Φιλοκτήτης – Αίας | Ο επικός και τραγικός λόγος του Σοφοκλή

Φιλοκτήτης – Αίας | Ο επικός και τραγικός λόγος του Σοφοκλή

Μοιράσου το!

  • ΜΕΝΕΛΑΟΣ ΧΡΙΣΤΟΠΟΥΛΟΣ*

Από τα εφτά σωζόμενα δράματα του Σοφοκλή, τα τρία (Αντιγόνη, Οιδίπους Τύραννος, Οιδίπους επί Κολωνώ) αποτυπώνουν όψεις του θηβαϊκού μυθικού κύκλου των οποίων τα επικά πρότυπα δεν μπορούν σήμερα να αποτιμηθούν, αφού τα αντίστοιχα έργα του επικού κύκλου ελάχιστα ή μηδαμινά κειμενικά ίχνη έχουν αφήσει, ενώ ένα τέταρτο έργο, οι Τραχίνιες, αντλεί το περιεχόμενό του από την πλούσια μυθική παράδοση τη σχετική με τον Ηρακλή, εν μέρει θηβαϊκής και αυτή αφετηρίας, εμπλουτισμένη όμως με τα ποικίλα μυθογραφικά στοιχεία που ο πανελλήνιος χαρακτήρας της λατρείας του Ηρακλή είχε γενικότερα συσσωρεύσει. Τα υπόλοιπα τρία δράματα (Ηλέκτρα, Αίαντας, Φιλοκτήτης) αντλούν τη δράση τους από τον τρωικό μυθικό κύκλο, η Ηλέκτρα όμως αναφέρεται στις τύχες των επιγόνων της τρωικής εκστρατείας και μόνον ο Φιλοκτήτης και ο Αίαντας προσφέρουν απτά τραγικά έκτυπα των ομώνυμων ηρώων του επικού κύκλου αναγνωρίσιμα, ως προς τις γραμματειακές καταβολές τους στις σωζόμενες επικές αφηγήσεις της Ιλιάδας και της Οδύσσειας και στις αποσπασματικές ή εικαζόμενες αφηγήσεις των υπολοίπων ποιημάτων που συναποτελούσαν τον επικό κύκλο (Κύκλια Έπη).

Ο Φιλοκτήτης είναι από τα πρόσωπα του έπους που αξιοποιήθηκαν δραματικά και από τους τρεις τραγικούς. Πρόκειται για το μυθικό τοξότη, το γιο του Ποίαντα, που δέχθηκε το τόξο του από τον ίδιο τον Ηρακλή και ακολούθησε τους Έλληνες στην Τροία χωρίς όμως να φθάσει, γιατί εγκαταλείφθηκε από τους συντρόφους του στη Λήμνο όταν κάποιο φίδι τον δάγκωσε στο πόδι προκαλώντας του μια αθεράπευτη, δύσοσμη και οδυνηρή πληγή· ο Οδυσσέας, συνοδευόμενος από το Νεοπτόλεμο κατά τον Σοφοκλή (και ίσως και τον Αισχύλο, αν και παραμένει πιθανό ο Οδυσσέας εκεί να δρούσε μόνος) ή από τον Διομήδη κατά τον Ευριπίδη, επέστρεψε δέκα χρόνια αργότερα στη Λήμνο για να φέρει τον Φιλοκτήτη στην Τροία υπακούοντας σε έναν χρησμό του Έλενου, σύμφωνα με τον οποίο η Τροία θα έπεφτε μόνον από τα όπλα του Ηρακλή που ο Φιλοκτήτης είχε και χειριζόταν. Ο Σοφοκλής είναι ο τρίτος χρονολογικά (409 π.Χ.) που πραγματεύθηκε το θέμα μετά τον Αισχύλο (άγνωστη χρονολόγηση) και τον Ευριπίδη (431 π.Χ.). Είναι επίσης εκείνος που, όσο μπορεί να ανασυνθέσει κανείς την πλοκή των άλλων δυο έργων ακολουθεί πιστότερα από τον Ευριπίδη, και πιθανότατα και από τον Αισχύλο, την επική αφήγηση του μύθου.

