Γιώργος Μπαλούρδος: Λουίτζι Πιραντέλο | Μια απόπειρα καταγραφής της πρόσληψής του στον ελληνικό χώρο
- Γιώργος Μπαλούρδος
Μέρος Α΄
Η συγγραφική δημιουργία και θεατρική παραγωγή του σημαντικού και καινοτόμου Ιταλού δραματουργού πάντοτε με απασχολούσε. Όσες φορές ανέβαζαν έργα του σε ελληνικές σκηνές και είχα την χρονική ή οικονομική δυνατότητα παρακολουθούσα τις παραστάσεις του με μεγάλο ενδιαφέρον και αναζητούσα τα διάφορα κείμενα που κατά καιρούς είχαν γραφτεί για αυτόν, καθώς, και μεταφράσεις των διηγημάτων του και των θεατρικών του έργων.
Με ενδιέφερε να ανακαλύψω τι καινούργιο κόμισε στην θεατρική τέχνη, εκτός, από το Θέατρο του Γκροτέσκου, σε σχέση με άλλους «αρχιτέκτονες του σύγχρονου θεάτρου», παραδείγματος χάρη τον Αντονέν Αρτώ (Θέατρο της Σκληρότητας), τον Ευγένιο Ιονέσκο (Θέατρο του Παραλόγου), τον Μπέρτολτ Μπρεχτ (Επικό, Πολιτικό Θέατρο), τον Σάμουελ Μπέκετ (Αφασικό Θέατρο της Ακοινωνησίας), τον Εντουάρντο ντε Φίλιππο (Θέατρο του Μεσογειακού Ρεαλισμού), τον Ζαν Ζενέ ( Θέατρο της Παρενδυσίας της Ταυτότητας), τον Ερρίκο Ίψεν (Θέατρο των διηγηματικών ψυχολογικών συγκρούσεων), τον Τένεσυ Ουίλλιαμς
( Θέατρο των αποτυχημένων και προβληματικών-αρρωστημένων σχέσεων) και άλλους θεατροδότες της πανάρχαιας τέχνης της σκηνικής ιεροτελεστίας.
Δεν ξέρω, μέχρι ποιού σημείου είναι υπερβολικό αν γράψω, ότι τα περισσότερα πράγματα στον κοινωνικό, πολιτικό, θρησκευτικό μας βίο είναι μικρές ιεροτελεστίες θεατρικής παράστασης που αρχιτεκτονούνται από εμάς για εμάς με θεατές τους άλλους, καθώς ερχόμαστε σε συναναστροφή μαζί τους, σε κοινωνία σχέσεων.
Η Τέχνη του Θεάτρου είναι τόσο πανάρχαια όσο και το ιστορικό μόρφωμα που ονομάζουμε Πολιτισμός και αποδεχόμαστε τις διαχρονικά ευμετάβλητες αξίες του. Συμπορεύεται μαζί με το ανθρώπινο είδος στην ιχνομυθική του προσπάθεια ανακάλυψης της ταυτότητάς του, Σωματικής και Πνευματικής, και μάλιστα, πολύ πριν ο Θεός Λόγος (σύμφωνα με την παράδοση των μεγάλων και πολυπληθών Μεσογειακών μονοθεϊστικών δοξασιών) γίνει ο κυρίαρχος δεσμευτικός καθοδηγητής της επικοινωνίας των ανθρώπων και των διαπροσωπικών τους σχέσεων. Πολύ πριν η γλώσσα παγιδεύσει τα συναισθήματά τους και οριοθετήσει τις ζωικές τους ανάγκες και καλουπαριστεί το ανθρώπινο είδος από τα ερμηνευτικά της ψιμύθια.
Ο ανθρώπινος Πολιτισμός είναι μια εξωστρεφής διεργασία επικοινωνίας και ανίχνευσης του Ζώου Θεατρούμενου με αυτό που αποκαλούμε περιβάλλον(φυσικό ή κοινωνικό). Η αναγνώριση του Κόσμου από το ανθρώπινο ζώο πραγματοποιείται με σταθερές και εξακολουθητικές θεατρικές διαδικασίες ρόλων και σκηνοθετικών προκλήσεων, από χιλιάδες κρυφούς ή φανερούς τελετουργικούς μηχανισμούς αποδοχής ή απόρριψης του άλλου, σε ένα φυσικό προκαθορισμένο πλαίσιο.
Ο άνθρωπος πρώτα σχεδιάζει τους διάφορους ρόλους που αποφασίζει κατά περίσταση να ενδυθεί και κατόπιν οργανώνει το χώρο γύρω του, αλλά και το αντίστροφο, ο χώρος σηματοδοτεί τα πεπερασμένα του όρια και το ατελέσφορο των προσπαθειών του, κατεδαφίζει παλαιές πρακτικές, ανασχηματίζει αξίες της παράδοσής του, μετασχηματίζει έθιμα και πατροπαράδοτες κοινωνικές παραδόσεις, τροποποιεί κοινωνικές αξίες του, αλλάζει τα ήθη του, πραγματεύεται εξιδανικευτικές αντιπαραθέσεις, εμπλουτίζει τον βίο του με ακατανόητες εμπειρίες, οικοδομεί της Τέχνης μεγαλουργήματα, διαπαιδαγωγεί τους οικείους του, νομοθετεί ή θρησκεύεται, πολιτεύεται ή μονάζει, ερωτεύεται ή εχθρεύεται, συμπορεύεται ή αντιδρά, πάντα ενστερνιζόμενος έναν ρόλο ή απορρίπτοντας έναν άλλον, συνηθίζει και αρέσκεται να εκπροσωπείται απέναντι στον εξωτερικό κοινωνικό γύρω του χώρο από τον κατά περίσταση ρόλο,-σύμφωνα με την φυσική του τύχη και ιστορική του αναγκαιότητα-που εκείνος έχει ανάλογα με τις μορφωτικές του προδιαγραφές και ωριμότητα σκηνοθετήσει και ακολουθεί.
