Γκότχολντ Εφραίμ Λέσσινγκ (1729 – 1781)

Γκότχολντ Εφραίμ Λέσσινγκ (1729 – 1781)

Μοιράσου το!

Ο Γκότχολντ Εφραίμ Λέσσινγκ (Gotthold Ephraim Lessing, 22 Ιανουαρίου 1729 – 15 Φεβρουαρίου 1781) ήταν Γερμανός συγγραφέας του Διαφωτισμού, δραματικός ποιητής και κριτικός της τέχνης. Γιος πάστορα, σπούδασε θεολογία στην Λειψία, αλλά η φοιτητική του ζωή δεν ήταν σύμφωνη με τις σπουδές του και τα πατρικά παραγγέλματα. Το 1748 πήγε στο Βερολίνο, όπου διετέλεσε φιλολογικός συνεργάτης περιοδικών και εκδότης βραχύβιου θεατρικού περιοδικού. Παράλληλα σπούδαζε στο πανεπιστήμιο της Βιττεμβέργης και στο διάστημα αυτό έγραψε τα δράματα Ελεύθερο πνεύμα και Οι Εβραίοι.

Μετά την αποφοίτησή του από την Βιττεμβέργη επιδόθηκε στην συγγραφή άρθρων για τα περιοδικά του Βερολίνου με τόση επιτυχία, που στα εικοσιτέσσερά του χρόνια εξέδωσε τα άπαντά του σε έξι τόμους. Οι μεταγενέστεροι του συγχώρεσαν την αλαζονεία αυτή γιατί εδώ περιλαμβανόταν το έργο του Μις Σάρα Σάμψον, το πρώτο γερμανικό αστικό δράμα, έργο ορόσημο στην ιστορία του γερμανικού θεάτρου.

Από το 1760 μέχρι το 1765 έζησε στο Μπρεσλάου (σήμερα Βρότσλαβ της Πολωνίας) ως γραμματέας ενός Πρώσσου στρατηγού, μελετώντας όσο και ασωτεύοντας.

Το 1765 επέστρεψε στο Βερολίνο, όπου και εκδόθηκε το περίφημο έργο του Λαοκόων.

Αφετηρία του Λέσσινγκ υπήρξε η άποψη του Βίνκελμαν ότι η αρχαία ελληνική τέχνη χαρακτηρίζεται από γαλήνιο υψηλό πνεύμα και ήρεμη μεγαλοπρέπεια και ότι χαρακτηριστικό δείγμα είναι το Σύμπλεγμα του Λαοκόοντος, που απεικονίζει τον ιερέα του Απόλλωνα να περισφίγγεται μέχρι θανάτου μαζί με δυο γιους του από φίδια σταλμένα από θεό, όταν ο Λαοκόων υποπτεύθηκε τον Δούρειο Ίππο. (Το σύμπλεγμα βρίσκεται από τον 16ο αιώνα στο Βατικανό, σήμερα στο Museo Pio-Clementino του συγκροτήματος των Βατικανών Μουσείων). Υπάρχουν αμφισβητήσεις για την «ήρεμη μεγαλοπρέπεια» που είδε ο Βίνκελμαν, αλλά ο Λέσσινγκ δέχθηκε την άποψή του συμφωνώντας ότι ο γλύπτης είχε μετριάσει την έκφραση του πόνου. Και με αφορμή το σύμπλεγμα προχωρεί στην διατύπωση κανόνων σχετικά με την ζωγραφική και γλυπτική αφ’ ενός και την ποίηση αφ’ ετέρου. Τα συμπεράσματά του : «Η ζωγραφική και η γλυπτική πρέπει να περιγράφουν τα πράγματα εν χώρω και να μη προσπαθούν να διηγηθούν μιαν ιστορία. Η ποίηση πρέπει να αφηγείται τα γεγονότα εν χρόνω και να μη προσπαθεί να περιγράψει αντικείμενα». Η επίδραση του Λαοκόοντα ήταν ευεργετική για την γερμανική ποίηση. Την απήλλαξε από τις σχοινοτενείς περιγραφές και τον διδακτισμό και την ώθησε προς την δράση και το συναίσθημα.

Το 1767 ο Λέσσινγκ διορίστηκε δραματουργός και κριτικός της πόλης του Αμβούργου, όπου παρουσίασε την Μίννα φον Μπάρνχελμ και την ίδια μέρα (22 Απριλίου) εγκαινίασε την σειρά δοκιμίων Hamburgische Dramaturgie, όπου σχολίαζε επί δύο χρόνια τα έργα που παίζονταν στην Γερμανία και τις φιλοσοφικές θεωρίες περί δράματος. Δεχόταν σαν δόγμα την Ποιητική του Αριστοτέλη αλλά προτιμούσε τον Σαίξπηρ από τον Κορνέιγ και τον Ρακίνα, παρά το ότι ο Άγγλος ποιητής παραβίαζε τον κανόνα των τριών αριστοτελικών ενοτήτων. Η επίδραση του Λέσσινγκ αποδέσμευσε το γερμανικό από το γαλλικό δράμα και ο Σαίξπηρ κυριάρχησε στην γερμανική σκηνή επί ένα σχεδόν αιώνα.

