Ραμόν Μαρία ντελ Βάγιε-Ινκλάν (1866 – 1936)
Ο Ισπανός μυθιστοριογράφος, θεατρικός συγγραφέας και ποιητής Ραμόν Μαρία ντελ Βάγιε-Ινκλάν (Ramón María del Valle-Inclán, 28 Οκτωβρίου 1866 – 5 Ιανουαρίου 1936), υπήρξε ο κορυφαίος εκπρόσωπος της ανανεωτικής «Γενιάς του 1898» [Generaciόn de 1898] στην πεζογραφία και δραματουργία της Ισπανίας και ένας από τους σημαντικότερους εκφραστές της ευρωπαϊκής λογοτεχνίας του μοντερνιστικού κινήματος στις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα.
Ο Βάγιε-Ινκλάν ήλκε την καταγωγή του από οικογένεια μικρο-ευγενών και σπούδασε στο Πανεπιστήμιο του Σαν Χακόμπο ντε Κομποστέλα. Μετά τις σπουδές του εγκαταστάθηκε στη Μαδρίτη, όπου ασχολήθηκε για δύο περίπου χρόνια (1890 – 92) με τη δημοσιογραφία.
Ο Βάγιε-Ινκλάν ήταν φυσιογνωμία εκκεντρική ως άνθρωπος και ως λογοτέχνης. Είχε δημιουργήσει σκόπιμα γύρω από τον εαυτό του μιαν ιδιόρρυθμη εικόνα με μακριά μαλλιά και γενειάδα, μαύρο καπέλο και μακρύ μαύρο πανωφόρι, περπάτημα αριστοκράτη, διάγοντας ταυτόχρονα μποέμικη ζωή. Ήταν τακτικός θαμώνας στα φιλολογικά στέκια της Μαδρίτης, όπως στο διάσημο Καφέ Χιχόν [Café Gijon] ή τη Σοκολατερία Σαν Χινές [Chocolatería San Ginés], όπου διακήρυττε υπεροπτικά τις λογοτεχνικές προτιμήσεις του, απολαμβάνοντας ζεστή σοκολάτα και σπανιόλικους λουκουμάδες, τα «τσούρος» [churros].
Η ζωή του ήταν μια συνεχής αναζήτηση της περιπέτειας: Μετά το θάνατο του πατέρα του, εγκατέλειψε τη Νομική Σχολή στο Σαντιάγο δε Κομποστέλα, για να αναζητήσει την τύχη του στο Μεξικό. Κατατάχτηκε στον μεξικανικό στρατό, εργάστηκε ως δημοσιογράφος, επισκέφτηκε την Κούβα, όμως συνέχισε να αντιμετωπίζει οικονομικές δυσκολίες και αναγκάστηκε να επιστρέψει στη Μαδρίτη. Ακολούθησε τη μποέμικη ζωή της πόλης, μπήκε στους φιλολογικούς κύκλους της και αφοσιώθηκε στη λογοτεχνία. Το 1899, σε διαμάχη με κάποιον φίλο του, έχασε το αριστερό του χέρι. Το 1907 νυμφεύθηκε την ηθοποιό Χοσεφίνα Μπλάνκο, γεγονός που ενίσχυσε τους δεσμούς του με το θέατρο. Το 1916, επισκέφτηκε, ως πολεμικός ανταποκριτής του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, το γαλλικό μέτωπο. Την ίδια χρονιά, του δόθηκε η έδρα Αισθητικής στη Σχολή Καλών Τεχνών της Μαδρίτης, αλλά σύντομα την εγκατέλειψε. Το 1921 ξαναβρέθηκε στην Κούβα και μετά στο Μεξικό, προσκεκλημένος επίσημα από την κυβέρνηση του στρατηγού Ομπρεγόν, για τον εορτασμό της Εθνικής Ανεξαρτησίας. Οι δηλώσεις του υπέρ της αγροτικής μεταρρύθμισης του Ομπρεγόν και εναντίον του Ισπανού μονάρχη προκάλεσαν τη χλεύη των συμπατριωτών του. Το 1929 φυλακίστηκε, ως αντιτιθέμενος στη δικτατορία του Πρίμο δε Ριβέρα. Το 1931, με την ανακήρυξη της Δημοκρατίας αναγορεύτηκε διευθυντής της Ισπανικής Ακαδημίας της Ρώμης. Το 1935 αρρώστησε και επέστρεψε στο Σαντιάγο οριστικά.
