Robert Kemp Η “Πρόβα” του Ανούιγ

Robert Kemp Η “Πρόβα” του Ανούιγ

Μοιράσου το!

  • Robert Kemp

Ένα έργο με λάμψη και ποικιλία. Εκτινάζεται, σαν μπαλλερίνα στις μύτες των ποδιών, και η χάρη του, μια ιδέα κοροϊδευτική, είναι ταυτόσημη με την σκωπτική, αυθάδικη, προσεγγίζουσα το παράλογο στοιχείο χάρη του Ζιρωντού. Η “Πρόβα” ζευγαρώνεται σ’ ένα pas de deuxμε τον Μαριβώ. Καβαλιέρος επικίνδυνος. Ο υμέναιος του ιδιώματος του συγγραφέα μας με το μεταξένιο στυλ της “Διπλής Απιστίας”, η παρεμβολή ενός σημερινού, καθημερινού ύφους στον διάλογο του Πρίγκιπα και της Σύλβιας, δεν μοιάζει σαν να επιχειρείς συγχορδία φλάουτου με κορνέτα;

Ωστόσο, το κοντραπούντο αυτό τελεσφορεί. Εκπηδάει πνεύμα σπινθηροβόλο, φανταιζίστικη ατμόσφαιρα. Αντί να “ρίξει έξω” τον συγγραφέα μας, ο Μαριβώ γίνεται σημείο στηρίξεως, σανίδα εκτινάξεως, συντελεί σε μια τρεμοπαίζουσα εξισορρόπηση. Η δεύτερη εικόνα με το φινάλε της αποτελεί ένα εξαίρετο τεχνούργημα, που δημιουργεί λιποθυμική διάθεση.

Και εδώ η κωμωδία μεταβάλλεται σε δράμα. Η υπόκλιση των ηθοποιών δεν προοριζόταν για το Κοινό: χαιρετούν, αποχαιρετούν τον Μαριβώ. Από δω και πέρα υπάρχουν κακίες, συνωμοσίες ενάντια στην αθωότητα, υπάρχει μια κοσμική δέσποινα αξιολάτρευτη και δόλια που θα μεταβληθεί σε δήμιο. Μια εικοσάχρονη νέα θα κλειστεί, ανυπεράσπιστη μέσα στη νύχτα, στο δωμάτιό της μαζί μ’ έναν μέθυσο, που θα ζητήσει να εκδικηθεί απάνω της για όλες τις συναισθηματικές του ατυχίες και τα μακροχρόνια βασανιστήρια που τον έχει φορτώσει το αλκοόλ. Και, μετά την τελική αυλαία, στη σκηνή θα υπάρχουν μόνο δυστυχισμένοι. Ίσως και μερικοί υποψήφιοι μελλοθάνατοι. Μοίρες ανθρώπινες θα λεηλατηθούν. Ακόμα και η ίδια η θριαμβεύτρια του έργου θα δοθεί βορά στον ίλιγγο.

Τι μας αφηγείται αυτή η σκοτεινόχρωμη ιστορία; Είναι ο ίδιος ο Ανούιγ, που αφίνει τη μάσκα τού Μαριβώ για να φορέσει άλλην, του Μπερνστάιν. Που, από ένα “έργο ρόδινο”, εβούτηξε μέσα στο πικρό νερό των μαύρων έργων: τραγωδία, δράμα, ή μελόδραμα, δεν ξέρουμε. Από την Ιταλική Κωμωδία στο βουλεβάρτο του Εγκλήματος. Ωστόσο τον αναγνωρίζουμε: από την ανυπόταχτη γλώσσα του, γλώσσα ευλύγιστη, εξαναστημένη, νευρώδη.