Η μελέτη της ανθρώπινης ιστορικής διαδρομής στην διαχρονική της προοπτική πάνω στον ασφυκτικά μικρό και πλούσιο σε φυσικές-κοσμικές αντιφάσεις πλανήτη μας, αυτό το παράξενο και ανεξερεύνητο διαστημόπλοιο με την μεγάλη προϊστορία που είναι η γη μας ο κοινός μας πλανήτης, επιτυγχάνεται συνήθως μόνο όταν διακρίνουμε τις διάφορες μυθολογούσες Μάσκες που στην διάρκεια της Ιστορίας του το Πολιτικό, Θεούμενο ή Θεατρούμενο Ζώο δοκιμάζει και φορά, καθώς αναπτύσσει τις ανιχνευτικές των ενστίκτων του ικανότητες και αρχιτεκτονεί την μεγαλοφυΐα του είδους του.
Η σημαντική της Μάσκας είναι πολύ σπουδαία μέσα στον κοινωνικό περίγυρο που διαβιεί το ανθρώπινο είδος και παράγει τα διαχρονικά μορφώματά του, αποκτά την σημασία της στους διάφορους μετασχηματισμούς της καθώς μετασχηματίζει τα όρια και τα πολιτιστικά περιγράμματα των πολιτισμικών εκφράσεων και, ταυτόχρονα, συγκεφαλαιώνει τις επιμέρους ατομικότητές του.
Οι κατά μικρά ή μεγάλα χρονικά διαστήματα πολιτισμικές του Μάσκες που αποδέχεται να φορέσει δεν είναι παρά οι αντιφωνήσεις των διαφόρων ρόλων του, είναι η προσπάθεια μια πιο οικείας ερμηνείας και εξορθολογισμού των διαφόρων φοβιών του, θεατής της ανθρώπινης εν εξελίξει προσωπικότητας είναι πρώτα η Μάσκα που το ίδιο το υποκείμενο φορά στη σκηνή της κοινωνικής και προσωπικής του ζωής και κατόπιν ο Άλλος. Ο Άλλος είμαστε Εμείς στην βυθοσκόπηση των δικών μας αδιεξόδων.
Ο Άλλος είναι οι κοινωνικές συλλογικότητες των δικών μας ανεκπλήρωτων βιωμάτων. Οι Άλλοι είναι οι ερμηνευτικοί καθρέπτες του κοινωνικού μας status του δικού μας Εγώ έξω από την μήτρα της αμφισβήτησης στην επιδίωξή μας για καταξίωση, στην επιθυμία μας για μια διαχρονική και ανεξάντλητη προσωπική περιπέτεια ανανέωσης καθώς η ανθρώπινη αγωνία για επικοινωνία δεν είναι παρά διαρκείς απόπειρες συμπόρευσης με τους ρόλους που οι γύρω μας αποδέχονται για εμάς για να συνυπάρξουν μαζί μας και εμείς με αυτούς.
Είναι οι ομαδικές μας διακινήσεις στο δάσος με τα φανερά ή κρυφά βλέμματα. Αυτές οι κερδοφόρες ή ζημιογόνες για τον καθένα μας προσπάθειες κίνησης από το Πρόσωπο στο Προσωπείο, οι «αποβλεπτικές πράξεις», είναι οι θεατρικές μας ιεροτελεστίες αξιοποίησης της Μοίρας και της Τύχης, καθώς το Θέατρο είναι η ίδια η κίνηση για Ζωή πάνω στην αινιγματική και ζοφερή σκηνική τυχαιότητα του προσωπικού μας Θανάτου χωρίς σκηνοθέτη. Αυτό το ανθρώπινο παιχνίδι οικείωσης της άκτιστης και ανερμήνευτης ενέργειας του ενός Προσώπου με τα πολλά και ενδιαφέροντα Προσωπεία.
Το άλλο Θέατρο αυτό που η ατομική γλωσσική περιπέτεια και μνημονική εμπειρία του οποιουδήποτε συγγραφέα αγωνίζεται να απεικονίσει πάνω στο λευκό χαρτί ή να παραστήσει σε ένα κλειστό ή σε ένα υπαίθριο χώρο, δεν είναι παρά ένα από τα μοντέλα ψευδαίσθησης της κοινωνικής καταξίωσης, η καλλιτεχνική παρουσία της οντολογικής απουσίας μας, ένα απατηλό όνειρο βίου όπως είναι και όλα τα απαραίτητα και τόσο αναγκαία-για την πρόσκαιρη και τυχαία ζωή μας-ψυχαγωγικά συμβάντα της Τέχνης και του Πολιτισμού γενικότερα.