Η επική αυτή αφήγηση ασφαλώς παρουσιαζόταν αναλυτικά στη Μικρή Ιλιάδα του Λέσχητα, χαμένο έργο του επικού κύκλου που πραγματευόταν τη διαμάχη Αίαντα-Οδυσσέα για τα όπλα του Αχιλλέα, την αυτοκτονία του Αίαντα και την είσοδο του Δούρειου Ίππου στην Τροία. Οι πληροφορίες που παρέχει η Ιλιάδα για τον Φιλοκτήτη, αναγκαστικά συνοπτικές, αφού η δράση του Φιλοκτήτη στην Τροία τοποθετείται μετά το θάνατο του Πάρη (άρα εκτός Ιλιάδας), είναι ενσωματωμένες στον κατάλογο των πλοίων που απαριθμεί τις συνολικές δυνάμεις των Ελλήνων στην τρωική εκστρατεία (Β 716-725)· εκεί αναφέρεται η εγκατάλειψη του Φιλοκτήτη από τους Έλληνες στη Λήμνο εξαιτίας της πληγής που του προκάλεσε το δάγκωμα του φιδιού στο πόδι και, ακόμη, σε μια προληπτική μνεία που ξεπερνά την αφηγηματική εμβέλεια της Ιλιάδας, η αναπότρεπτη αναγκαιότητα που θα ανάγκαζε τους Έλληνες σύντομα να τον θυμηθούν ξανά (Β 724-725). Στο έργο του ο Σοφοκλής τονίζει την ερημιά του εγκαταλειμμένου Φιλοκτήτη, παρουσιάζοντας το νησί της Λήμνου ακατοίκητο και χρησιμοποιώντας ως χορό τους ναύτες από το πλοίο που οδήγησε τον Οδυσσέα και τον Νεοπτόλεμο στη Λήμνο.

Αντίθετα, τόσο στο έργο του Αισχύλου όσο και του Ευριπίδη, ο χορός αποτελούνταν από τους κατοίκους της Λήμνου. Αν στο επίπεδο των προσώπων και των χαρακτήρων δεν μπορούμε, στο σοφόκλειο Φιλοκτήτη, να διαπιστώσουμε άμεσες αντιστοιχίες και επιδράσεις που οδηγούν στο ομηρικό έπος και στον επικό κύκλο (ο Οδυσσέας του Φιλοκτήτη ας πούμε, σε σχέση με τον οδυσσειακό, διατηρεί μόνον την επινοητική πανουργία, όχι όμως τη φιλέταιρη φύση, χαρακτηριστικό και αντιπροσωπευτικό συμπλήρωμα της προσωπικότητας του κεντρικού ήρωα της Οδύσσειας), μπορούμε πάντως να εντοπίσουμε το είδωλο του ήθους του ομηρικού Αχιλλέα όπως αυτό διαφαίνεται και δηλώνεται στη ραψωδία Ι της Ιλιάδας (“μισώ σαν τις πύλες του Άδη αυτόν που άλλα λέει και άλλα σκέφτεται”, Ι 312) να αντικατοπτρίζεται με πιστότητα στο χαρακτήρα του σοφόκλειου Νεοπτόλεμου που δεν μπορεί τελικά, παρά τις οδηγίες και την επίδραση του Οδυσσέα, να απαρνηθεί, απέναντι στον έρημο και πονεμένο Φιλοκτήτη, την ειλικρίνεια και τη γενναιοφροσύνη που ο πατέρας του, ο Αχιλλέας, του έχει εκ φύσεως κληροδοτήσει (1218-1408).

