Ζαν Ανούιγ: “Δεν είμαι πια της μόδας…”

Ζαν Ανούιγ: “Δεν είμαι πια της μόδας…”

Μοιράσου το!

“Μολονότι ζω στην Ελβετία, πληρώνω τους φόρους μου στη Γαλλία, εφόσον εξακολουθώ να είμαι Γάλλος υπήκοος”, διευκρινίζει με το γνωστό του φλέγμα ο διασημότερος μισάνθρωπος τη Γαλλίας, ο θεατρικός συγγραφέας Ζαν Ανούιγ, του οποίου η “Πρόβα” ανέβηκε στο Παρίσι με επιτυχία. Απομονωμένος στην κομψή κατοικία του στο αριστοκρατικότερο προάστιο της Λωζάνης, ο συγγραφέας σαράντα τεσσάρων –ώς τώρα– θεατρικών έργων, ομολογεί ότι ύστερα από ένα έμφραγμα, “ξαναβρήκα το στυλ μου αλλά όχι τη φαντασία μου”. Το “στυλ” του επιτρέπει στον Ανούιγ να ετοιμάζει για την τηλεόραση τη διασκευή του μυθιστορήματος του Μπαλζάκ “Μπάρμπα Γκοριό”, το οποίο πρόκειται να μεταδοθεί σε έξι συνέχειες.

Γεννημένος το 1910, ο Ζαν Ανούιγ ασχολήθηκε σ’ όλη του τη ζωή αποκλειστικά με το θέατρο. Εκτός από μερικά διηγήματα και κάτι λίγα σενάρια, το σύνολο συγγραφικής παραγωγής του ήταν θεατρικά έργα.

Το μυθιστόρημα δεν είναι για μένα”, λέει ο Ανούιγ. “Δεν το κάνω κέφι. Εγώ αγαπάω μόνο τον διάλογο. Η αίσθηση του διαλόγου έχει κάτι το μυστηριώδες. Τι είναι εκείνο που κάνει έναν διάλογο ζωντανό ή όχι; Το στυλ. Είναι πολύ σπουδαίο πράγμα το στυλ. Επίσης οι φράσεις πρέπει να είναι εύκολες για να μπορούν να τις προφέρουν οι ηθοποιοί”.

Ο Ζαν Ανούιγ υποστηρίζει ότι ποτέ του δεν ασχολήθηκε με την πολιτική (“Δεν ψήφισα ποτέ μου. Δεν έβγαλα ποτέ μου ούτε καν εκλογικό βιβλιάριο!”) αλλά η “Αντιγόνη” του κατά τη γερμανική κατοχή είχε θεωρηθεί ύμνος στην Αντίσταση, τόσο που οι Γερμανοί θέλησαν να την απαγορεύσουν, ενώ με την απελευθέρωση οι κομμουνιστές την κατηγόρησαν σαν έργο ναζιστικό.

Τον τίτλο του μισανθρώπου ο Ζαν Ανούιγ τον οφείλει στους κριτικούς και τους δημοσιογράφους, “ράτσες” τις οποίες ποτέ του δε συμπάθησε. “Ευτυχώς, λέει, “που δεν μου χρειάστηκε ποτέ να καταφύγω στη δημοσιογραφία κατά τη διάρκεια της καριέρας μου”. Όσο για τους κριτικούς: “Εκείνο που θαυμάζω σ’ αυτούς είναι ότι μπορούν να διηγηθούν το θέαμα που μόλις παρακολούθησαν και με τόσα λίγα λόγια. Εγώ, όταν βγαίνω από τον κινηματογράφο, προσπαθώ να κάνω μια περίληψη της ταινίας που μόλις είδα και δεν τα καταφέρνω!”

Παράπονα έχει ο Ανούιγ και με την Κομεντί-Φρανσαίζ, όπου δεν παίζουν πλέον τα έργα του: “Έχουν πολύν καιρό να παίξουν έργο μου”, λέει ο συγγραφέας. “Κι όμως για τα έργα του Μπέκετ, οι άνθρωποι στριμώχνονται για να βρουν θέσεις. Τώρα δεν είμαι πια της μόδας. Παίχτηκα πάρα πολύ. Τι τα θέλετε, ήμουν φτωχός, δημιούργησα οικογένεια πολύ νωρίς και έτσι αναγκάστηκα να γράφω ένα έργο τον χρόνο. Αλλά τα κατάφερα να ζήσω από το θέατρο και μόνο, και δεν ήταν καθόλου άσχημα!”

Για την τηλεόραση ο Ζαν Ανούιγ λέει: “Μου αρέσει να γράφω για την τηλεόραση, αλλά από την άλλη, όταν η τηλεόραση μεταδίδει θέατρο, το σκοτώνει. Μας μιλούν για δεκατέσσερις ή και δεκαέξι εκατομμύρια θεατές. Σύμφωνοι, αλλά ποιους; Τι είδος θεατών; Η μητέρα που ανοίγει την τηλεόραση κι ύστερα καταχερίζει τα παιδιά της; Ο πατέρας που γκρινιάζει; Προτιμώ να έχω πεντακόσιους θεατές οι οποίοι πλήρωσαν τη θέση τους για να έρθουν. Αυτό είναι κοινό!”

Απομονωμένος στο ερημητήριό του στην Ελβετία, κουρασμένος κάπως από την αρρώστια του, ο Ζαν Ανούιγ δεν έχει ακόμη καταθέσει τα όπλα. Ονειρεύεται να ξαναγυρίσει στο θέατρο και το παράξενο είναι ότι αυτός ο διεθνώς γνωστός θεατρικός συγγραφέας μιλάει περισσότερο για έργα άλλων που έχει σκηνοθετήσει παρά για τα δικά του. Θυμάμαι με υπερηφάνεια τη “Μικρή Κατερίνα του Χάιλμπορν” του Χάινριχ φον Κλάιστ (“Κανένας πριν από μένα δεν μπόρεσε να ανεβάσει σωστά αυτό το έργο”), τον “Ταρτούφο” του Μολιέρου με κοστούμια του 1900 και τον “Ριχάρδο Γ΄” του Σαίξπηρ.

Το Βήμα, 18 Μαϊου 1986


Μοιράσου το!
ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΔΡΩΜΕΝΑ

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

ΙΣΩΣ ΣΑΣ ΕΝΔΙΑΦΕΡΕΙ