Αν ο Νίκος Χαραλάμπους σκηνοθετούσε τον τηλεφωνικό κατάλογο
- Η αψηφισιά του. Αυτό ήταν που μου έκανε πάντα εντύπωση στην περίπτωση του Νίκου Χαραλάμπους. Ήταν βέβαια και η προσιτότητα, η μεταδοτικότητα, η παιδικότητα, η γενναιοδωρία του. Αλλά πάνω απ’ όλα η αψηφισιά του.
Γιώργος Σαββινίδης
Με τον τρόπο που πορευόταν πάντα στην τέχνη και τη ζωή –δύσκολα μπορούσε να διαχωρίσει αυτά τα δυο- έμοιαζε με έναν παράτολμο εξερευνητή ή με τον διαβάτη του ποιητή Αντόνιο Ματσάδο, που φτιάχνει τον δρόμο καθώς βαδίζει και ποτέ δεν τον ξαναπατάει.
Η πρώτη συνέντευξη που του πήρα ήταν πριν από 20 χρόνια, όντας νεόκοπος δημοσιογράφος, λίγες εβδομάδες πριν από την πρεμιέρα της πολύκροτης ανασυντιθέμενης «Αχιλληίδας» του Ηλία Μαλανδρή. Είχε ήδη σηκώσει κουρνιαχτό στην Ελλάδα, με την «πριονοκορδέλα» να έχει βγει προκαταβολικά ενόψει της «βέβηλης» καθόδου του ΘΟΚ στην αιδέσιμη επιδαύρια σκηνή.
Κι όμως, ο άνθρωπος που έσπασε το «άβατο» του Αργολικού Θεάτρου, ανοίγοντας νέους δρόμους στην πρόσληψη του αρχαίου δράματος, δεν δίστασε να βάλει τη σκηνοθετική του υπογραφή σε μια παραγωγή που ήρθε αντιμέτωπη με χαρακτηρισμούς όπως «ύβρις», «παραχάραξη», «αυθαιρεσία». Δεν θα μπορούσε όμως να είναι κανένας άλλος. Η αποδόμηση και η αυτοϋπονόμευση ήταν σαν δεύτερη φύση του. Μπορούσε να αντιμετωπίσει την πιο ασήμαντη λεπτομέρεια σαν ζήτημα ζωής και θανάτου και το πιο πεμπτουσιακό διακύβευμα με απόκοτη ευθυμία.
«Ακόμη και ο τηλεφωνικός κατάλογος θα μπορούσε να είναι πηγή ερεθισμάτων και πρόκληση για τον σκηνοθέτη» μού είχε απαντήσει όταν παρασυρμένος από την αβρότητά του άρχισα να κάνω πιο προπετείς ερωτήσεις. Τα επόμενα χρόνια προσπάθησα να αποκωδικοποιήσω αυτή την ατάκα.
Προηγουμένως, είχα προλάβει να τον απολαύσω ως θεατής επί σκηνής στα τελευταία του «χιλιόμετρα» με τον θίασο του ΘΟΚ: στα «Ένοχα τραγούδια» του Βασίλη Μαζωμένου, τους «Επιτρέποντες» του Μενάνδρου και το «Σπίτι» του Μιχάλη Πιερή. Το «Σπίτι» έμελλε να είναι και η μοναδική παραγωγή του ΘΟΚ μέχρι σήμερα που έτυχε να παρακολουθήσω σε προχωρημένη πρόβα, κατόπιν πρόσκλησης του πάντα γαλαντόμου Εύη Γαβριηλίδη που τη σκηνοθετούσε. Καθώς παρακολουθούσα τον Νίκο Χαραλάμπους, υπό τις οδηγίες του Εύη Γαβριηλίδη, να συνεπιδρά με τη Στέλα Φυρογένη, τον Σταύρο Λούρα και τους υπόλοιπους ηθοποιούς που παρίσταναν τους θεατές στην πάλαι ποτέ Πειραματική Σκηνή, ούτε που ψυλλιαζόμουν την ιστορικότητα των στιγμών.