Αμεσότερος και εντυπωσιακότερος είναι ο διάλογος που ο Σοφοκλής διατηρεί με το επικό υλικό στον Αίαντα, έργο με αβέβαιη χρονολόγηση αλλά, κατά πάσαν πιθανότητα, το πρώτο χρονολογικά σωζόμενο δράμα του Σοφοκλή. Όπως είναι γνωστό, το έργο αυτό παρουσιάζει την τρέλα που έστειλε η Αθηνά στον Αίαντα, τη σφαγή των κοπαδιών του ελληνικού στρατοπέδου από τον κεντρικό ήρωα, που νόμιζε, στην παράκρουσή του,ότι τιμωρεί τους Αχαιούς επειδή άδικα απένειμαν, αντί στον ίδιον, τα όπλα του Αχιλλέα στον Οδυσσέα, τη συντριβή και, στη συνέχεια, την αυτοκτονία του ήρωα από την οποία ούτε η ομόκλινή του Τέκμησσα ούτε η ύπαρξη του μικρού του γιου, του Ευρυσάκη, δεν αρκούν για να τον αποτρέψουν, τη διαμάχη για την ταφή του νεκρού σώματός του που οι Ατρείδες απαγορεύουν και ο αδελφός του Τεύκρος διεκδικεί και, τέλος, τη μετριοπάθεια του Οδυσσέα που, αν και κύριος αποδέκτης της οργής του Αίαντα, συναινεί και πετυχαίνει να αποδοθούν οι πρέπουσες τιμές στη σορό του νεκρού ήρωα.

Αν και η σχέση με το έπος είναι συχνά το πρώτο πράγμα που αναζητούν γενικότερα οι μελετητές του δράματος, κοινή είναι η πεποίθηση ότι στη συγκεκριμένη τραγωδία οι αναφορές στο ομηρικό κείμενο είναι πιο έντονες και πιο βαθιές· αυτό είναι εξάλλου αναμενόμενο αν θυμηθεί κανείς τη σημασία που έχει το πρόσωπο του Αίαντα στην Ιλιάδα. Ο Αίαντας φτάνει στην Τροία από τη Σαλαμίνα με δώδεκα πλοία (Β 557). Η σκηνή του είναι η τελευταία της αριστερής (δυτικής) πτέρυγας του στρατοπέδου συμμετρικά ως προς τη σκηνή του Αχιλλέα, που είναι η τελευταία της δεξιάς (ανατολικής) πτέρυγας (Λ 7-9). Θεωρείται ο γενναιότερος Έλληνας πολεμιστής μετά τον Αχιλλέα (Β 768-9), χαίρεται τον πόλεμο και παρομοιάζεται με τον Άρη (Η 208-212), είναι εντυπωσιακά μεγαλόσωμος και δυνατός (Γ 226-7) και χαρακτηρίζεται με το γνωστό λογότυπο ἕρκος Ἀχαιῶν (Γ 229 πβ. πύργος, Οδ. Λ 556). Αμύνεται με εντυπωσιακή ευψυχία στην επίθεση του Έκτορα στο ελληνικό στρατόπεδο και στα καράβια και μονομαχεί μαζί του (Η 182 κ.εξ.) στην περίφημη μονομαχία που δεν καταλήγει στην επικράτηση κανενός από τους δυο, αλλά σφραγίζεται με την ανταλλαγή δώρων, ένα θέμα που αξιοποιείται δραματικά στην τραγωδία του Σοφοκλή, αφού με το σπαθί που πήρε ως δώρο ο Αίαντας από τον Έκτορα, με αυτό θα αυτοκτονήσει. Συμμετέχει στην πρεσβεία στον Αχιλλέα (Ι 624-642) και βρίσκεται πάντα στο πλευρό του Τεύκρου (Θ 266).

Η εντυπωσιακότερη ίσως άμυνά του καταγράφεται στη μάχη που έγινε γύρω από τη σορό του Πατρόκλου (Ρ 132). Εκτός από τη σύγκριση με τον Άρη υπάρχει στην Ιλιάδα η σύγκριση του Αίαντα με λιοντάρι (Ρ 133) και η σύγκριση με πεισματωμένο γάιδαρο (Λ 558-559) και με βόδι (Ν 824)· η πεισματική του αυτή φύση είναι ίσως εκείνη που θα αξιοποιηθεί περισσότερο στο δράμα, γιατί η σωφροσύνη, η λογική και η ευσέβεια (που δεν τον χαρακτηρίζουν στην τραγωδία του Σοφοκλή) δεν του λείπουν στην επική του προσωπογράφηση (πρβ. ενδεικτικά Η 288, Ρ 645 κ.α.). Η εικόνα του Αίαντα στην Οδύσσεια διαρκεί λίγο και είναι συγκλονιστική. Ο Οδυσσέας αφηγείται σύντομα την ιστορία για την κρίση των όπλων με αγωνοθέτη τη Θέτιδα και κριτές τους Τρώες και την Αθηνά, το αποτέλεσμα της οποίας έγινε η αιτία για την οργή του Αίαντα (λ 543-547). Στη Νέκυια ο Οδυσσέας προσπαθεί να μιλήσει εξευμενιστικά στον Αίαντα αίροντας την έχθρα μεταξύ τους, αλλά ο Αίαντας δεν του απαντάει αντιτάσσοντας μια σιωπή που θαυμάστηκε συχνά στην ιστορία της φιλολογίας (λ 538-565).

