της διαφθοράς, για να μπορέσει “να ζήσει ως τίμιος άνθρωπος”.

Στον Μισάνθρωπο, ο κωμωδοποιός σοβαρεύεται, ο δημιουργός του Σγαναρέλου φοράει τη μάσκα του τραγικού ήρωα που πορεύεται στο δρόμο της απόλυτης μοναξιάς και της απόλυτης ελευθερίας.

Αντιμετωπίζω τον Μισάνθρωπο-Μολιέρο, έργο αυτοβιογραφικό, σαν ένα σύμβολο τέλειας μοναξιάς μέσα στην πινακοθήκη προσώπων όπως ο Άμλετ και ο Φάουστ ή στο νεότερο θέατρο ο Στόκμαν στον Εχθρό του λαού.

Γιάννης Ιορδανίδης

__________________________

Τα κείμενα δημοσιεύτηκαν στο έντυπο πρόγραμμα του Εθνικού Θεάτρου που παρουσίασε (04/12/1993 – 25/02/1994) τον Μισάνθρωπο Μετάφραση: Δημήτρης Δημητριάδης, σκηνοθεσία: Γιάννης Ιορδανίδης, σκηνικά-κοστούμια: Γιώργος Πάτσας, Μουσική επιμέλεια: Ιάκωβος Δρόσος, Βοηθός σκηνοθέτη: Σοφία Μώραλη, Δραματολογική ανάλυση: Ράνια Τριβάλλα. Στη διανομή: Σμαράγδα Σμυρναίου (Σελιμέν), Τρύφων Καρατζάς (Φιλέντ), Χρήστος Πάρλας (Αλσέστ), Γιάννης Κάσδαγλης (Ορόντ), Ειρήνη Κονίδου (Ελιάντ), Μάνος Ζαχαράκος (Κλιτάντρ), Κώστας Χαλκιάς (Ακάστ), Γιώργος Κροντήρης (Αστυνόμος), Νίκη Τουλουπάκη (Αρσινοέ), Κώστας Κλεφτόγιαννης (Ντι Μπουά). Υπηρέτες: Κώστας Καζανάς, Λευτέρης Λαμπράκης, Γιώργος Χριστοδούλου.

  • Κεντρική φωτογραφία: Χρήστος Πάρλας (Αλσέστ), Γιάννης Κάσδαγλης (Ορόντ).

Μοιράσου το!
ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΔΡΩΜΕΝΑ

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

ΙΣΩΣ ΣΑΣ ΕΝΔΙΑΦΕΡΕΙ