Αν ο Εύης ήταν ο πατριάρχης του σύγχρονου κυπριακού θεάτρου, ο Νίκος υπήρξε ο ιεροφάντης του. Μια μυστηριακή δύναμη ανατροπής και εικονοκλαστικής ορμής, ένας αμετανόητος πειραματιστής. Μια μυθιστορηματική περσόνα που ισορροπούσε ανάμεσα σε διαμετρικές αντιφάσεις: τόσο ανοιχτός και τόσο ξεροκέφαλος, μειλίχιος και φουριόζος, ντελικάτος και σαρωτικός, συγκρατημένος και παράφορος, σχολαστικός και αυθόρμητος. Ήταν φτιαγμένος από τη σπάνια πάστα των θεατρίνων που πάνω στο σανίδι «διαστέλλονται». Σε κάνουν να νομίζεις ότι το κέντρο της σκηνής μετατοπίζεται μαζί τους.
Είχα την ευκαιρία να τον ζήσω από κοντά για περίπου δέκα μέρες όταν, υπό τη δημοσιογραφική μου ιδιότητα, μετείχα στην ολιγομελή αποστολή από την Κύπρο που μετέβη στην άλλη άκρη της υφηλίου, στο Λος Άντζελες, στο πλαίσιο μιας ιστορικής εκδήλωσης για το αρχαίο δράμα. Από το 1880 που ιδρύθηκε, ήταν η πρώτη φορά που το Πανεπιστήμιο της Νότιας Καλιφόρνιας (USC) ανέβαζε έργο στα νέα ελληνικά ενώπιον μεγάλου ακροατηρίου.
Ήταν η σοφόκλεια Αντιγόνη που παρουσιάστηκε στο κατάμεστο Bing Theatre σε σκηνοθεσία του Νίκου Χαραλάμπους και με πρωταγωνίστρια την Έλενα Παπαδοπούλου που ήταν στην αποστολή μαζί με τον σύζυγό της, Μιχάλη. Διοργανωτής ήταν η Σχολή Θεάτρου του USC, σε μια εποχή που πρύτανης του μεγάλου αμερικανικού πανεπιστημίου ήταν ο -μετέπειτα Πρόεδρος και αναμορφωτής του- Χρυσόστομος «Μαξ» Νικίας από την Κώμη Κεπήρ.
Της παράστασης, που «συνομιλούσε» με βίντεο το οποίο είχε ετοιμαστεί στην Κύπρο, ακολούθησε συζήτηση με τους δύο Κύπριους καλλιτέχνες, τον καθηγητή Νικία, τον αείμνηστο Αμερικανό κλασικιστή Τόμας Χάμπινεκ και την κοσμήτορα της Σχολής Θεάτρου Μαντλίν Πούζο. Η εκδήλωση ήταν στο πλαίσιο της ακαδημαϊκής πρωτοβουλίας «Vision and Voices» που είχε φιλοξενήσει προσωπικότητες όπως οι Πίτερ Μπρουκ, Σπάικ Λι, Κώστας Γαβράς, Λίλι Τόμλιν, Κουίνσι Τζόουνς, Τζον Γουίλιαμς, ενώ εκείνη την ακαδημαϊκή χρονιά αναμένονταν η Ιζαμπέλ Αγιέντε, ο Ράσελ Μπανκς, ο Ατόμ Εγκογιάν και η Ζάχα Χαντίντ και τα επόμενα χρόνια ήρθαν η Πάτι Σμιθ, ο Πέδρο Αλμοδόβαρ, ο Έλτον Τζον.
Προς τι όλη αυτή η παράθεση ονομάτων; Μα για να τονίσω τη σημασία της παρουσίας Κυπρίων καλλιτεχνών στη συγκεκριμένη πρωτοβουλία. Και δη σε εξειδικευμένη εκδήλωση με θέμα την Αντιγόνη, αλλά και σε εργαστήριο με θέμα τα τρία πρόσωπα της Ηλέκτρας, μια ημέρα αργότερα, για φοιτητές της Σχολής Θεάτρου, υπό το βλέμμα του γνωστού ηθοποιού και καθηγητή υποκριτικής Άντριου Ρόμπινσον.