Ο Βάγιε-Ινκλάν άφησε ανεξίτηλη σφραγίδα στα ισπανικά γράμματα με τις συνεχείς προσπάθειές του να ανανεωθεί η ασταθής λογοτεχνική παραγωγή της χώρας του με καινοτόμες αφηγηματικές, θεατρικές και ποιητικές παρεμβάσεις.
Στις παραδοσιακές «τερτούλιας» [tertulias] της Μαδρίτης, όπου συγκεντρώνονταν στα πιο γνωστά καφέ της πόλης, όπως στο Καφέ Κομερθιάλ [Café Comercial] στην Γκλοριέτα δε Μπιλμπάο και το Καφέ Χιχόν [Café Gijόn] στην Πασέο δε Ρεκολέτος, διανοούμενοι, συγγραφείς και καλλιτέχνες με κοινά ενδιαφέροντα και συζητούσαν για πολιτική, τέχνη και λογοτεχνία, ιδιόρρυθμη και ριζοσπαστική υπήρξε η στάση του Βάγιε-Ινκλάν, ο οποίος κατήγγειλε τη λογοτεχνία της παρακμής και το στυλιζαρισμένο ύφος, αναζητώντας νέες εκφραστικές μορφές γραψίματος.
Επηρεασμένος από τους συμβολιστές της μοντέρνας σχολής – τους «μοντερνίστας» – καταγγέλει το κοινωνικό κατεστημένο, την εκμετάλλευση των χωρικών της υπαίθρου, τον ταρτουφισμό και την επιφανειακή ηθική της καλής κοινωνίας.
Η αισθητική και οι αντιλήψεις του για το ωραίο βρίσκουν την έκφρασή τους στο καινούργιο είδος και ύφος των φαρσοκωμωδιών του, τις «esperpentos», όπου σατιρίζει μεεξπρεσιονιστικό λόγο και γκροτέσκο γελοιογραφικό ύφος την κοινωνική κατάπτωση, τον επαρχιωτισμό της μπουρζουαζίας και την πολιτική διαφθορά της άρχουσας τάξης στην Ισπανία.
Στο πλαίσιο των λογοτεχνικών πειραματισμών του, ο Βάγιε-Ινκλάν, που αποτελεί μεγάλη στροφή στο λογοτεχνικό τοπίο της Ισπανίας, ξεκινά το θεωρητικό οικοδόμημά των «esperpentos» και δημοσιεύει στα 1902 – 1905 τις «Ευχάριστες Αναμνήσεις του Μαρκησίου του Μπραντομίν» (αγγλ. «The Pleasant Memoirs of the Marquis de Bradomin»), που αποτελείται από τέσσερις νουβέλες σε ποιητική πρόζα, τις «Σονάτες» [Sonata].
Καθεμία από τις σονάτες αυτές τιτλοφορείται με το όνομα μιας εποχής: η «Φθινοπωρινή σονάτα» (1902), με την ατμόσφαιρα της πατρίδας του της Γαλικίας, η «Σονάτα του καλοκαιριού» (1903), που ζωντανεύει την ατμόσφαιρα του Μεξικού, η «Σονάτα της άνοιξης» (1904), με αντανακλάσεις από την ιταλική αναγέννηση, και η «Σονάτα του χειμώνα» (1905), με φόντο τη Ναβάρα του Δον Κάρλος.
