Ο Αιμίλιος Χουρμούζιος στο Εθνικό Θέατρο (Μαρτυρία)

Ο Αιμίλιος Χουρμούζιος στο Εθνικό Θέατρο (Μαρτυρία)

Μοιράσου το!

ΗΤΑΝ μόνιμο πάντα θέμα στους πνευματικούς κύκλους, που ενδιαφέρονταν, για την προκοπή του “Εθνικού Θεάτρου” – και εξακολουθεί, νομίζω, να είναι – πόσοι απ’ το χώρο των Γραμμάτων ήταν κατάλληλοι ν’ αναλάβουν τη γενική Διεύθυνσή του χωρίς να υποστούν μείωση του γοήτρου τους απ’ τη σύγκρισή τους με προκατόχους τους, βεβαιωμένου πια κύρους και επιβολής – όπως ο Φώτος Πολίτης, ο Κωστής Μπαστιάς, ο Δημήτρης Ροντήρης, ο Γιώργος Θεοτοκάς – σ’ ένα προσωπικό απ’ τη φύση του δισυπότακτο. Όλοι συμφωνούσαν, πως οι κατάλληλοι ήταν ελάχιστοι – μόλις μετριούνταν στα δάχτυλα του ενός χεριού…

Απ’ το “Εθνικό” είχαν περάσει κατά καιρούς άνθρωποι με πνευματική ακτινοβολία, που τους έλειπαν όμως οι διοικητικές ικανότητες· και αντίστροφα, ικανοί, χωρίς, όμως την αίγλη του πνευματικού ηγέτη, που γνωρίζει το μυστικό της τέχνης να επιβάλλεται αβίαστα σ’ ένα κόσμο, όπως ο θεατρικός, με κυκλοθυμικές μεταπτώσεις, φιλοπρωτίες, μισαλλοδοξίες, ανταγωνιστικότητα, πληθωρικό αισθησιασμό, ροπή στην αμφισβήτηση, στην εναντιολογία, στη φατρία, στη νεύρωση, με τη χάρη κάποιας παιδικότητας, ζώντας κάτω από το άγχος του χρόνου – όπου ο θρίαμβος συχνά είναι εφήμερος, τα χειροκροτήματα μετατρέπονται όχι σπάνια σε τραυματικές αναμνήσεις, όταν η πτώση στην ασημότητα μεθοδευμένη απ’ το παρασκήνιο με ιάγεια δεξιοτεχνία γίνεται απότομα και η μαγεία της σκηνής μεταβάλλεται σε χώρο εξοντωτικών καλλιτεχνικών ανταγωνισμών για την κατάκτηση της “πλατείας”, που αποκτά ελκυστικότητα ερωτικού ειδώλου με τίμημα την απιστία σε αισθήματα και αρχές… Έτσι, λίγοι – και απ’ τους άξιους να διεκδικήσουν τη θέση του γενικού διευθυντή – αποφασίζουν να παραιτηθούν για ένα χρονικό διάστημα απ’ την κυρία δημιουργική δουλειά τους – η απασχόληση μέσα στο “Εθνικό” απαιτεί φροντίδα σε εικοσιτετράωρη βάση – για να ανταμειφθούν με μιαν αίγλη πρόσκαιρη, που τη διαβρώνει καθημερινά η ψυχική φθορά… Το “Εθνικό Θέατρο” – όπως όλες πια οι κρατικές σκηνές – αποτελεί ένα πνευματικό κρατίδιο, που η εξουσία του έχει τα όργανά της για να την υποστηρίζουν (οι εφημερίδες, ισχυροί πολιτικοί, φίλοι), αλλά και οι διεκδικητές της απ’ έξω ανάλογα επιθετικό επιτελείο, για να προγραμματίζει τις επιθέσεις τους. Έτσι, όταν η αντιπολίτευση περάσει στην εξουσία, επαναλαμβάνει περίπου όσα επέκρινε στην προκατοχή της… Όταν κυκλοφόρησε την άνοιξη του 1955 η διάδοση πως ο Αιμίλιος Χουρμούζιος θα διοριζόταν Γενικός Διευθυντής του “Εθνικού Θεάτρου” – υπήρξε ήδη μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου και πρόεδρος της καλλιτεχνικής επιτροπής – όλοι συμφώνησαν πως ήταν ο κατάλληλος άνθρωπος για την κατάλληλη θέση. Οι αντίπαλοί του, ωστόσο, στη διεκδίκηση της θέσης φρόντιζαν έντε4χνα να διαδώσουν πως η απασχόλησή του στη διεύθυνση της “Καθημερινής” – ένα Μινώταυρο, όπως όλες οι εφημερίδες, που καταβροχθίζει αχόρταγα μεγάλο μέρος απ’ το εικοσιτετράωρο, αιφνιδιαστικά και σε ανώμαλες ώρες – θα του άφηνε ελάχιστο χρόνο για ν’ ασκήσει αποδοτικά τα καθήκοντά του στο “Εθνικό”. Αλλά και οι φίλοι του αντιτάξανε, πωυς ένας καταξιωμένος στην πνευματική ζωή μας και με τη γνωστή σε όλους νηφαλιότητά του, δεν θα έκανε ποτέ την επιπολαιότητα να αποδεχθεί μια τέτοια θέση, αν δεν ήταν βέβαιος πως θα ανταποκρινόταν στις προσδοκίες του Υπουργείου που τον διόρισε. Δεν άργησαν να δικαιωθούν οι δεύτεροι…