Ο Λέσσινγκ αρεσκόταν στις φιλολογικές διαμάχες και ομολογούσε ότι στόχο του είχε τους Γάλλους συγγραφείς «και ιδίως τον κ. Βολταίρο». Έλεγε δε ότι σκοπός του διανοητή δεν είναι η κατάκτηση της αλήθειας αλλά η προσπάθεια να την φτάσει.

Το 1770 ο δούκας του Μπράουνσβαϊκ τον διόρισε διευθυντή της βιβλιοθήκης του Βόλφενμπύτελ, «της τρίτης βιβλιοθήκης στον κόσμο» σε αριθμό βιβλίων κατά τον Καζανόβα. Εκεί ο Λέσσινγκ έγραψε το δράμα Αιμιλία Γκαλόττι, μια διαμαρτυρία κατά της αριστοκρατίας. Η πρεμιέρα του έργου χαιρετίστηκε από τον Γκαίτε ως η αναγέννηση της γερμανικής λογοτεχνίας και ορισμένοι κριτικοί χαρακτήρισαν τον Λέσσινγκ, “Γερμανό Σαίξπηρ”.

Το 1775 -παρά τις κατά της αριστοκρατίας επιθέσεις του- συνόδευσε τον νεαρό πρίγκιπα Λεοπόλδο του Μπράουνσβαϊκ στην Ιταλία ως ξεναγός του. Το ταξίδι κράτησε οκτώ μήνες και πιθανολογείται ότι στην Ρώμη ο Λέσσινγκ είδε τον Λαοκόοντα.

Το 1776 παντρεύτηκε μια χήρα με τέσσερα παιδιά, αλλά ένα χρόνο μετά η γυναίκα του πέθανε στον τοκετό μαζί με το βρέφος.

Το 1774-78 ο Λέσσινγκ εξέδωσε τα Αποσπάσματα του Βόλφενμπύτελ, μέρη δηλαδή ενός έργου του Χέρμαν Ραϊμάρους, όπου εκφραζόταν πολύς σκεπτικισμός (τουλάχιστον) έναντι του Χριστιανισμού. Ο Λέσσινγκ δέχτηκε πολλές επιθέσεις για την έκδοση αυτή, απάντησε περιχαρής για την διαμάχη σε ένδεκα φυλλάδια (γνωστά ως Anti-Goeze, από το όνομα του πάστορα του Αμβούργου Γιόχαν Μέλχιορ Γκαίτσε που ηγούνταν των επιθέσεων) κατακεραυνώνοντας τους επικριτές του, υπεραμυνόμενος της ελευθερίας σκέψεως και αναγνωρίζοντας την αξία του Χριστιανισμού ακόμη κι αν η Βίβλος ήταν ανθρώπινο έργο και τα θαύματα μύθοι ή φυσικά φαινόμενα.

Τα Αποσπάσματα κατασχέθηκαν και ο Λέσσινγκ τέθηκε υπό την επιτήρηση του λογοκριτού του Μπράουνσβαϊκ. Έγραψε τότε το δραματικό του αριστούργημα Νάθαν ο Σοφός, ένα κήρυγμα ανεξιθρησκείας. Το έργο εκδόθηκε το 1779 και αποδοκιμάστηκε από το χριστιανικό κοινό. Πρωτοπαρουσιάστηκε (μεταθανάτια) το 1783 και την τρίτη νύχτα η αίθουσα ήταν άδεια. Μόνο μετά από μια διασκευή από τους Γκαίτε και Σίλλερ το έργο πήρε την περίοπτη θέση του στο γερμανικό δραματολόγιο.

Ένα χρόνο πριν πεθάνει δημοσίευσε την Αγωγή του ανθρωπίνου γένους, όπου ξεκινά μεν αποδεχόμενος τις χριστιανικές ιδέες, καταλήγει όμως απορρίπτοντας τα δόγματα και κάθε θεολογία και προσβλέποντας στην υπέρτατη ηθική της καρτερικής καλοσύνης και της παγκόσμιας συναδέλφωσης.


Μοιράσου το!
ΔΡΩΜΕΝΑ ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

ΙΣΩΣ ΣΑΣ ΕΝΔΙΑΦΕΡΕΙ