Γιώργος Θεοτοκάς: “Η άκρη του δρόμου”
Η άκρη του δρόμου[1]
Πρόκειται για το προτελευταίο θεατρικό το οποίο γράφει ο Θεοτοκάς το 1960, το δημοσιεύει όμως τρία χρόνια αργότερα και το θεωρεί από τα καλύτερα ή ίσως και το καλύτερο θεατρικό του.[2] Το συνθέτει, όπως ο ίδιος αναφέρει, σε μια εποχή ιδιαίτερα δύσκολη γι’ αυτόν, μετά το θάνατο της πρώτης του γυναίκας, και αναζητεί «παρηγορία» στην πνευματικότητα της Ορθοδοξίας, στη μυστικιστική της παράδοση.[3] Τα πατρολογικά κείμενα τα οποία αναφέρονται σ’ αυτήν βρίσκονται στη Φιλοκαλία, η οποία μεταφράστηκε στα ρωσικά και έγινε κοινή παράδοση των ορθοδόξων, όπως σημειώνει.[4]
Συγχρόνως στις «Σημειώσεις» του αναφέρει ότι το κλίμα του Μακεδονικού αγώνα τού ήταν οικείο από την παιδική του ηλικία, γιατί είχε ακούσει διηγήσεις από ιερωμένους, και μάλιστα από αρχιερείς, που συμμετείχαν σ’ αυτόν. Διέκρινε ανάμεσά τους κάποιους που ήταν γνήσιοι χριστιανοί και η συμμετοχή τους στον μακεδονικό αγώνα τούς δημιουργούσε συνειδησιακές ενστάσεις και συγκρούσεις και άλλους που αξιοποιούσαν συνειδητά τη χριστιανική θρησκεία για πολιτικούς αποκλειστικά σκοπούς παραβαίνοντας «ελαφρά τη καρδία» θεμελιώδη διδάγματά της.[5]
Τα γεγονότα του θεατρικού έργου εξελίσσονται, σύμφωνα με τις σκηνικές του οδηγίες, σ’ ένα εικοσιτετράωρο. Ο χρόνος των γεγονότων είναι το καλοκαίρι του 1905 -στα χρόνια του μακεδονικού αγώνα- σε μια πόλη της Μακεδονίας που δεν κατονομάζεται. Πρωταγωνιστές ο μητροπολίτης Συμεών και οι συνεργάτες του, ο διευθυντής των ελληνικών Εκπαιδευτηρίων, ο Λουριώτης, πράκτορας και αξιωματικός του ελληνικού στρατού, και μια δασκάλα συνεργάτιδά του, με την οποία συνδέεται συναισθηματικά ο διευθυντής, η Κατερίνα· συμμετέχει και ο Τούρκος στρατιωτικός διοικητής της Μακεδονίας, Χουσεΐν πασάς.
Η πλοκή του έργου: Ο ερχομός όπλων από την Ελλάδα, που θα διαμορφώσουν καταλυτικά τις μελλοντικές εξελίξεις στην περιοχή αυτή της Μακεδονίας, φυλάσσονται προσωρινά στο μοναστήρι του Αγίου Μηνά, αλλά θα πρέπει να μεταφερθούν σε ασφαλέστερο μέρος. Το γεγονός όμως αυτό γίνεται γνωστό στους Βούλγαρους από προδοσία. Έτσι, ο μόνος τρόπος, σύμφωνα με το σχέδιο του Λουριώτη, για να γίνει ασφαλής η μεταφορά τους είναι να επωφεληθούν από την αναστάτωση που θα προκληθεί από την πυρπόληση του χωριού, την οποία και θα προκαλέσουν. Το χωριό στο οποίο θα συμβεί αυτό είναι εθνολογικά μικτό, ζουν μαζί Έλληνες και Βούλγαροι. Για την υλοποίησή του σχεδίου έπρεπε να προσυπογράψει ο μητροπολίτης ως επικεφαλής της Οργάνωσης του Κομιτάτου της Εθνικής Αμύνης στην περιοχή.
Ο Συμεών βρίσκεται μπροστά σε ένα δυσεπίλυτο δίλημμα, να επιλέξει δηλαδή μεταξύ της θρησκείας του, την οποία διακονεί, και του έθνους του, στο οποίο ανήκει. Αρχικά προβάλλει ενστάσεις και επιφυλάξεις για τον σχεδιασμό και ζητά την τροποποίησή του, αλλά η απροθυμία του Λουριώτη για οποιονδήποτε συμβιβασμό κι η έντονη ψυχολογική πίεση που του ασκεί, τον υποχρεώνει να υποχωρήσει και να υπογράψει την υλοποίηση τού σχεδίου.
Αναρωτιέται ο επίσκοπος αν έπραξε σωστά και αυτή την ενδόμυχη αγωνία του αναπέμπει στον Κύριό του. Την αστοχία του αυτή την αιτιολογεί, εν μέρει, επειδή αυτός ο λαός, τον οποίο βοήθησε, ήταν από τους πρώτους που Τον πίστεψε και συνέδραμε αποφασιστικά στη διάδοση της καινής εντολής Του, προσδίδοντάς του έτσι μια κάποια υπεροχή έναντι των άλλων χριστιανικών λαών. Θέλει να πιστεύει -διατηρώντας συγχρόνως και τις αμφιβολίες του- ότι είναι σύμφωνος με την αστοχία του αυτή και ο ίδιος ο Ιησούς.[6] Οι άμεσοι εκκλησιαστικοί του συνεργάτες, ο πρωτοσύγκελος και ο διευθυντής των φιλανθρωπικών ιδρυμάτων της μητρόπολης, στους οποίους τούς θέτει θεωρητικά το δίλημμα, απαντούν με τον ίδιο τρόπο που απάντησε κι ο ίδιος. Δεν πείθεται, απομονώνεται και προσεύχεται θερμά με τη νοερά προσευχή επικρίνοντας τον εαυτό του, επειδή πρόδωσε τη χριστιανική του ταυτότητα και ζητά συγχώρηση και λύτρωση από τον Χριστό, τον οποίο αισθάνεται κοντά του.