Στον τομέα του μυθιστορήματος, ο Βάγιε-Ινκλάν εκφράζει τις δημοκρατικές και πολιτικές πεποιθήσεις του στα αφηγηματικά έργα: «Σταυροφόροι της υπόθεσης» (1908 – 1909), «Τύραννος Μπαντέρας» (1926), «Η Ιβηρική αρένα» (1927 – 1936), «Η αυλή των θαυμάτων» (1927), «Ζήτω ο αφέντης μου» (1928) κ. ά.
Ανάμεσα στα θεατρικά του έργα τα αξιολογότερα είναι τα δράματα: «Η μυθιστορία των λύκων» (1908), «Μαρκησία Ροζαλίντα» (1913), «Η θαυμαστή λάμπα» (1916), «Φάρσα και ακολασία της αγνής βασίλισσας» (1920), «Θεϊκά λόγια (1920), που αποτελεί και το αριστούργημά του, «Τα φώτα της μποέμικης ζωής» (1920) και «Ασημένιο πρόσωπο» (1922), καθώς και οι φαρσοκωμωδίες «Τα κέρατα του Δον Φριολέρα» (1921) και «Η κόρη του λοχαγού» (1927).
Στο χώρο της ποίησης, τέλος, ο εκκεντρικός οίστρος του Βάγιε-Ινκλάν εκφράζεται με αρτιότητα και συναίσθημα στη συλλογή ποιημάτων του «Η πίπα του Κιφ» (La pipa de Kif, 1919).
Ένα περίτεχνο μπρούτζινο άγαλμα , αφιερωμένο στον Ισπανό δραματουργό Ραμόν ντελ Βάγιε-Ινκλάν, βρίσκεται στην κεντρική λεωφόρο της Μαδρίτης, Πασέο δε Ρεκολέτος (Paseo de Recoletos), όπου ο συγγραφέας απεικονίζεται με τη χαρακτηριστική γενειάδα του. Το έργο φιλοτεχνήθηκε από τον Ισπανό γλύπτη Φρανθίσκο Τολέδο Σάντσεθ (Francisco Toledo Sanchez, 1928 – 2004) και τοποθετήθηκε στη θέση αυτή το 1973.
(2014) Θεϊκά λόγια, μετάφραση Ιουλία Ιατρίδη, εκδόσεις Δωδώνη.
(2008) Το κεφάλι του δράκου, μετάφραση Μαρία Χατζηεμμανουήλ, εκδόσεις Λαγουδέρα.
(2008) Σονάτες, μετάφραση Μαρία Κ. Καλφούντζου, εκδόσεις Ροές. Άσχημος, καθολικός και διεστραμμένος αλλά και ιδιαιτέρως συναισθηματικός, ο Μαρκήσιος του Μπραντομίν αφηγείται τις αναμνήσεις της πολυτάραχης ζωής του, ιστορίες υψηλής αισθητικής κεντημένες με τον έρωτα, το θάνατο, τη φιληδονία και τον μυστικισμό, αλλά και με έντονα χρώματα πατριωτικών εξάρσεων. Γραμμένο στις αρχές του 20ού αιώνα, διαθέτει μια γλώσσα με ευφράδεια και διαλόγους που είναι συχνά κινηματογραφικοί. Η αισθητική του τού επιβάλλει να μεταχειρίζεται τη λέξη ως οντότητα καθεαυτή. Οι περσόνες του μιλούν πολύ γιατί η ανθρώπινη φύση είναι γέννημα των λέξεων. Άλλες φορές πάλι χρησιμοποιεί ένα σχεδόν δημοσιογραφικό λόγο, που κάνει το ύφος του τραχύ. Ο μοντερνισμός του συνίσταται στην εικονοποιία και στη μουσικότητα. Κάθε ιστορία του οδηγείται σε ένα δραματικό βαγκνερικό ή νιτσεϊκό κρεσέντο.