Τα ηδονικά ζαχαρωτά Προσωπεία του κοινού μας Θανάτου.
(Να θυμηθούμε τα τρυφερά ζαχαρωτά προσωπεία Θανάτου του «Κε βίβα Μέξικο» του Σεργκέι Αϊζενστάιν;).
Πρωτογνώρισα τον θεατρικό κόσμο του Λουίτζι Πιραντέλο όταν στα τέλη της δεκαετίας του 1970-για την ακρίβεια τα Χριστούγεννα του 1979-παρακολούθησα με έναν αγαπητό φίλο τον Στέλιο Πισσαρίδη, το ανέβασμα του «Ερρίκου του Δ΄» στο Θέατρο του Κώστα Μουσούρη στην πλατεία Καρύτση σε σκηνοθεσία και ερμηνεία του μεγάλου μας Δημήτρη Χορν.
Έφηβος, γιομάτος δίψα για γνώση και κάθε είδους εμπειρία είδα δύο φορές την παράσταση μαγεμένος από την συγκλονιστική ερμηνεία του σπουδαίου Δημήτρη Χορν. Την δεύτερη φορά, με δέος και διστακτικότητα και πολύ άγχος θέλησα να τον γνωρίσω από κοντά και να του πω για την αξεπέραστη ερμηνεία του. Πήγα στο καμαρίνι του(αφού πρώτα πέρασα από το καμαρίνι της εξαίσιας και καλής ηθοποιού της συγκινησιακής και πανέμορφης Τζένης Ρουσσέας) και τον παρακάλεσα να μου γράψει μια αφιέρωση στο πρόγραμμα της παράστασης.
Ο επιβλητικός και αριστοκρατικά μαγευτικός Δημήτρης Χορν με δέχτηκε με μεγάλη εγκαρδιότητα και μου έκανε θυμάμαι διάφορες ερωτήσεις, για τα ενδιαφέροντά μου, για τις σπουδές μου, για την σχέση μου με την τέχνη του Θεάτρου. Φοβερά τρακαρισμένος και συγκινημένος την δεύτερη φορά του άφησα ένα τετράδιο με σκόρπια ποιήματά μου που είχα πάρει μαζί μου για να του τα δείξω. Έφυγα και την δεύτερη φορά πλέοντας σε πελάγη ευτυχίας καθώς είχα συνομιλήσει από κοντά με τον ανεπιτήδευτο και μεγάλο μας ηθοποιό, με τον ζεστό και ανθρώπινο χαρακτήρα και πατρικό ενδιαφέρον. Ύστερα από καμιά δεκαριά μέρες γείτονες στην περιοχή του σπιτιού μας στον Πειραιά, μου είπαν ότι ο σοφέρ ενός μεγάλου και πολυτελούς αμαξιού γύρευε να με δει, ότι με αναζητούσε.
Όταν γύρισα στο σπίτι η μητέρα τρομαγμένη και σαστισμένη μου είπε ότι ήταν ο προσωπικός οδηγός του μεγάλου μας ηθοποιού που έψαχνε το σπίτι μας να μου παραδώσει ένα φάκελο. Με αγωνία άνοιξα το φάκελο και βρήκα μέσα το τετράδιο με τα ποιήματα που είχα αφήσει στο καμαρίνι του αριστοκρατικού αυτού καλλιτέχνη και ανθρώπου, μια επιστολή που μου μιλούσε για τα πρωτόλεια αυτά ποιήματα ενός εικοσάχρονου και μια πρόσκληση για να παρακολουθήσω δωρεάν την παράσταση μαζί με τους δικούς μου. Φυσικό είναι να μην μπορώ να περιγράψω πως ένιωσα εκείνη την στιγμή. Η ζεστασιά αυτού του ηθοποιού, η αγωγή και η καλόκαρδη διάθεσή του ύστερα από τόσα χρόνια ακόμα χουχουλιάζει στη μνήμη μου. Θυμάμαι τις κρίσεις του για τα πρωτόλεια αυτά ποιήματα και τις ερωτήσεις που μου έκανε για τα καλλιτεχνικά και πνευματικά μου ενδιαφέροντα.
