Ο Μίλλερ και η “Δοκιμασία”

Ο Μίλλερ και η “Δοκιμασία”

Μοιράσου το!

Ο ΑΡΘΟΥΡ ΜΙΛΛΕΡ εκέρδισε την παγκόσμια φήμη σ’ελάχιστο χρονικό διάστημα και με λίγα σχετικώς έργα. Τα έργα όμως αυτά έχουν το προτέρημα ν’ απηχούν μια προσωπική ανησυχία του δημιουργού τους, ερωτήματα επιτακτικά που του προκαλεί η σύγχρονη ζωή. Γεννήθηκε το 1915 στη Νέα Υόρκη. Δίχως άνεση οικονομική (ο πατέρας του είχε πέσει θύμα του μεγάλου χρηματιστηριακού “κραχ” του 1929), αναγκάστηκε να μπει υπάλληλος σ’εμπορικό κατάστημα για να εξοικονομήσει έτσι τα μέσα να σπουδάσει. Ο ίδιος έχει πει πως, από τις αποδοχές του, που ήταν δεκαπέντε δολλάρια τη βδομάδα, έβαζε κατά μέρος τα δεκατρία. Κατώρθωσε έτσι να εγγραφεί στο Πανεπιστήμιο του Μίτσιγκαν και, ενώ συνέχιζε τις σπουδές του, επιδόθηκε στη δημοσιογραφία. Στο μεταξύ είχε αρχίσει να γράφει θεατρικά έργα.

Στα 1938 αποφοιτά από το Πανεπιστήμιο κι επιστρέφει στη Νέα Υόρκη. Ύστερα από ένα διάστημα όπου γράφει για το ραδιόφωνο, κάποιος παραγωγός κινηματογραφικών ταινιών, στα 1944 τον στέλνει περιοδεία στα στρατόπεδα τα εγκατεσπαρμένα παντού στις Ηνωμένες Πολιτείες να συλλέξει πληροφοριακό υλικό για κάποια ταινία. Ο Μίλλερ θα χρησιμοποιήσει τις εντυπώσεις του αυτές για διπλό σκοπό: Και για την ταινία που θα γυριστεί και για ένα βιβλίο που κρίνεται σαν “ένα από τα σημαντικώτερα που ασχολούνται με τον πόλεμο”. Το αμέσως επόμενο βιβλίο του, ένα αφηγηματικό έργο, θα είναι το “Focus”, μυθιστόρημα που περιστρέφεται γύρω από το επίκαιρο τότε θέμα του αντισημιτισμού.

Το πρώτο θεατρικό έργο του Μίλλερ, στα 1944, ήταν μια έντιμη αποτυχία. Στα 1947 όμως, με το “Είταν όλοι τους παιδιά μου” – ένα δράμα γραμμένο με στέρεα τεχνική και που πραγματεύεται μια ψυχολογική περίπτωση συγκλονιστικά επίκαιρη – συγκεντρώνει πάνω του τη γενική προσοχή. Για το έργο του αυτό θα του απονεμηθεί το Βραβείο των Κριτικών. Η σχετική εισήγηση αναγνωρίζει στον συγγραφέα “γνήσιο θεατρικό ένστικτο”. Το “Είταν όλοι τους παιδιά μου”, καθώς και η επόμενη επιτυχία του, ο “Θάνατος του εμποράκου”, έχουν γίνει γνωστά και στον τόπο μας με σκηνοθεσία τού κ. Καρ. Κουν, το πρώτο από το “Θέατρο Τέχνης”, το δεύτερο στο Θέατρο Κοτοπούλη.

Αν και ιδιοφυΐα με κύριο χαρακτηριστικό της την αυθορμησία, ο Μίλλερ είναι βέβαιο πως μελέτησε στο Πανεπιστήμιο την τέχνη του δράματος από τον καιρό των αρχαίων Ελλήνων ίσαμε τον Ίψεν. Από τους πρώτους αναγνωρίζει πως επηρεάστηκε σ’ό,τι αφορά το φιλοσοφικό υπόβαθρο του θεάτρου του. Στον δεύτερο οφείλει μια κάποια νατουραλιστική ενατένιση της ανθρώπινης τραγωδίας. Εργάτης ακούραστος, συνθέτει τα έργα του κλεισμένος μέσα σ’ένα γραφείο σχεδόν ασκητικό, με γυμνούς τοίχους, όπου γράφει από τις 8 το πρωί ώς τη 1 μετά το μεσημέρι κι από τις 3 ώς τις 6, κάποτε και μετά το βραδυνό φαΐ.