Πώς ν’ αφηγηθείς ένα έργο χωρίς να το προδώσεις; Δύσκολο. Φανταστείτε πως, σ’ έναν πύργο που αρχίζει να παλιώνει, κληρονομιά από μια θεία τους, ο κόμης και η κόμισσα, κατάλοιπα της αργόσχολης παρισινής κοινωνίας, ετοιμάζουν μια γιορτή. Θα παιχτεί η “Διπλή απιστία”, εγχείρημα αρκετά δύσκολο για ερασιτέχνες. Έχουν μπροστά τους μερικές μέρες για πρόβες. Πρωί-πρωί, από την ώρα που ξύπνησε (δηλαδή μεσημέρι), ο κόμης έχει φορέσει το κοστούμι του πρίγκιπα. Η όμορφη Ορτένσια, ερωμένη του, θα παίξει τη Φλαμίνια. Όσο για το ρόλο της Σύλβιας, τον παραχωρούν σε μια όμορφη πληβεία: τη Λίζα, βαφτισιμιά του Νταμιέν, δικηγόρου της κόμισσας. Όμορφη και γλυκιά, η Λίζα είναι νηπιαγωγός μισθωμένη για να φροντίζει τα δώδεκα κωφάλαλα ορφανά που φιλοξενούνται στον πύργο, όπως ορίζει η διαθήκη. Θα παραδεχτείτε πως αυτά τα δώδεκα ορφανά (υπάρχουν στο παρασκήνιο μονάχα, δε βγαίνουν ποτέ στη σκηνή) είναι στοιχείο που πηγάζει άμεσα από τον Ζιρωντού. Από έναν Ζιρωντού σκληρό. Και ο κόμης, άστατος, κυνικός, που έχει υπογράψει με τη γυναίκα του συμβόλαιο αμοιβαίων παραχωρήσεων, για μια “πολιτισμένη” συμβίωση, ο κόμης θα γνωρίσει τώρα, στα 37 του χρόνια για πρώτη φορά τον έρωτα. Έναν Έρωτα στον οποίον δεν έχει συνηθίσει και που δεν καταλαβαίνει. Ένα έρωτα που βρίσκει τον κόμη απροετοίμαστο. Πρώτη του φορά έρχεται αντιμέτωπος με τόση εντιμότητα, τέτοια φρεσκάδα σκέψης, τέτοια λογική γεμάτη υγεία.

Έτσι, πάνω στη “Διπλή απιστία” σκαρφαλώνει σαν κληματαριά αυτός ο “εν τη γενέσει” έρωτας του κόμη για τη Λίζα, περιπλέκεται η πεισματική αγανάκτηση της κόμισσας που εξωθεί την Ορτένσια, την “ευνοουμένη”, να υπερασπίσει τα δικαιώματά της, η ταραχή του Νταμιέν, που, σαν Αρνόλφος ή Μπάρτολο, είναι ερωτευμένος με την προστατευόμενή του, ο εγωισμός της Ορτένσιας που δεν μπορεί να πιστέψει πώς είναι δυνατό να προτιμούν την καρδιά μιας ασήμαντης μικρούλας από τη δική της ομορφιά και φινέτσα. Όλα αυτά γίνονται ένα μείγμα: δυο διαφορετικές εποχές και οι τρόποι τους, δυο σχολές Θεάτρου, η ζωή, το θέατρο – ή μάλλον δυο θέατρα, γιατί συναισθάνεται κανείς αμέσως πως εδώ παρίσταται σε επιτεύγματα σχολής υψηλής θεατρικής τέχνης. Το έδεσμα που μας προσφέρεται είναι γευστικώτατο. Να όμως και η θύελλα. Και τι θύελλα! Εξαγριωμένη από μια απιστία που ξεπερνάει σε βάθος όλες τις προηγούμενες, η κόμισσα θα βαλθεί να συντρίψει τη Λίζα. Σκηνοθετεί την κλοπή ενός σμαραγδιού και κατευθύνει τις υποψίες προς τη νέα. Απόπειρα αστυνομικού μυθιστορήματος, που ο κόμης την αναιρεί ανακαλύπτοντας το χαμένο κόσμημα κάτω από ένα κηροπήγιο, στο δωμάτιο της γυναίκας του. Τότε η κόμισσα θα γίνει πιο ταπεινή: αναθέτει το εγχείρημα στον Ερό. Συμμαθητής του κόμη ο Ερό, έχει έναν παλιό λογαριασμό να κανονίσει μαζί του. Πριν είκοσι τόσα χρόνια, ο κόμης τον είχε πείσει (εξαναγκάσει) να ματαιώσει το γάμο του με ττην Αγγελική, τη μόνη γυναίκα που είχε αγαπήσει αληθινά ο Ερό. Η Αγγελική πεθαίνει μετά από έναν αποτυχημένο γάμο. Ο Ερό καταφεύγει στο πιοτό. Και δεν θα συχωρέσει ποτέ τον κόμη. Θα ’λεγε κανείς πως ο λόγος που τον οδήγησε στον αλκοολισμό ήταν για να λάβει τώρα μέρος σ’ αυτή την τέταρτη εικόνα της “Πρόβας”. Αιτία ζωής.