Δυο άλλα έργα του επικού κύκλου, που δεν σώζονται, μνημόνευαν την ιστορία της κρίσης των όπλων και του θανάτου του Αίαντα: η Αιθιοπίς (του Αρκτίνου, περίπου 776 π.Χ.) και η Μικρά Ιλιάς (περίπου 700 π.Χ.). Από τα ελάχιστα πράγματα που γνωρίζουμε για τα δυο αυτά έπη συνάγεται ότι:

1) η Αιθιοπίς ανέφερε την ιστορία της κρίσης των όπλων και την αυτοκτονία του Αίαντα – όχι απαραίτητα την τρέλα του ούτε επομένως και την ενοχή του απέναντι στους Έλληνες. Ανέφερε πιθανότατα και την εκδοχή σύμφωνα με την οποία η επιλογή του νικητή βασίστηκε στη γνώμη των Τρώων που έκριναν ποιος από τους Έλληνες πολεμιστές ήταν πιο επικίνδυνος για τους ίδιους (την εκδοχή αυτή αναφέρει και η Οδύσσεια).

2) Η Μικρά Ιλιάς παράλλασσε την εκδοχή αυτή για τη γνώμη των εχθρών· σύμφωνα με ένα σχόλιο στους Ἱππῆς του Αριστοφάνη (στ. 1056), η Μικρά Ιλιάς ανέφερε ότι δυο Τρωαδίτισσες, που μιλούσαν στα τείχη και έγιναν αντιληπτές από Έλληνες κατασκόπους ειδικά σταλμένους, έκριναν η μια ανδρειότερο τον Αίαντα και η άλλη, εμπνευσμένη από την Αθηνά, τον Οδυσσέα με το επιχείρημα ότι και μια γυναίκα θα μπορούσε να μεταφέρει ένα πτώμα (=του Αχιλλέα), πράγμα που έκανε ο Αίας, αλλά όχι να πολεμήσει.

Με βάση αυτά τα επιχειρήματα οι Έλληνες έδωσαν τα όπλα στον Οδυσσέα και ο Αίαντας θύμωσε, τρελάθηκε, έσφαξε τα κοπάδια των Ελλήνων και αυτοκτόνησε· με απόφαση του Αγαμέμνονα το σώμα του δεν κάηκε όπως επέβαλλαν οι συνήθεις νεκρικές τιμές αλλά ενταφιάστηκε, είχε επομένως μια τύχη λιγότερο τιμητική, διαφορετική από τους υπόλοιπους ήρωες. Είναι επομένως φανερό ότι το δράμα του Σοφοκλή διαλέγεται ευθέως με την προγενέστερη επική παράδοση και οι μελετητές ομόφωνα το δέχονται. Επειδή τα κείμενα που σώθηκαν από την παράδοση αυτή είναι η Ιλιάδα και η Οδύσσεια τείνουμε καταχρηστικά να θεωρούμε τη σχέση του Αίαντα με τα δυο ομηρικά έπη αμεσότερη· για να είμαστε ακριβέστεροι, θα έπρεπε να θεωρήσουμε άμεση τη σχέση του δράματος αυτού με το σύνολο της επικής παράδοσης που πραγματεύεται τα του τρωικού κύκλου και ειδικότερα με την Αιθιοπίδα και τη Μικρή Ιλιάδα από όπου δανείζεται και το βασικό θέμα.