Αυτή ήταν η πρώτη μου ουσιαστική και καθοριστική εμπειρία πάνω στο θεατρικό έργο του Λουίτζι Πιραντέλο. Παρακολουθώντας μάλιστα μια παράσταση όπως ο «Ερρίκος ο Δ΄» από τις πιο επιτυχημένες-σύμφωνα με τις θεατρικές κρίσεις και τα σχόλια των ανθρώπων της εποχής, έτσι όπως δηλώνουν τα σχετικά αποκόμματα των εφημερίδων που έχω με μεγάλη προσοχή φυλάξει. Έκτοτε, άρχισα να συγκεντρώνω πληροφορίες για το έργο του Ιταλού δραματουργού και να συλλέγω στοιχεία για τη σύνολη πνευματική του παρουσία στον ελλαδικό χώρο, χωρίς ασφαλώς να έχω τις γνώσεις εκείνες και τα μέσα που διαθέτει ένας «επαγγελματίας» θεατρολόγος αλλά σαν ένας ερασιτέχνης και εξακολουθητικός λάτρης του Θεατρικού χώρου-θαυμαστής και αναγνώστης των εργασιών του σπουδαίου Νικόλαου Λάσκαρη-του πρώτου που συνέγραψε την Ιστορία του Ελληνικού Θεάτρου-και φυσικά του μεγάλου ιερού τέρατος του ακαταπόνητου και εργασιομανή Γιάννη Σιδέρη που τόσα του οφείλουμε εμείς οι θεατές των θεατρικών παραστάσεων, αλλά και οι θεατρικοί καλλιτέχνες που κατέγραψε με επιμέλεια και ευσυνειδησία το αχαρτογράφητο τεράστιο και πολυποίκιλο έργο τους.
Το αρχείο μου για τον Λουίτζι Πιραντέλο σιγά-σιγά γέμιζε από πληροφορίες και στοιχεία που αφορούσαν το έργο του και τις ελληνικές μεταφράσεις των βιβλίων του, έτσι, όταν ο ποιητής Γιώργος Χρονάς μου ζήτησε να γράψω για τον Ιταλό δραματουργό, με μεγάλη μου χαρά δέχτηκα και του είπα ότι είχα συγκεντρώσει ένα μεγάλο υλικό για αυτόν.
Ενδόμυχος πόθος μου ήταν να εξετάσω-αν επιστημονικά ήταν σωστό- ιδιαίτερα τον Ερρίκο τον Δ΄ σύμφωνα με τις απόψεις του Γάλλου Μισέλ Φουκώ για την Τρέλα, και συμπληρωματικά με τις απόψεις του Αμερικανού αντιψυχιάτρου Τόμας Τζαζ.
Προς τα τέλη του Οκτωβρίου του 2006 και ενώ συγκέντρωνα τα πληροφοριακά στοιχεία για τις παραστάσεις του Πιραντέλλο στην Ελλάδα βρήκα εντελώς τυχαία την αξιόλογη μελέτη της κυρίας Σοφίας Ιορδανίδου, «Το παιχνίδι των ρόλων-Η πρόσληψη του Πιραντέλο στην Ελλάδα». Όπως ήταν αναμενόμενο αναρωτήθηκα αν έπρεπε να δημοσιεύσω την εργασία μου και ένιωσα άβολα πρώτον, γιατί κάποιος άλλος ερευνητής είχε πραγματοποιήσει μια παρόμοια εργασία και την είχε εκδώσει σε μια παράξενη χρονική συγκυρία με τα κείμενα και τις πληροφορίες τις δικές μου, και δεύτερον, γιατί είχα κάνει και εγώ διπλό κόπο, έξοδα και σπαταλήσει σημαντικό χρόνο στην προσπάθεια να συγκεντρώσω τα στοιχεία αυτά που φωτίζουν το έργο του Ιταλού δραματουργού.
Η σημαντική εργασία της κυρίας Σοφίας Ιορδανίδου, δεν συμπεριλαμβάνει βιβλιογραφικές αναφορές ή άλλα στοιχεία (άρθρα-κείμενα-σημειώσεις) που έχω συγκεντρώσει στην διάρκεια της ατομικής πολύμοχθης έρευνας μου, επίσης, η παραστασιολογία της κλείνει με το τέλος του προηγούμενου αιώνα(2000). Σε πάμπολλα σημεία όπως είναι φυσικό ταυτιζόμαστε μια και είναι κοινό το ερευνητικό πεδίο, σε άλλα συμπληρώνω την παραστασιολογική της καταγραφή, προσθέτω θεατρικές κριτικές, σημειώματα και άρθρα, και ασφαλώς επιπλέον καταγράφω τα δεκάδες βιβλία εκείνα που κατά την γνώμη και έρευνά μου βοηθούν σε μια πρώτη απόπειρα βιβλιογραφικής αναφοράς και έρευνας,-αυτό γίνεται εδώ για πρώτη φορά-άλλες φορές πάλι παρότι γνώριζα τα κοινά μας στοιχεία δεν τα αναφέρω, θεωρώντας ότι θα τα βρει ο αναγνώστης στην ως άνω εργασία.
Αποφάσισα να καταθέσω και τη δική μου μαρτυρία στην Πιραντελική έρευνα ελπίζοντας να συμβάλλει στην καλύτερη κατανόηση του Θεάτρου και του Έργου του Πιραντέλο στον Ελλαδικό χώρο.
Το κείμενο αυτό είναι αφιερωμένο στη μνήμη του χαμένου φίλου Στέλιου Πισσαρίδη.