(2007) Θεϊκά λόγια, μετάφραση Ερρίκος Μπελιές, εκδόσεις Ηριδανός. Το γνωστότερο έργο του ισπανού θεατρικού συγγραφέα Βάλιε Ινκλάν (ή, σωστότερα, Ραμόν Μαρία ντελ Βάγε Ινκλάν), που ήταν τριάντα χρόνια μεγαλύτερος από τον Λόρκα (γεννήθηκε το 1866) αλλά πέθανε την ίδια χρονιά με εκείνον (1936). Τα “Θεϊκά λόγια”, έργο της ώριμης περιόδου του συγγραφέα (1920), είναι η τραγωδία της λαϊκής δυστυχίας με μορφή ιστορικής παρωδίας. Οι ήρωές του, χωρικοί και μικροαστοί, αγαπούν με την καρτερικότητα του απλοϊκού ανθρώπου. Το τέλος του έργου, ένας ύμνος του ανθρώπου αυτεξούσιου, καταδεικνύει τη δύναμη της ψυχής, που αποτελεί θεμελιακή προϋπόθεση στην παντοδυναμία της ανθρώπινης βούλησης.
(2004) Τα κέρατα του Δον Φριολέρα, μετάφραση Νίκος Γκάτσος, εκδόσεις Πατάκη. “Τα κέρατα του Δον Φριολέρα” (1921) περιλαμβάνονται στα “esperpentos”, όρος και είδους θεάτρου που ο ίδιος ο Βάλιε-Ινκλάν επινόησε. “Οι κλασικοί ήρωες, καθρεφτισμένοι σε κοίλα κάτοπτρα, δίνουν τα esperpentos” γράφει κάπου και τα χαρακτηρίζει “συζητήσεις πεθαμένων για να διηγηθούν ιστορίες των ζωντανών”. Ο Βάλιε-Ινκλάν έχει περάσει πια, χωρίς επιστροφή, από την εκλεπτυσμένη και νοσταλγική λογοτεχνία στην πιο άγρια κριτική, στην πιο τολμηρή σάτιρα της κοινωνικής και πολιτικής ζωής. Χιούμορ, στιλιζάρισμα γκροτέσκο της ισπανικής πραγματικότητας, παραστατική και αδίστακτη γλώσσα είναι πλέον τα κοινά χαρακτηριστικά των έργων του.
(1984) Το χάρτινο ρόδο. Μελόδραμα για μαριονέτες, μετάφραση Λέανδρος Πολενάκης, περιοδικό Δρώμενα. Το έργο ανήκει σε μια ευρύτερη ενότητα από έξι έργα για μαριονέτες, με τίτλο “Παράσταση της φιλαργυρίας, της ηδονής και του θανάτου”. Οι μαριονέτες του Ινκλάν προαναγγέλλουν κατά τρόπο φυσικό το κουκλοθέατρο του Λόρκα με τους “Φασουλήδες του Κατσιπόρα”, τη “Μικρή Παράσταση του Δον Κριστόμπαλ” κι αυτόν ακόμα τον περίφημο “Δον Περλιμπλίν”…
Latest posts by dromena (see all)
- ΣΕΛΙΔΕΣ ΑΠΟ ΤΟ ΑΡΧΕΙΟ ΜΑΣ : Τζωρτζ Μπέρναρ Σω. Εικονοκλάστης και ηθικολόγος - 29 Νοεμβρίου, 2024
- Κυκλοφορεί σε μετάφραση του Καθηγητή Βάιου Λιαπή το βιβλίο «Το Αρχαίο Θέατρο μέσα από τις Πηγές» - 14 Νοεμβρίου, 2024
- ΣΕΛΙΔΕΣ ΑΠΟ ΤΟ ΑΡΧΕΙΟ ΜΑΣ : Η Αυλή των Θαυμάτων (3) - 11 Νοεμβρίου, 2024
- ΣΕΛΙΔΕΣ ΑΠΟ ΤΟ ΑΡΧΕΙΟ ΜΑΣ : Η Αυλή των Θαυμάτων (2) - 10 Νοεμβρίου, 2024
- ΣΕΛΙΔΕΣ ΑΠΟ ΤΟ ΑΡΧΕΙΟ ΜΑΣ : Η Αυλή των Θαυμάτων (1) - 10 Νοεμβρίου, 2024