Ας περάσουμε όμως σε ένα θέμα που φαίνεται να διατηρεί σημαίνοντα ρόλο στην πραγμάτευση του μύθου του Αίαντα από τον Σοφοκλή. Πώς ορίζεται η ύβρις του Αίαντα και πώς η ενοχή του; Πώς δηλαδή εντάσσεται μια μυθική σύλληψη που περιγράφει μια εκτός “νόρμας” προσωπικότητα –όπως είναι ο Αίαντας– σε ένα γραμματειακό είδος με συμβατικά μέσα έκφρασης όπως είναι το δράμα; Όταν η πικρία του Αίαντα εκφράζεται ως εχθρότητα απέναντι στους Έλληνες, υπάρχει εκεί μια ενοχή, αλλά απέναντι στους Έλληνες μόνον· γι’ αυτό το θέμα της ταφής –ουσιαστικά το θέμα της δίκης του Αίαντα μετά θάνατον– είναι εκ προοιμίου δικαιολογημένο. Η ίδια η τρέλα όμως που οδηγεί στην ενοχή απέναντι στους Έλληνες είναι αποτέλεσμα και όχι αιτία.

Έτσι, η ύβρις του σοφόκλειου Αίαντα παραμένει πολύ αδύναμη· μάλλον εισάγεται από τον ποιητή ως θέμα που έχει σκοπό να εξυπηρετήσει τις ανάγκες του συγκεκριμένου έργου και να αιτιολογήσει με όρους ηθικής τη μανία του Αίαντα, εντάσσοντας σε ένα λογικό σχήμα εγκλήματος και τιμωρίας την αναντιστοιχία που υπάρχει ανάμεσα σε μια σωματική και ψυχική διάπλαση που ξεπερνάει τα συνήθη ανθρώπινα μέτρα και στην ανάγκη συνδιαλλαγής αυτών των μεγεθών με τις κοινωνικές προτεραιότητες που δεν τα προβλέπουν. Οι υπέρμετρες αρετές του Αίαντα είναι επιθυμητές και αποτελεσματικές σε συνθήκες πολέμου και μέσα στον αδιάλλακτο πολεμικό κώδικα τιμής, αλλά ανεπιθύμητες και αναποτελεσματικές σε συνθήκες ειρήνης και μέσα στο διαλλακτικό κοινωνικό κώδικα τιμής. Ως προς το θέμα της διαλλακτικότητας, η Οδύσσεια μας προσφέρει, νομίζω, ένα μέτρο σύγκρισης ή, τουλάχιστον, προσέγγισης της συγκεκριμένης τραγωδίας και το μέτρο αυτό είναι η προσωπογράφηση του ίδιου του Οδυσσέα.

Ο σοφόκλειος Οδυσσέας στον Αίαντα εμφανίζεται με μια “οδυσσειακή” μετριοπάθεια που ενισχύει ακόμη περισσότερο την άγρια εκδικητικότητα του Αίαντα. Η μετριοπάθεια αυτή του Οδυσσέα απέναντι στον Αίαντα –που θα φανεί κυρίως στο δεύτερο μέρος του έργου, όταν ο Οδυσσέας θα ταχθεί υπέρ της ταφής του Αίαντα– καθορίζεται αποφασιστικά από τη συνάντηση του Οδυσσέα με τον Αίαντα στη Νέκυια της Οδύσσειας. Δεν ξέρουμε με ποιο έπος διαλέγεται ο ποιητής της Οδύσσειας και ποια εικόνα του Οδυσσέα, παραδοσιακή ή νεοτερική, θέλει να δώσει όταν τον βάζει να εξευμενίζει τον Αίαντα στη Νέκυια· είναι πάντως πολύ δύσκολο μετά τη σκηνή αυτή της Οδύσσειας να θεωρήσει ένας τραγικός ποιητής ότι το μίσος του Οδυσσέα για τον Αίαντα συνεχίζεται. Έχουμε έτσι μια ειρωνική υπόμνηση αυτής της οδυσσειακής σκηνής που μπορεί, νομίζω, να ανιχνευθεί στην τελευταία φράση που κλείνει τον τελικό μονόλογο του Αίαντα (τὰ δ᾽ ἄλλ᾽ ἐν Ἅιδου τοῖς κάτω μυθήσομαι, 865)· δεν ξέρουμε τι είπε ο Αίαντας στον Άδη, πάντως στον Οδυσσέα δεν είπε τίποτα.