Ο Λουίτζι Πιραντέλο (28/6/1867-10/12/1936), υπήρξε μια πολύπλευρη προσωπικότητα, ποιητής, διηγηματογράφος, εικαστικός, κριτικός και θεατρικός συγγραφέας, μια προσωπικότητα που επέβαλε με την μεγάλη του εργατικότητα τόσο την παρουσία του όσο και το έργο του. Το βραβείο Νόμπελ που του δόθηκε επάξια το 1934 από τη Σουηδική Ακαδημία, έκανε ακόμη πιο γνωστό στο ευρύ κοινό το έργο του και ιδιαίτερα το θεατρικό. Η σχέση του με το Μεσοπολεμικό Ιταλικό δικτατορικό καθεστώς του Μπενίτο Μουσολίνι και η συμπάθεια και η ανοχή που ο Νομπελίστας δημιουργός έδειξε απέναντί του, είναι ένα μελανό και αινιγματικό σημείο στη σταδιοδρομία του μεγάλου και πολύ παιγμένου δραματουργού.
Αξίζει νομίζω πλέον τώρα, που τα ιστορικά και πολιτικά πάθη έχουν καταλαγιάσει, να εξετάσουμε με μεγαλύτερη ιστορική νηφαλιότητα και επιστημονική δικαιοσύνη τους λόγους που όχι μόνο μεγάλες μάζες πληθυσμού ακολούθησαν αυτά τα δικτατορικά καθεστώτα που αιματοκύλησαν την Ευρωπαϊκή ήπειρο και οδήγησαν στον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο και κατόπιν στον ψυχρό, αλλά και τους λόγους που αρκετοί άνθρωποι της Τέχνης-καλλιτέχνες με πραγματικά μεγάλη αξία και εμβέλεια έργου-στάθηκαν φιλικά προσκείμενοι ή υποστήριξαν δικτάτορες και τα καθεστώτα τους.
Πώς εξηγείται παραδείγματος χάρη η στάση ενός από τους μεγαλύτερους ποιητές του Δυτικού πολιτισμού του Έζρα Πάουντ και η υποστήριξή του στο καθεστώς του Μουσολίνι; ποια αιτία ανάγκασε τον μεγάλο και πολυτάλαντο Ζαν Κοκτώ να υποστηρίξει τους κατακτητές Γερμανούς της πατρίδας του; δεν χωνεύεται εύκολα η συμπάθεια του μεγάλου συγγραφέα Κνουτ Χάμσον (το μυθιστόρημά του «Η Πείνα», αλλά και άλλα του έργα «Ο Παν» π.χ., είναι από τα πιο συνταρακτικά μυθιστορήματα του 20ού αιώνα) προς το Ναζιστικό καθεστώς της χώρας του; αλλά ακόμα, και η φιλική στάση του μεγαλοφυούς σουρεαλιστή ζωγράφου Σαλβατόρ Νταλί, προς το δικτατορικό καθεστώς του Φράνκο, όταν μάλιστα είχε προηγηθεί η δολοφονία του φίλου του ποιητή Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα κατά την διάρκεια του Ισπανικού Εμφύλιου Πολέμου από τους φαλαγγίτες. Όπως επίσης, και στον ελλαδικό χώρο την περίοδο αυτήν συναντάμε κείμενα που αν όχι εκθειάζουν, τουλάχιστον μιλούν θετικά για τους Γερμανούς κατακτητές, ή εκδίδουν περιοδικά και μιλούν θετικά για την πολιτική τους.
Η σημαντική κινηματογραφική ταινία «Μεφίστο» βασισμένη στο έργο του γιου του Γερμανού συγγραφέα Τόμας Μαν, του Κλάους Μαν, καθώς και άλλα έργα, θέτουν τα προβλήματα αυτά επί τάπητος και γενούν ακόμα συζητήσεις. Την στάση δηλαδή του αληθινού καλλιτέχνη γενικότερα απέναντι στις δύσκολες ιστορικές και πολιτικά στιγμές που περνά μια κοινωνία, αν και για να είμαστε δίκαιοι, δεν θα πρέπει να μας διαφεύγει και η πλειάδα των Ευρωπαίων καλλιτεχνών και πνευματικών ανθρώπων που υποστήριξαν με θέρμη το δικτατορικό καθεστώς της πρώην Ε.Σ.Σ.Δ. την περίοδο του αδίστακτου δικτάτορα πατερούλη Στάλιν και μεταγενέστερα. Πόσοι και πόσοι διανοούμενοι δεν συντάχθηκαν και υποστήριξαν τα φοβερά εγκλήματα που διέπραξαν οι Σοβιετικοί όχι μόνο στην πατρίδα τους αλλά και σε ολόκληρο τον Κόσμο;