Μ’ ένα πλαστό τηλεγράφημα απομακρύνουν τον κόμη από τον πύργο. Ο Ερό πετυχαίνει ν’ απομονώσει τη Λίζα στο δωμάτιό της και να κλειστεί εκεί μαζί της μια ολόκληρη νύχτα. Χωρίς ωστόσο να καταφέρει να την αποπλανήσει. Κατορθώνει όμως κάτι πιο άσχημο: να την απελπίσει. Να την πείσει ότι ο κόμης δεν την αγαπά, πως μάταια εκείνη του πρόσφερε χτες βράδυ την αγνότητά της. Η απώλεια είναι βαριά. Βαρύτερη ακόμη, ωστόσο, είναι η απώλεια της πίστης. Η Λίζα ξεσπάει σε θρήνους. Που, φοβάμαι, ο Ερό τους εκμεταλλεύεται.

Στην τελική εικόνα του έργου τα χρώματα έχουν βαθύνει ακόμη περισσότερο. Η Λίζα έχει φύγει, άγνωστο για πού. Χλωμός από πόνο, ο κόμης ξεχύνεται να την ξαναβρεί. Μάταια, είμαι σίγουρος. Αηδιασμένος με τον εαυτό του, ο Ερό προκαλεί τον Βιλμπός, πρωταθλητή στη σκοποβολή: τον εξαναγκάζει να τον χαστουκίσει – αυτοτιμωρία και μαζοχισμός. Και στην αυριανή μονομαχία σίγουρα θα σκοτωθεί ο Ερό, αν δεν παρέμβει κανείς.

Ο Νταμιέν, που τα καταλαβαίνει όλα, αλλά δεν έχει το θάρρος να τ’ αποκαλύψει, φεύγει. Και η κόμισσα, πόσον καιρό ακόμη θα είναι υπερήφανη για τις δολοπλοκίες της;

Πόση μαυρίλα! Φέρνει στο νου την “Ένοχη μητέρα” του Μαριβώ σε αντιπαραβολή με τον “Κουρέα της Σεβίλλης”. Διαλέγω τον “Κουρέα”. Και τις δυο πρώτες εικόνες της ¨Πρόβας”.

Και όμως! Το έργο του κ. Ανούιγ μας μπάζει στην ατμόσφαιρα του γνήσιου θεάτρου. Μας αποκαθιστά την ποιότητα που ώς τώρα παραπατούσε. Μας ψυχαγωγεί με τρόπο απολαυστικό. Είναι έτοιμο σχεδόν να γίνει συγκινητικό. Σκοπεύει διακριτικά προς τις συγκινησιακές μας κεραίες, μ’ έναν ρομαντισμό παρμένον από τον Ντεννερύ ίσως, αλλά έναν Ντεννερύ υψηλής ποιότητας, με ευγλωττία γεμάτη ευγένεια. Συμπερασματικά, η “Πρόβα” αξίζει όλη την επιτυχία που προβλέπω ν’ αποκομίσει, και που την προβλέπω θειαμβευτική.

_________________________________

  • Από το βιβλίο του Robert Kemp La vie du théâtre ”, εκδ. Albin Michel. Δημοσιεύτηκε στο έντυπο πρόγραμμα του Εθνικού Θεάτρου: “Η πρόβα ή Η τιμωρία του έρωτα” σε μετάφραση και σκηνοθεσία του Αλέξη Σολομού (13/01/1973).
  • Κεντρική φωτογραφία: Βασίλης Κανάκης (Βιλμπός), Μαίρη Αρώνη (Κόμισσα), Λυκούργος Καλλέργης (Ερό).

Μοιράσου το!
ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΔΡΩΜΕΝΑ

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

ΙΣΩΣ ΣΑΣ ΕΝΔΙΑΦΕΡΕΙ