*

Η Άννα Κρίστι του Ο’Νηλ – έχει πει ο ίδιος – μπορεί να σας δώσει μιαν ιδέα σε τι θέατρο πιστεύω”. Τι ακριβώς εννοεί μ’ αυτή την υπόδειξη; Αν αναφέρεται στην αισθητική μονάχα του έργου, τον ποιητικό ρεαλισμό του, τότε η σημασία της είναι κάπως περιωρισμένη. Δεν φαίνεται όμως να πρόκειται μόνο γι’ αυτό. Ο Μίλλερ ανήκει στους συγγραφείς εκείνους που συμπάσχουν με την εποχή τους, που δεν την μεταχειρίζονται σα μέσο προσωπικής προβολής ή πλουτισμού. Για την έννοια άλλωστε του όρου “Θέατρο” έχει πει ο ίδιος τ’ ακόλουθα : “Η αλήθεια είναι πως έχουμε πάμπολλους συγγραφείς γεμάτους δυνατότητες καθώς και συγγραφείς ικανούς να δημιουργήσουν θεατρικές περιόδους με πολλή λάμψη. Εκείνο που δεν έχουμε είναι Θέατρο. Θέατρο θα πει ένας ολόκληρος κόσμος, άθροισμα από προικισμένα άτομα, συγγραφείς, σκηνοθέτες, ηθοποιούς και σκηνογράφους, που συμμερίζονται μιαν ενιαία άποψη για την Τέχνη και για τη ζωή και που είναι μόνιμα συνδεδεμένοι μεταξύ τους για τον αντικειμενικό σκοπό να δημιουργούν δραματική τέχνη”. Η πίστη αυτή του Μίλλερ στην ουσιαστικώτερη αποστολή της τέχνης που υπηρετεί γίνεται αισθητή σ’όλα του τα έργα ώς τώρα, ιδιαίτερα όμως τη βλέπει κανείς να διαγράφεται στο εμφορημένο με την πιο πυκνή απ’ όλα τ’ άλλα σημασία, τη “Δοκιμασία” (The Crucible).

Χαράλαμπος Πλακούδης (Δανιήλ Στήβερ), Χριστόφορος Νέζερ (Γέρο Κόρυ), Αντιγόνη Βαλάκου (Μαίρη Ουώρρεν), Γιώργος Παππάς (Τζων Πρόκτορ), Γεώργιος Γληνός (Αιδεσιμώτατος Τζων Χαίηλ). “Δοκιμασία” (Οι μάγισσες του Σάλεμ). Εθνικό Θέατρο: Κεντρική Σκηνή, 09/11/1955 – 04/12/1955

Στα 1692 και στο Σάλεμ τοποθετεί το δράμα του ο Μίλλερ. Δεν πρόκειται ωστόσο για μια τυχαία εκλογή τόπου κι εποχής. Για να γράψει το έργο του αυτό ο συγγραφέας εμπνέεται από ένα συγκεκριμένο ιστορικό επεισόδιο : τη δίκη των μαγισσών που πραγματικά έγινε, στα τέλη του 17ου αιώνα. Η υπόθε4ση αυτή τον είχε απασχολήσει – όπως ο ίδιος βεβαιώνει – από τα χρόνια ακόμα που είτανε σπουδαστής στο Πανεπιστήμιο του Μίτσιγκαν. Δεν ξέρουμε αν από τότε κιόλας τής έβρισκε το βαθύτερο νόημα που βλέπουμε τώρα να δίνει στο έργο αυτό την πραγματική του, τη σύγχρονη σημασία. Η δίκη των μαγισσών του Σάλεμ είναι, φυσικά, ένα περιστατικό της Ιστορίας με πολύ δραματικό περιεχόμενο, χρειάζονταν όμως οι εξελίξεις τού τωρινού κόσμου για να δείξουν πως δεν πρόκειται και για ένα σύμπτωμα περιωρισμένο, κλειστό μέσα στην μακρυνή εποχή του. Ο Μίλλερ, που μελέτησε τα αρχεία της δίκης, βλέπει – είναι φανερό – στην υπόθεση του Σάλεμ, τη δίκη του φανατισμού, κάθε φανατισμού, την απανθρωπία της μισαλλοδοξίας. Ο ήρωας της “Δοκιμασίας”, ο Τζων Πρόκτορ, είναι ο άνθρωπος που αγωνίζεται να περισώσει την προσωπική του ανεξαρτησία. Αυτό και μόνον φτάνει για να τον κάνει ύποπτο σ’έναν κόσμο τυφλωμένον από τη δεισιδαιμονία του δογματισμού Δεν είναι λοιπόν το προσωπικό του σφάλμα – μια χωρίς άλλη βαρύτητα, παροδική, συζυγική απιστία – που τον καταδικάζει. Αυτή, δίνει απλώς την αφορμή στο δράμα για να ξεκινήσει. Ο Τζων Πρόκτορ έχει το μειονέκτημα να βλέπει καθαρά σε μιαν εποχή όπου, το να μην είσαι τυφλωμένος, αποτελεί πρόκληση κι ασέβεια. Δεν απορεί κανείς, ύστερα απ’ αυτό, για την απήχηση που βρήκε, τόσο στην Αμερική όσο και στην Ευρώπη, η “Δοκιμασία”.