Ίσως ο σύγχρονος παππούς μας Σίγκμουντ Φρόιντ να μην μπόρεσε να μας διδάξει τον τρόπο με τον οποίο ο άνθρωπος-τουλάχιστον στις δυτικές κοινωνίες-κατορθώνει να απογαλακτιστεί, να κόψει δηλαδή τον ομφάλιο πατρικό λώρο και να σταθεί στα δικά του πόδια ώριμος και ελεύθερος. Μια, που εύκολα διακρίνει κανείς, ότι η διαχρονική ιστορία της Παγκόσμιας Τέχνης στις μεγαλύτερές της τουλάχιστον στιγμές δεν είναι παρά μια αγωνιώδης επιδίωξη να αποτινάξουμε από τους ώμους μας την Πατρική εξουσίασε όλες της τις μορφές, πολιτικές, θρησκευτικές, κοινωνικές, ερωτικές κ.λ.π. Η Τέχνη είναι συνήθως πατροκτονική στον Δυτικό Κόσμο-και αυτό μας διδάσκει και η Αρχαία ημών Τραγωδία-και όπου δεν το κατορθώνει γίνεται λατρευτική της πατρικής εικόνας με όλα τα οντολογικά και μεταφυσικά συνακόλουθα, αυτό δεν μας διδάσκει και πάλι η χριστιανική μυθολογία;
Όσον αφορά τώρα την περίπτωση του Λουίτζι Πιραντέλο και την όποια σχέση του με το καθεστώς του Μπενίτο Μουσολίνι τα πράγματα είναι κάπως πιο πολύπλοκα, περισσότερο μάλλον θεατρικής φύσεως και λιγότερος πολιτικής. Θα προκαλούσε ίσως ενδιαφέρον να μεταφραστεί στα Ελληνικά το έργο «Η Πολιτεία», αλλά και η «διατριβή του» «Σχόλια στον πρίγκιπα του Μακιαβέλλι από το έτος 1924» του Ιταλού δικτάτορα, από όσο εγώ τουλάχιστον γνωρίζω μόνο το δίτομο έργο «ο Αγών μου» του ομογάλακτου Αδόλφου Χίτλερ γνωρίζουμε στον Ελλαδικό χώρο, και τα Απομνημονεύματα του υπουργού του επί της προπαγάνδας. Έχουμε ακόμα την συγγραφική σκιαγράφηση του Μπενίτο Μουσολίνι από τον συγγραφέα και εκτελών δημοσιογραφικά καθήκοντα Νίκο Καζαντζάκη για τον Ιταλό δικτάτορα που τον γνώρισε από κοντά, καθώς και ένα κείμενο του συγγραφέα και πολιτικού Θεμιστοκλή Αθανασιάδη Νόβα αναφερόμενος πάντα στον λογοτεχνικό χώρο.
Ο Μουσολίνι έτσι όπως τον βλέπουμε στα ιστορικά ντοκουμέντα της εποχής, είναι ένας χαρακτηριστικός τύπος κωμικού ηθοποιού που πλέει μέσα στον αυτοναρκισσισμό του, φαίνεται τόσο φιγουρατζής, τόσο ανοικονόμητος στις ανεξέλεγκτες χειρονομίες του, που καθώς τον παρακολουθούμε να εκφωνεί τους αυτοκρατορικούς του λόγους, τον μόνο τύπο που μας θυμίζει είναι, ο παλιάτσος που ίσως και να προέρχεται από την Κομέντια ντελ Άρτε. Ο ηγέτης αυτός του Μεσοπολέμου με την Ιταλική του παιδεία που εξελίχθηκε σε κοκορόφτερο δικτάτορα,-που αρκετοί διανοούμενοι της εποχής του τον είδαν με καλό μάτι-είναι νομίζω ο κατεξοχήν πολιτικός-ηθοποιός. Ένας πολιτικάντης με μεγάλη ηθοποιία που αρέσκεται να θαυμάζεται από το πλήθος και να αυτοθαυμάζεται με έπαρση.
Ίσως η υπερβολική αγάπη του Πιραντέλο για την τέχνη του Θεάτρου γενικότερα και λιγότερο η επιθυμία για την δική του υστεροφημία, να τον έκανε να υποστηρίξει το δικτατορικό καθεστώς της πατρίδας του την περίοδο εκείνη, κάτι, που όπως βλέπουμε και από την ανάγνωση των διαφόρων Ιστοριών της Ιταλικής Λογοτεχνίας αρκετοί Ιταλοί διανοούμενοι και καλλιτέχνες το υποστήριξαν. Ο Ιταλός σκηνοθέτης Πιέρ Πάολο Παζολίνι έχει συγγράψει μια ενδιαφέρουσα μελέτη πάνω στο θέμα αυτό. Αλλά και στον ελληνικό χώρο, υπάρχουν μελέτες και άρθρα για την συμπόρευση αρκετών διανοουμένων με το Μεταξικό καθεστώς.
Ο Λουίτζι Πιραντέλο, ένας «λαϊκός» συγγραφέας με την έννοια ότι με το έργο του διαπραγματεύεται κυρίως οικογενειακά θέματα και επεξεργάζεται κοινωνικά προβλήματα και καταστάσεις των λαϊκών τάξεων και ειδικότερα της ιδιαίτερής του πατρίδας της Σικελίας, μπόλιασε τα έργα του με θέματα επιστημονικά και ανακαλύψεις ευρύτερου θεωρητικού και πνευματικού ενδιαφέροντος που υπήρξαν στην ημερήσια διάταξη της εποχή εκείνη. Έμπασε θα σημειώναμε μέσα στα θεατρικά του κείμενα την Διαλεκτική Επιστήμη με έναν τέτοιο τρόπο που δεν είχε κατορθώσει άλλος θεατρικός συγγραφέας μέχρι τότε. Ούτε ο Ιρλανδός Μπέρναρντ Σω, ούτε ο Όσκαρ Ουάιλντ.
