ΣΕΛΙΔΕΣ ΑΠΟ ΤΟ ΑΡΧΕΙΟ ΜΑΣ : Η Αυλή των Θαυμάτων (1)

ΣΕΛΙΔΕΣ ΑΠΟ ΤΟ ΑΡΧΕΙΟ ΜΑΣ : Η Αυλή των Θαυμάτων (1)

Μοιράσου το!

Με την “Αυλή των θαυμάτων” ο Κουν στρέφεται πάλι προς τα ελληνικά έργα

 

Α. ΣΤΑΓΚΟΣ, Ο ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ, Σάββατον 14 Δεκεμβρίου 1957

Καθισμένοι δίπλα στον Ιάκωβο Καμπανέλλη, παρακολουθούμε μια πρόβα του καινούργιου έργου που πρόκειται να ανεβάσει την ερχόμενη εβδομάδα το “Θέατρο Τέχνης” του Κάρολου Κουν. Στη σκηνή, ο κ. Κουν “ψάχνει” με τους ηθοποιούς του να βρει την ερμηνεία του έργου. Αυτή είναι η σωστή έκφραση: ψάχνει. Δεν πιέζει τους ηθοποιούς του με προκαθορισμένες αντιλήψεις έκφρασης ή κίνησης. Αναζητά, μαζί τους, την “λύση” του κάθε μικρού προβλήματος που τού δημιουργεί το κείμενο. Επαναλαμβάνουν πέντε, δέκα, είκοσι φορές την ίδια μικρή φράση, την ίδια “ασήμαντη” κίνηση, κάθε φορά διαφορετικά, ώσπου να φτάσουν σε κείνο που αναζητούν.

Παρακολουθούμε τον κ. Κουν και τους ηθοποιούς –τον Χατζημάρκο και την Σώκου, την Πανταζοπούλου και τον Λαζάνη, τον Μπάκα και την Αγγελίδου, την Ζαβιτσιάνου, την Κωνσταντάρου, τον Χρηστίδη, τον Μπιρμπίλη και τους άλλους– στην εξαντλητική προσπάθειά τους. Περιμένουμε το διάλειμμα, για να κουβεντιάσουμε λίγο με τον κ. Κουν. Το ελληνικό θέατρο πρόζας δεν μάς έχει συνηθίσει, τα τελευταία χρόνια, σε σοβαρά ελληνικά έργα. Και το έργο που παρακολουθούμε, ανήκει σ’ αυτήν ακριβώς την κατηγορία των σοβαρών ελληνικών έργων: είναι “Η Αυλή των Θαυμάτων”, του Ιάκωβου Καμπανέλλη.

Η “Αυλή” είναι μια από κείνες τις συνηθισμένες “πολυκατοικίες” που αφθονούν στις λαϊκές συνοικίες της παλιάς Αθήνας: μια αυλή και γύρω-γύρω δωμάτια. Κι όσα δωμάτια, τόσα μικρά και μεγάλα, καθημερινά δράματα: ένας φουκαράς που λαχταρά να ξενιτευτεί, ένας υδραυλικός, ένα γέρικο ζευγάρι μικρασιάτες πρόσφυγες, μια κυρούλα του λαού που η μοναχοκόρη της έφυγε για την Αγγλετέρα και την άφησε έρημη, ένας κατεστραμμένος μικρομαγαζάτορας με την όμορφη ελληνορωσσίδα γυναίκα του, η κυρά ενός θερμαστή, η ομορφούλα της γειτονιάς, ο κυρ αστυφύλακας της γειτονιάς.

Όλοι τους ζουν μέσα στην ίδια ατμόσφαιρα της φτώχειας, του άγχους που φέρνει η αβεβαιότητα. Όλοι τους έχουν όνειρα που συντρίβονται κάθε μέρα πάνω στην μίζερη πραγματικότητα, όλοι τους παραμορφώνονται συνεχώς περισσότερο από την ανελέητη πίεση του καθημερινού άγχους, για όλους το σκηνικό είναι το ίδιο – ένα σκοτεινό και αποτελματωμένο παρόν, ορίζοντας κλειστός, η αγωνία της αναζήτησης μιας “θεσούλας” κάτω από τον ήλιο, μιας οποιασδήποτε θεσούλας που θα τους επέτρεπε να ανασάνουν, να νιώσουν ένα, οσοδήποτε φτωχικό, αίσθημα ασφάλειας.