Προτού αναλάβει ο Αιμίλιος Χουρμούζιος επίσημα τα καθήκοντά του, ξέροντας ότι προϋπόθεση για την επιτυχία του ήταν να συγκεντρώσει γύρω του τους καλύτερους συνεργάτες και να τους δώσει μέσα και ευκαιρία να επιδείξουν τα χαρίσματά τους – αφού, τελικά, η επιτυχία τους θα πρόσθετε αίγλη στη θητεία του – πρότεινε στον προκάτοχό του Δημήτρη Ροντήρη τη θέση του καλλιτεχνικού διευθυντή με πλατιά δικαιοδοσία. Κάλεσε ακόμη καλλιτέχνες, που βρίσκονταν έξω απ’ το “Εθνικό”, να συνεργαστούνε μαζί του. Ο Δημήτρης Ροντήρης, που η σκηνοθετική ιδιοφυΐα του ήταν ανάλογη με τη μισαλλοδοξία του, αρνήθηκε (αργότερα, ωστόσο, συνεργάστηκε με το ανέβασμα της Ορέστειας στα “Επιδαύρια”). Άλλοι, όμως, όπως το ζεύγος Παξινού-Μινωτή, ο Γιώργος Παππάς, η Βάσω Μανωλίδου, η Καλογερίκου, η Συνοδινού, ο Μορίδης, η Χατζηαργύρη, σπεύσανε πρόθυμα. Μαζί τους και ένας κύκλος από νέους μουσικούς, σκηνογράφους, ενδυματολόγους, χορογράφους. Η θητεία του Αιμίλιου Χουρμούζιου ήταν η πιο μακρόχρονη απ’ όλες των προκατόχων του. Κράτησε απ’ την ‘άνοιξη του 1955 ώς το καλοκαίρι του 1963. Μπορώ να το βεβαιώσω ανεπιφύλακτα – τα πεπραγμένα το αποδείχνουν – η επιτυχία της ήταν ανάλογη με τη διάρκειά της. Έως τότε, στην ιστορία του “Εθνικού”, υπήρξαν τρεις καλλιτεχνικές ανθοφορίες: Τού Φώτου Πολίτη (1931-1934), του Κωστή Μπαστιά (1937-1941), του Δημήτρη Ροντήρη (1946-1950). Του Αιμίλιου Χουρμούζιου ήταν η τελευταία…

Στη διάρκεια της θητείας του καταρτίστηκε ένα πλούσιο δραματολόγιο – σύνθεση από αντιπροσωπευτικά έργα του κλασικού, νεότερου και σύγχρονου θεάτρου· έγιναν έγκαιρα οι διανομές των παραστάσεων, ώστε να προετοιμάζονται άνετα – κάτι, που δεν είχαν κατορθώσει οι προκάτοχοί του· καθιερώθηκε περίοδος “επαναλήψεων”· αναγγέλθηκαν ημερομηνίες ενάρξεως και λήξεως των παραστάσεων κάθε έργου· λειτούργησε ξανά η “Δεύτερη Σκηνή” με έργα ελληνικού και ξένου δραματολογίου (ο Αιμίλιος Χουρμούζιος διατηρούσε κάποια επιφύλαξη για τη νεότερη θεατρική παραγωγή του τόπου μας)· καθιερώθηκαν σα θεσμός τα “Επιδαύρια” με τη φερώνυμη ονομασία τους· έγιναν περιοδείες στο Εσωτερικό (Πάτρα, Θεσσαλονίκη, Γιάννενα) και στο Εξωτερικό (Κύπρος, Γιουγκοσλαβία, Γερμανία, Ιταλία, Γαλλία)· δόθηκε μια νέα διάσταση στο ανέβασμα της αρχαίας κωμωδίας χάρη στο σκηνοθετικό δαιμόνιο του Αλέξη Σολομού και τις απαράμιλλες σκηνικές μουσικές του Μάνου Χατζιδάκι· ανοικοδομήθηκε, προσαρμοσμένη στο αρχικό αρχιτεκτονικό σχέδιο του Τσίλλερ, η ερειπωμένη απ’ τους βομβαρδισμούς πτέρυγα του μεγάρου προς την οδό Μενάνδρου, με αποτέλεσμα να αποκτήσει δυο μεγάλες αίθουσες και αριθμό παρασκηνίων καθώς και αποθήκες για ενδυματολογικό υλικό, που χρησιμοποιήθηκαν αργότερα για τη δημιουργία χώρου της “Νέας Σκηνή”· αποκαταστάθηκε στατικά και διακοσμητικά η αίθουσα του Φουαγιέ· ανακατασκευάστηκε η πλατεία, καθιερώθηκε κύκλος διαλέξεων με θέματα κυρίως γύρω από το θέατρο από κορυφαίους των Γραμμάτων και της Επιστήμης, που εκδόθηκαν σε τόμους.