Η περίπτωση πάλι του Γερμανού Μπέρτολτ Μπρεχτ, ανάγεται περισσότερο στο Επικό Θέατρο και Πολιτικό Θέατρο, το Θέατρο της Πολιτικής Προπαγάνδας, παρά σε αυτό της ανθρώπινης επικοινωνίας, το θέατρο του Μπρεχτ είναι μάλλον πολύ συνδεδεμένο με μια ορισμένη πολιτική εποχή του Μεσοπολέμου και των διαφόρων δικτατοριών που επικρατούσαν την εποχή αυτή, είναι αληθινό στα πολιτικά του σημεία αλλά μάλλον όχι σε εκείνα των διαπροσωπικών ανθρώπινων σχέσεων. Είναι πολύ υπερβολικός στην πολιτική του προπαγάνδα κάτι που μάλλον υποβαθμίζει σε σημεία την θεατρική τέχνη.
Αντίθετα, το θέατρο του Σικελού δημιουργού είναι γεμάτο από λεκτικά διαλεκτικά παιχνίδια, παιχνίδια της Τύχης ή της Μοίρας, αυτών των δύο αστάθμητων παραγόντων μέσα στην ανθρώπινη ζωή και κοινωνία. Ο κόσμος που σκιαγραφεί δεν έχει καμία μεταφυσική σταθερά, καμία βεβαιότητα και σιγουριά, θέτει περισσότερο ερωτήματα και αμφιβάλει παρά εικονογραφεί σημεία σταθερής αναφοράς και εξιλεωτικής ερμηνείας. Σχεδόν σε όλα του τα έργα αν δεν λαθεύω, το παιχνίδι της τυχαιότητας της ανθρώπινης ζωής, της αμφιβολίας των ανθρώπινων πράξεων και επιλογών αλλά, και του τυχαίου χρόνου έρχεται σαν κανόνας να ποδηγετήσει όχι τόσο την θεατρική του γραφή, ή όχι μόνον αυτή, όσο την ίδια την ζωή των καθημερινών ανθρώπων που περιγράφει καθώς χαρτογραφεί τις καθημερινές επιλογές τους και φωτίζει τις εσωτερικές τους αναστολές. Ο ρέων χρόνος του Κόσμου του αρχαίου Ηράκλειτου, διαρρέει τις ανθρώπινες καθημερινέ πράξεις των ηρώων του και οι διάφορες Σοφιστείες της προβληματικής τους πλημμυρίζουν τις δράσεις τους.
Αυτός ο Σικελός θεατρικός μάγος μπορεί να χρησιμοποιεί σαν συγγραφικό κάδρο τον γενέθλιο χώρο του όμως, δεν έχει σταθερό γεωγραφικό κέντρο αναφοράς, το έργο του μοιάζει σαν εκείνα τα παιχνίδια με τις μεταλλικές μπίλιες που δεν στέκονται πουθενά, συνεχώς περιστρέφονται χωρίς να μπαίνουν μέσα στις τρύπες. Γνώστης των πρωτόγνωρων επιστημονικών επιτευγμάτων της εποχής του νομίζω ότι θέλησε να μπολιάσει το έργο του με τις νέες επιστημονικές αξίες και ανθρώπινες ανακαλύψεις του ανθρώπου με τέτοιον τρόπο ώστε να γίνουνε κτήμα όχι μόνο σε ένα μεγάλο και ευρύ κοινό, αλλά να μπορούν να παρασταθούν σαν ένα θεατρικό παιχνίδι, σαν ένα παιδαγωγικό θεατρικό παιχνίδι που ελευθερώνει μέσα από την ουσιαστική θεατρική ψυχαγωγία και τελετουργία.
Ο Πιραντέλο πειραματίστηκε με επιτυχία πάνω σε αυτά τα θέματα ανεξάρτητα από το όποιο αποτέλεσμα των κατά καιρούς επιδιώξεών του. Ο θεατρικός συγγραφέας Λουίτζι Πιραντέλλο ανήκει στην ανθρώπινη εκείνη ποιότητα και μικρή έστω τάξη, που είναι ικανή για τα μεγάλα διαχρονικά ανθρώπινα ιδεώδη και για τις προσωπικές θυσίες. Μέσα στο έργο του μας μεταφέρει τα αινιγματικά αισθήματα της Φύσης, αυτά που κάνουν το ανθρώπινο ον άλλοτε δεισιδαίμων και άλλοτε θυσιαστικό και απελευθερωτικό, σε ένα πλέγμα σχέσεων και αντιδράσεων, δίνοντας προτεραιότητα στους άγραφους νόμους της καρδιάς και τα ενδόμυχα αισθήματα των απλών ανθρώπων, ενώ, άλλοτε πάλι κυριαρχεί η καινούργια σκέψη των νέων επιτευγμάτων εκείνη που αλλάζει αργά και σταθερά και ανθρώπινα δραματικά τον κόσμο.