Ήταν πραγματικά εντυπωσιακό να χαζεύεις τη μαυλιστική φιγούρα του Νίκου Χαραλάμπους να μαγεύει και να συγκλονίζει τα φιντανάκια του αμερικανικού θεάτρου και κινηματογράφου, χωρίς καν να έχει την ευχέρεια της γλώσσας. Θυμάμαι, χαρακτηριστικά, μια νεαρή συμμετέχουσα που σε μια άσκηση δάκρυσε από την υπερένταση και τη συγκίνηση.
Για να επιστρέψουμε στην Κύπρο, ακολούθησε το 2010 η τελευταία του σκηνοθετική εργασία στον ΘΟΚ με τον «Οθέλλο», ενώ η τελευταία του εμφάνιση ως ηθοποιός στον οργανισμό δεν θα μπορούσε να είναι σε άλλον ρόλο από αυτόν του Δον Κιχώτε του Θερβάντες σε σκηνοθεσία Σταύρου Τσακίρη, το 2012. Τον καιρό εκείνο είχε αφοσιωθεί στις δουλειές με το αγαπησιάρικο Θέατρο Αμφίκτιο.
Πρέπει να ευγνωμονούμε τον Πάρι Ερωτοκρίτου που μας έκανε να ανατριχιάσουμε το 2023 φέρνοντάς τον μέσω βίντεο να απαγγέλει Μπέκετ, αρμολογώντας σπαράγματα μνήμης και συνομιλώντας με τους νεότερους εαυτούς του. Ήταν μια ευχάριστη έκπληξη, ενώ μάθαμε ότι στα γυρίσματα ήταν παρούσα και η Τζένη Γαϊτανοπούλου που τον χειροκροτούσε και τον ενθάρρυνε.
Η τελευταία μας επικοινωνία ήταν πριν από 2,5 χρόνια μέσω τηλεφώνου. Έκανα ένα θέμα για τα 50χρονα του ΘΟΚ και με την αρωγή της αείμνηστης Μαρίας Μίχα τού ζήτησα να πει δυο λόγια για τον ρόλο του Ζέπου Πεμπονάρη στον «Ποπολάρο» του Ξενόπουλου, με τον οποίο πρωτοεμφανίστηκε στον νεοσύστατο οργανισμό στις 20 Νοεμβρίου 1971: «Ήταν μια καλλιτεχνική εποχή, όπου κυριαρχούσε η διανόηση, η σκέψη, η ιδεολογία κι όχι οι περιττές φιοριτούρες και μιμήσεις. […] Ήταν μια αξιοπρεπής έναρξη, από ανθρώπους που αγαπούσαν την τέχνη και είχαν το υπόβαθρο, το ένστικτο, την εσωτερική εφόρμηση και την πρακτική προς αυτή την κατεύθυνση. Υπήρχε μόνο το θέατρο, αυτό υπηρετούσαμε».
Το έργο του θα μείνει. Καλή παρηγοριά στους οικείους του.
Ελεύθερα, 31.3.2024
Latest posts by dromena (see all)
- Θέατρο του λαού: Ο Καραγκιόζης, η ιστορία του, η σημασία του - 27 Απριλίου, 2024
- Ο Σαίξπηρ στο πολεμικό Λονδίνο - 11 Απριλίου, 2024
- Η “Δωδέκατη νύχτα” του Σαίξπηρ - 2 Απριλίου, 2024
- Αν ο Νίκος Χαραλάμπους σκηνοθετούσε τον τηλεφωνικό κατάλογο - 31 Μαρτίου, 2024
- Ο σκηνοθέτης Νίκος Χαραλάμπους - 31 Μαρτίου, 2024