Το σχέδιο εκτελείται με επιτυχία, ως αναφορά την μεταφορά των όπλων, αλλά και με απώλειες, όπως η σύλληψη του Λουριώτη από τους Τούρκους.
Το επόμενο πρωινό η οικονόμος της μητρόπολης ανακοινώνει ότι ο μητροπολίτης Συμεών είναι, πλέον, τυφλός μετά από την απογευματινή του προσευχή. Προσθέτει ότι είναι γαλήνιος, λάμπει, πλέον, το πρόσωπό του ομοιάζοντας με άγιο και θα αποσυρθεί στο Όρος για το υπόλοιπο της ζωής του. Ο Λουριώτης παντρεύεται την Κατερίνα λίγο πριν εκτελεστεί.
Εδώ ο Θεοτοκάς πηγαίνει στην «άκρη του δρόμου» του ανατολικού χριστιανισμού αναφερόμενος στη μυστικιστική, νηπτική του παράδοση, στον ησυχασμό, τη νοερά προσευχή, το άκτιστο φως και την έλλαμψη.
Όλα αυτά τα ειδικά πνευματικά ζητήματα τα γνωρίσει καλά, έχει διαβάσει κείμενα της Φιλοκαλίας, κείμενα του ορθόδοξου, αγιορείτικου μοναχισμού, όπως το βιβλίο του μοναχού Θεόκλητου Διονυσιάτου Μεταξύ ουρανού και γης.[7]
Το έργο ανέβηκε από τους μαθητές του Γυμνασίου αρρένων της Καλαμάτας το 1955 και στο πλαίσιο φιλολογικής βραδιάς προς τιμήν του Θεοτοκά από το Κ.Θ.Β.Ε. το 1967. Επίσης, παίχτηκε από το Ραδιοφωνικό Ίδρυμα Κύπρου και την Κυπριακή τηλεόραση.[8]
Παραπομπές:
[1] Γ. Θεοτοκάς, «Σημειώσεις», Θεατρικά έργα Β΄ Έργα διάφορα Πέφτει το βράδυ – Αλκιβιάδης – O τελευταίος πόλεμος – Η Λάκαινα – Σκληρές ρίζες – Η άκρη του δρόμου (Αθήνα: Εκδοτικός οίκος Βιβλιοπωλείον «Εστίας», 1966) σ. 305-372.
[2] Γ. Θεοτοκάς, «Απαντήσεις του Γιώργου Θεοτοκά σε ερωτήματα, 25 Μαρτίου 1966», Οδοιπορία του Γιώργου Θεοτοκά Είκοσι χρόνια από το θάνατό του, Τετράδια ‘’Ευθύνης’’ 26 (1986) σ. 177.
[3] Υπάρχουν στη βιβλιοθήκη του τα βιβλία του Κ. Τσιρόπουλου, Το σύγχρονον χριστιανικόν θέατρον, ανάτυπο, 1960, αρ. βιβλίου 3530 και του Ανθ, Παπαδόπουλου, Το θρησκευτικόν θέατρον των Βυζαντινών, Αθήνα, αρ. βιβλίου 2921.
[4]Γ. Θεοτοκάς, «Σημειώσεις», Θεατρικά έργα Β΄ Έργα διάφορα, ό.π., σ. 382-383.
[5] Γ. Θεοτοκάς, «Σημειώσεις», Θεατρικά έργα Β΄, ό.π., σ. 383. Στη βιβλιοθήκη του υπάρχει το βιβλίο: Γερμανός Καραβαγγέλης, Ο Μακεδονικός αγών Απομνημονεύματα, Θεσσαλονίκη1958, Φακ. 59, αρ. βιβλίου 2251, Π. Παπατζονοτέας, Ο μακεδονικός αγών, Θεσσαλονίκη1960, αρ. βιβλίου 2974. Επίσης το βιβλίο του Κ. Τσιρόπουλου, Το σύγχρονον χριστιανικόν θέατρον, ανάτυπο, 1960, αρ. βιβλίου 3530.
[6] Γ. Θεοτοκάς, «Η άκρη του δρόμου», Θεατρικά έργα Β΄, ό.π., σ. 342-343.
[7] Γ. Θεοτοκάς, «Οδοιπορικό του Αγίου Όρους», Ταξίδι στη Μέση Ανατολή και στο Άγιο Όρος, ό.π., σ. 163.
[8] Ε. Μοσχονάς, Βιβλιογραφία Γιώργου Θεοτοκά (1922-1973) (Θεσσαλονίκη: Εκδόσεις University studio press, 22004) σ. 203.
Πηγή: www.pemptousia.gr
Latest posts by dromena (see all)
- Θέατρο του λαού: Ο Καραγκιόζης, η ιστορία του, η σημασία του - 27 Απριλίου, 2024
- Ο Σαίξπηρ στο πολεμικό Λονδίνο - 11 Απριλίου, 2024
- Η “Δωδέκατη νύχτα” του Σαίξπηρ - 2 Απριλίου, 2024
- Αν ο Νίκος Χαραλάμπους σκηνοθετούσε τον τηλεφωνικό κατάλογο - 31 Μαρτίου, 2024
- Ο σκηνοθέτης Νίκος Χαραλάμπους - 31 Μαρτίου, 2024