Ήταν αξιοθαύμαστο πώς ο άνθρωπος αυτός, που διέθετε ελάχιστο μέρος του χρόνου του για το “Εθνικό” – απορροφημένος τον περισσότερο με την κύρια απασχόληση στην “Καθημερινή” – κατόρθωνε να κάνει την παρουσία του τόσο αισθητή, ώστε να ανταποκρίνεται αποτελεσματικά σε όσους αιφνιδιασμούς επιφυλάσσει σ’ έναν Γενικό διευθυντή μια απρόσκοπτη λειτουργία του. Είχε την ικανότητα να συμβιβάζει αντιφρονούντες, να εξομαλύνει θέματα πολύπλοκα, να συνδιαλλάσει διαφωνίες, να κάνει με λεπτότητα εύστοχες υποδείξεις σε σκηνοθέτες, υποκριτές, ενδυματολόγους, σκηνογράφους. Ήταν ανυποχώρητος στις αξιώσεις του σε ζητήματα δεοντολογίας – απ’ τον πρωταγωνιστή ώς τον κομπάρσο. Ακόμη και στις επιθέσεις των αντιπάλων του απ’ τον Τύπο ήταν ανεκτικός – πίστευε, σα δημοσιογράφος, πως η απήχησή τους κρατούσε όσο και η επικαιρότητα ενός φύλλου εφημερίδας. Στις μέρες του η πρώτη κρατική σκηνή λειτουργούσε σαν μια μονάδα πληθωρικής παραγωγής θεατρικής τέχνης με ευεργετική επίπτωση στην πολιτιστική ζωή του τόπου. Οφείλω να τονίσω – γιατί χαρακτηρίζει ιδιαίτερα την περίοδο Χουρμούζιου στο “Εθνικό” – το πνεύμα της ελευθερίας, που κυριαρχούσε σ’ όλους τους τομείς της δραστηριότητάς του – ένα πνεύμα, που εμπόδιζε να αναπτυχθούν οι φατρίες, οι ίντριγκες, η ευνοιοκρατία, η κολακεία, η δουλοπρέπεια. Ο ίδιος έδινε το παράδειγμα εκφράζοντας απερίφραστα τη γνώμη του για πρόσωπα και έργα, χωρίς να διστάζει να επικρίνει στις εκτενείς κριτικές επιφυλλίδες του στην “Καθημερινή” παραστάσεις του “Εθνικού” – τακτική που θα ήταν ακατανόητη στους προκατόχους του. Απλός στην συμπεριφορά του, χωρίς όμως υπερβολικές οικειότητες· ανυπόκριτος· απρόθυμος στη ρουτίνα και στο πνεύμα της “παρέας”· μονόχνωτος από φυσικού του, έδινε την εντύπωση υπερφίαλου, ίσως γιατί αποστρεφόταν τις συμβατικές εγκαρδιότητες. Κάποτε δυσκολευόταν να συγκρατήσει την ψυχραιμία του· γρήγορα όμως συναισθανόταν το σφάλμα του να χάσει τον αυτοέλεγχό του και συνήθιζε να ζητά με χειραψία συγγνώμη. Περιδιάβαζε με το αθόρυβο, κάπως ανώμαλο βάδισμά του (από κάποιο δυστύχημα αυτοκινητικό) στους διαδρόμους ντυμένος πάντα πολύ σκούρα, με μια μόνιμη μαύρη πλεχτή γραβάτα. Έδινε την εντύπωση ενός ανθρώπου ερμητικού, ενός κληρικού του πνεύματος. Η φύση τον είχε προικίσει με επιβλητικό παράστημα· ο ίδιος με την εργατικότητά του πρόσθεσε στον εαυτό του δύναμη. Με το ήθος και το πνεύμα του ενσάρκωνε τον άρχοντα…

____________________

  • Πρώτη δημοσίευση: Σημείον του Αιμ. Χουρμούζιου. “Τετράδια Ευθύνης” 20, 1983.


Μοιράσου το!
ΔΡΩΜΕΝΑ ΜΕΛΕΤΕΣ-ΑΡΘΡΑ

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

ΙΣΩΣ ΣΑΣ ΕΝΔΙΑΦΕΡΕΙ