– “Η Αυλη των Θαυμάτων”, μας ψιθυρίζει ο Ιάκωβος Καμπανέλλης, καθώς παρακολουθούμε την διδασκαλία του κ. Κουν, αποτελεί, μαζί με την “Έβδομη μέρα της Δημιουργίας”, που ανεβάστηκε πέρυσι από την Δεύτερη Σκηνή του Βασιλικού Θεάτρου, και με τη “Νύχτα χωρίς όνειρα”, ένα τρίτο έργο μου που θα ανεβαστεί από τον θίασο Χορνη-Λαμπέτη, μια προσπάθεια να δώσω το τοπίο μέσα στο οποίο ζει ο σύγχρονος Έλληνας, την ατμόσφαιρά του και τις απηχήσεις που έχει πάνω του η σύγχρονη ζωή. Αποτελεί μια προσπάθεια να εξηγήσω τούτο το περίεργο φαινόμενο: πώς, ενώ είναι βουλιαγμένος μέσα στη μιζέρια, στην αβεβαιότητα και στο άγχος, ο σημερινός άνθρωπος του λαού καταφέρνει να βρίσκει πάντα την αισιοδοξία του, να ξαναγεννιέται καθημερινά, να αποκαλύπτει, αιφνίδια, μπρος μας, έναν κρυμμένο, έναν “καλύτερον” εαυτό του, να πιστεύει, έστω θολά, σε “κάτι άλλο”. Να εξηγήσω αυτή την “ανεξήγητη” λαϊκή βεβαίωση: Δεν βαριέσαι, όλα θα σιάξουνε, δεν μπορεί, θα σιάξουνε, θα δεις”.

Το κείμενο του κ. Καμπανέλλη δημιουργεί συνεχώς προβλήματα. Γιατί είναι γεμάτο μικρές, ανεξάρτητες συγκρούσεις, που τείνουν όλες, αδιόρατα, προς μια συνισταμένη. Γεμάτο εναλλαγές, αιφνιδιασμούς, ανεβοκατεβάσματα, που συντελούν όλα προς την δημιουργία εκείνης της ανεξήγητης, αναπάντεχης αισιοδοξίας. Η πολυκατοικία αυτή θα γκρεμιστεί για να στηθεί στον τόπο της ένα μεγαθήριο, οι άνθρωποί μας, πνιγμένοι ο καθένας μέσα στο άγχος και τις πίκρες του, θα πρέπει να αναζητήσουν καινούργιο “τσαρδί”. Κι αυτό το ξερίζωμα, δεν θα είναι το τέλος ενός πικρού δρόμου, αλλά η αρχή ενός καινούργιου, πιο ελπιδοφόρου ανήφορου, που θα τον εκφράσει περίφημα ένας από τους καραβοτσακισμένους ήρωες του έργου, λέγοντας και ξαναλέγοντας: “Δε βαριέσαι, όλα θα σιάξουνε, θα δεις. Εδώ άλλοι πάνε στο φεγγάρι και μεις…”.

Θυμόμαστε ότι ο κ. Κουν είχε ανεβάσει κάποτε, πριν χρόνια, ελληνικά έργα: του Αλέξη Σολομού, του Γιώργου Σεβαστίκογλου. Ύστερα παύση – και τώρα η “Αυλή των Θαυμάτων”. Μετά; Τον πλησιάζουμε μόλις αρχίζει το διάλειμμα.

– Θα ήθελα πολύ, πάντα το ήθελα, μας βεβαιώνει, να ανεβάσω ελληνικά έργα, να γνωρίσω στο κοινό τους νέους έλληνες θεατρικούς συγγραφείς. Αλλά, φυσικά, όλα εξαρτώνται από τους ίδιους τους συγγραφείς κι από τα έργα τους που μου φέρνουν. Όσα απ’ αυτά κλείνουν μέσα τους μιαν υπόσχεση – δεν ζητώ να είναι τέλεια – όσα μαρτυρούν ένα ταλέντο και προσπάθεια και γνώση μαζί, το “Θέατρο Τέχνης” είναι αποφασισμένο να τους δώσει την ευκαιρία να μη μείνουν απλά κείμενα. Λογαριάζω, φέτος, να ανεβάσω μερικά μονόπρακτα, ελληνικά μονόπρακτα, νέων συγγραφέων.

Στην αρχή, σκέψις του κ. Κουν ήταν να εμφανίσει τα μονόπρακτα αυτά στα γνωστά “θεατρικά διαλείμματα”. Τώρα, έχει αρχίσει να προσανατολίζεται σε κάτι πιο αποφασιστικό: να περιλάβει μερικά απ’ αυτά που έχει στα χέρια του, στο τακτικό πρόγραμμα του θιάσου. Μέχρις ώρας, έχει αρκετά τέτοια μονόπρακτα –του Ν. Βαλαωρίτη, του Γκούφα, του Μαυρομμάτη, του Παπακυριάκη και άλλων– που εμφανίζουν αρκετήν αρτιότητα, που κλείνουν πολλές υποσχέσεις. Τελικές αποφάσεις δεν έχει πάρει ακόμη. Δεν είναι ακόμη βέβαιο αν μερικά απ’ αυτά –και ποια– θα ανεβαστούν στα “διαλείμματα” ή σε τακτικό πρόγραμμα. Βέβαιο, όμως, είναι ότι, είτε με τον έναν, είτε με τον άλλο τρόπο, το “Θέατρο Τέχνης” θα μας δώσει φέτος την ευκαιρία να γνωρίσουμε, έστω και λίγα, μονόπρακτα, νέα ελληνικά έργα, νέων ανθρώπων που αγωνίζονται να δημιουργηθεί και πάλι στον τόπο μας η σοβαρή θεατρική παράδοση που είχε διακοπεί μετά τον Ξενόπουλο.


Μοιράσου το!
ΑΡΧΕΙΟ

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

ΙΣΩΣ ΣΑΣ ΕΝΔΙΑΦΕΡΕΙ

Exit mobile version