Χαρακτηριστικό είναι ακόμα πως τα πρόσωπα του έργου, μολονότι χαρακτηρισμένα με συνέπεια από το πνεύμα του καιρού τους και του στενού κόσμου τους, δεν δουλεύουν δίχως προσωπικό συμφέρον στη δεισιδαιμονία. Το καθένα τους έχει κάποιους κρυφούς, ιδιοτελείς λόγους να είναι φανατικό : η Άμπιγκαίηλ το ερωτικό της πάθος για τον Τζων Πρόκτορ και το μίσος της για τη γυναίκα του, η Άννα Πάτναμ το πείσμα για το θάνατο των παιδιών της, ο Πάτναμ την απληστία του, ο Πάρρις το επαγγελματικό του συμφέρον. Ο φανατισμός, έτσι, γίνεται κάτι ταπεινότερο ακόμα από μια κουτή δεισιδαιμονία. Γίνεται το μέσο να ικανοποιηθούν προσωπικά πάθη. Η ομαδική υστερία, από εκεί και πέρα, δεν είναι παρά ο εξωτερικός συνδετικός κρίκος που υποτάσσει σε μια κοινή μοίρα μιαν ολόκληρη εποχή.

Η “Δοκιμασία” εσημείωσε σημαντική επιτυχία και στο Παρίσι, όπου παίχτηκε με τον τίτλο “Οι μάγισσες του Σάλεμ”. Ο κριτικός τού “Φιγκαρό” Ζαν-Ζακ Γκωτιέ έγραφε σχετικά : “Πρόκειται για μιαν από τις ωραιότερες παραστάσεις που έχουν δοθεί στο Παρίσι… Το έργο, που είναι πρωτότυπο και ρωμαλέα γραμμένο, έχει νόημα : πρώτα-πρώτα στο πλαίσιο του μύθου, ύστερα από την άποψη της επικαιρότητος, τέλος σ’ένα επίπεδο σταθερό”. Ο Μαξ Φαβαλλελλί στο “Παρί-πρες” : “Το πρόβλημα που χειρίζεται με δύναμη και διαύγεια ο Άρθουρ Μίλλερ ξεπερνάει εκπληκτικά το ιστορικό επεισόδιο που είχε διαλεχτεί για υπόδειγμά του…” Ο Γάλλος μεταφραστής του έργου τέλος, που δεν είναι άλλος από τον φημισμένο δραματικό συγγραφέα Μαρσέλ Αιμέ, παρατηρεί : “Είναι τόσο το κάλλος τού έργου κ’ η δραματική του ρώμη ώστε να μη χρειάζεται κανένα πολιτικό συσχετισμό”.

_______________________________________

  • Το κείμενο αντλήθηκε από το έντυπο πρόγραμμα της παράστασης “Δοκιμασία” (Οι μάγισσες του Σάλεμ). Εθνικό Θέατρο: Κεντρική Σκηνή, 09/11/1955 – 04/12/1955. Μετάφραση-σκηνοθεσία Αλέξη Σολομού, σκηνογραφίες Ανδρ. Νομικού, κοστούμια Αντ. Φωκά.
  • Το σκίτσο του Άρθουρ Μίλερ φιλοτεχνήθηκε από την Βασιλική Ηλιακοπούλου

Μοιράσου το!
ΔΡΩΜΕΝΑ ΜΕΛΕΤΕΣ-ΑΡΘΡΑ

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

ΙΣΩΣ ΣΑΣ ΕΝΔΙΑΦΕΡΕΙ