Σε σχέση πάντα με την προσωπογράφηση του Αίαντα θα πρέπει να προστεθούν ακόμη δυο ιλιαδικά θέματα που ανιχνεύονται στην εικόνα που μας δίνει η τραγωδία του Σοφοκλή.

Το ένα είναι η σκηνή με την Τέκμησσα και τον Ευρυσάκη· όπως σωστά και συχνά έχει υποδειχθεί, η σκηνή αυτή είναι κατά κάποιον τρόπο μια “ρέπλικα”, ένα απαύγασμα της γνωστής ιλιαδικής συνάντησης του Έκτορα με την Ανδρομάχη και τον Αστυάνακτα. Το θέμα του πολεμιστή που αγκαλιάζει το γιο του, το θέμα του φόβου του παιδιού, τα επιχειρήματα της Τέκμησσας σε σχέση με την τύχη που την περιμένει σε περίπτωση θανάτου του Αίαντα και άλλοι υπαινιγμοί του κειμένου που έχουν αναλυτικά υποδειχθεί στις περισσότερες σχολιασμένες εκδόσεις (Jebb, Kamerbeek, Stanford) δηλώνουν ότι πρόκειται για χρήχη και μάλιστα σκόπιμη της σκηνής του Ζ 392-496.

Το άλλο μείζον ιλιαδικό θέμα προκύπτει από ένα άλλο πρόσωπο που ανακαλύπτει κανείς ότι είναι πάντοτε ζωγραφισμένο κάτω από το πρόσωπο του Αίαντα: το πρόσωπο του Αχιλλέα. Η αναφορά αυτή ξεκινάει ίσως ήδη από την Ιλιάδα, αλλά όταν φτάνουμε πια στον Σοφοκλή οι συσχετισμοί έχουν ήδη πληθύνει. Ο Αίαντας είναι ο πιο γενναίος “μετά τον Αχιλλέα”, ο πιο φοβερός “μετά τον Αχιλλέα” (ας υπενθυμίσουμε ότι είναι και πρώτος εξάδελφος του Αχιλλέα)· ακόμη εμφανίζεται και αυτός να είναι θυμωμένος με τους Αχαιούς και ιδίως με τους Ατρείδες όπως ο Αχιλλέας, να εμπιστεύεται έναν κοντινό του άνθρωπο, σχεδόν αδελφό του, όπως ο Αχιλλέας (Τεύκρος-Πάτροκλος), να έχει αποκτήσει ένα γιο μακριά από το σπίτι του (Ευρυσάκης-Νεοπτόλεμος), να ζει με μια γυναίκα (όχι Ελληνίδα) που βρέθηκε στο πλευρό του ως λάφυρο του πολέμου (Τέκμησσα-Βρισηίς) και να οδηγείται (σχεδόν να επιλέγει) στο θάνατο σε μια πολεμική εκστρατεία, μακριά από την πατρίδα του σε νεαρή ηλικία ύστερα από μια ένδοξη αλλά σύντομη ζωή. Ο ίδιος ο Αίαντας αναφέρει (441-444) ότι αν ζούσε ο Αχιλλέας δεν θα υπήρχε περίπτωση τα όπλα του να δοθούν αλλού παρά στον Αίαντα· ο Αίαντας όμως ήδη στο σημείο εκείνο αναφέρεται στη ζωή του διεκδικώντας τα κριτήρια και το ήθος των νεκρών.

Απαύγασμα μιας περίφημης ιλιαδικής σκηνής φαίνεται, τέλος, να είναι και οι τελευταίοι στίχοι του επιθανάτιου μονόλογου του σοφόκλειου Αίαντα (856-864), όταν πριν πέσει επάνω στο σπαθί απευθύνεται , σαν σε προσευχή, στον Ήλιο και στο φως. Δεν μπορεί παρά να αναχθεί κανείς στην περίφημη ιλιαδική προσευχή του Αίαντα προς τον Δία στο Ρ 645-647 τη στιγμή που η ομίχλη του Δία σκοτεινιάζει τον ουρανό πριν από την αναμέτρηση με τον Έκτορα και τους Τρώες: “Πατέρα Δία, σώσε από το σκοτάδι τους γιους των Αχαιών, δώσε καθαρό ουρανό κι άσε να βλέπουν τα μάτια μας· κι αφού έτσι αποφάσισες, σκότωσέ μας τουλάχιστον μέσα στο φως” (…ἐν δὲ φάει καὶ ὄλεσσον).

Τρεις αιώνες μετά τον Όμηρο, η ιλιαδική προσευχή του Αίαντα στην Τροία εισακούστηκε, ειρωνικά και τραγικά ετεροχρονισμένη, μέσα στο θέατρο του Διονύσου στην Αθήνα· ολομόναχος, χωρίς ούτε καν το χορό να του συμπαραστέκεται, επικαλούμενος και πάλι το φως, ο σοφόκλειος Αίαντας αυτοκτόνησε μιλώντας στον Ήλιο.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

  • P.E. Easterling, “Philoctetes and Modern Criticism”, BICS 3 (1978), σελ. 27-39.
  • A. Garvie, “L’hybris, particulièrement chez Ajax” στο Albert Machin et Lucien Pernée (Éd.), Sophocle, le texte, les personnages, Aix-en-Provence 1993, σελ. 243-253.
  • J.S.. Kamerbeek, The Plays of Sophocles, The Ajax, Λέιντεν 1953, του ιδίου, The Plays of Sophocles, Philoctetes, Λέιντεν, 1949.
  • A. Lesky, Die tragische Dichtung der Hellenen, Γκέτινγκεν 1972 (ελλην. μετάφρ. 2001)
  • J.R. March, “Sophcles’ Ajax: the Death and Burial of a Hero”, BICS 38 (1991-1993), σελ. 1-36.
  • Ch. P. Segal, “Divino e umano nel Filottete di Sofocle”, QUCC (1976), σελ. 67.
  • P. Vidal-Naquet, “Le Philoctete de Sophocle” στο J.-P. Vernant – P. Vidal-Naquet, Mythe et tragédie en Grèce ancienne, Παρίσι 1973.
  • T.B.L. Webster, Sophocles’ Philoctetes, Κέμπριτζ 1970.
  • G. Zanker, “Sophocles’ Ajax and the Heroic Valurs of the Iliad”, CQ 42 (1992), σελ. 20-25.
  • Μ. Χριστόπουλος, Μυθικά θέματα με δραματικό προσωπείο, Αθήνα 2000, σελ.27-47.

*Ο Μενέλαος Χριστόπουλος είναι Καθηγητής Αρχαίας Ελληνικής Φιλολογίας στο Τµήµα Φιλολογίας του Πανεπιστηµίου Πατρών. Είναι απόφοιτος Κλασικής Φιλολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστηµίου Θεσσαλονίκης και διδάκτορας του Πανεπιστηµίου της Σορβόννης. Έχει εργαστεί ως ερευνητής στα Κέντρα Ερεύνης της Ακαδηµίας Αθηνών, ως Επίκουρος Καθηγητής στο Πανεπιστήµιο Κύπρου και ως Αναπληρωτής Καθηγητής στο Πανεπιστήµιο Πατρών. Τα δηµοσιεύµατά του αφορούν το οµηρικό έπος, το αρχαίο δράµα, την αρχαία ελληνική µυθολογία και θρησκεία, τη δεύτερη σοφιστική και τη θάλασσα στον αρχαίο κόσµο. Είναι ∆ιευθυντής του Εργαστηρίου Μελέτης Μύθου και Θρησκείας (http://mythreligion.philology.upatras.gr) και Πρόεδρος του Κέντρου Οδυσσειακών Σπουδών (http://cods.upatras.gr).

_____________________________

  • Κεντρική φωτογραφία: Νίκος Κούρκουλος (Φιλοκτήτης). Φιλοκτήτης (1991). Εθνικό Θέατρο: Κεντρική Σκηνή, 23/08/1991 – 24/08/1991, Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου
  • Πρώτη δημοσίευση: ΙΣΤΟΡΙΚΑ / Ελευθεροτυπία, 30 Σεπτεμβρίου 200

Μοιράσου το!
ΔΡΩΜΕΝΑ ΜΕΛΕΤΕΣ-ΑΡΘΡΑ

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

ΙΣΩΣ ΣΑΣ ΕΝΔΙΑΦΕΡΕΙ