Οι ήρωές του γίνονται συνεργοί των σκοτεινών δυνάμεων της Μοίρας που επιδιώκουν να τους καθυποτάξουν με φοβερά φυσικά φαινόμενα και γεγονότα μεταφυσικών προλήψεων, το φεγγάρι και οι άλλες μυστικές δυνάμεις της φύσης καιροφυλακτούν να γραπώσουν το ανθρώπινο ον και να το δεσμεύσουν μέσα στα δίχτυα των ζοφερών τους σκοπών. Αυτή η φυσική φαινομενολογία που διαμορφώνει πολλά έργα του Πιραντέλο, αυτός ο δεισιδαιμονικός πανθεισμός του φυσικού χώρου μας θυμίζει έργα και θεατρική ατμόσφαιρα της Σαιξπηρικής θεατρικής παραγωγής, αυτό το παιχνίδι και το κατρακύλισμα ανάμεσα στο πραγματικό και το φανταστικό, ανάμεσα στο φυσικό γεγονός και την ανθρώπινη ερμηνεία του, ανάμεσα στο φυσικό χάος και την επιδιωκόμενη οργάνωση της ανθρώπινης σκέψης.
Το έργο του Πιραντέλο είναι γεμάτο ερωτήματα και αμφιβολίες όπως υπήρξε και η εποχή του, εποχή των μεγάλων ανακαλύψεων και κάθε είδους επαναστάσεων. Οι διάλογοι και τα λόγια των ηρώων του μας φανερώνουν έναν δημιουργό που όχι μόνο εισάγει μέσα στην αστική του κωμωδία ή περιπέτεια τον ορθό λόγο την καθαρή σκέψη, την ερμηνευτική μέθοδο, αλλά κυρίως την αμφιβολία για ότι μέχρι τότε ήταν παραδεδεγμένο και σταθερό, σε μια σειρά ιστορικών γεγονότων που δεν έχουν πλέον καμία σημασία, σε παραδοσιακά γεγονότα και αντιδράσεις που δεν έχουν πλέον καμία κοινωνική και πολιτιστική σημασία στην καινούργια άνοιξη των κοινωνικών διεργασιών και διαφόρων γεγονότων που καλπάζουν στους νέους ορίζοντες.
Η διαίσθηση αυτή του Πιραντέλο για την επερχόμενη κοινωνία που αφήνει πίσω της κάθε τι παλιό, που αποοικοδομεί τις μέχρι τότε μεταφυσικές σταθερές, είναι που τον κάνει να αμφιβάλλει ακόμα και για τις συγκεκριμένες λύσεις που προτείνει. Γιαυτό άλλοτε κερδίζουν έδαφος τα κρυφά και ακατανόητα ανθρώπινα ένστικτα και άλλοτε υποχωρούν έναντι της ψυχρής λογικής και του κυρίαρχου νόμου συμβίωσης. Ακόμα και το φαινόμενο της Τρέλας, των ανθρώπων με την οριακή προσωπικότητα, ερμηνεύεται μέσα στο ερευνητικό και ερμηνευτικό πλαίσιο που το είχαν θέσει οι Αρχαίοι Έλληνες συγγραφείς με τις τραγωδίες τους, οι ηθικοί νόμοι διαδηλώνουν την παρουσία τους με όση πραότητα αλλά και βιαιότητα τους επιτρέπει η Μοίρα, η αν θέλετε η μικρή αλλά κυρίαρχη ανθρώπινη αλήθεια. Μιας αλήθειας θεμελιακής, μιας συνείδησης αξιολογικής, μιας σειράς φαινομένων ηθικών που προσδιορίζουν τις ανθρώπινες σχέσεις και δένουν ακόμα πιο σταθερά τους συνεχώς αναθεωρούμενους αρμούς κοινωνικής οργάνωσης.
Ο Πιραντέλο επιστρατεύει την γραφή του στους ηθικούς νόμους της κοινωνίας και την ατομική του καθενός μας συνείδηση μέσα από ένα δίχτυ διαρκών αμφισβητήσεων, επαναπροσδιορισμών και αμφιβολιών, μέσα από αξιοπρεπή για την ανθρώπινη προσωπικότητα προσχήματα αμφισβήτησης και οδυνηρής άρνησης, καθώς τα διάφορα νέα σήματα της φυσικής ειμαρμένης καλπάζουν απειλητικά και μεταβάλλουν άλλες φορές το όνειρο σε εφιάλτη και άλλες φορές τον εφιάλτη σε καθαρή συνείδηση. Αυτή είναι η ουσιαστική προσφορά της θεατρικής Πιραντελικής τέχνης, η διαρκής μεταμόρφωση των καθιερωμένων αξιών, η συνεχής μεταβαλλόμενη ερμηνεία του εσωτερικού και εξωτερικού χώρου, οι σκοτεινές ανατροπές των μέχρι πρόσφατα σταθερών ανθρώπινων βημάτων, τα ίχνη σβήνουν με απίστευτες σκοτεινές θυσίες, και επαναπροσδιορίζονται με ανατριχιαστική αλαζονεία. Οι ήρωές του είτε μιλούν σιγαλόφωνα, ψιθυριστά είτε μας αποκαλύπτουν τις σκέψεις τους μεγαλόφωνα, παιανικά μας αποκαλύπτουν ποιος πραγματικά είναι ο αληθινός άνθρωπος, αυτός ο χωρίς χιτώνα πολιτισμικής σιγουριάς, ο ανίσχυρος μπροστά στους αδιόρατους νόμους της Ειμαρμένης. Ο Πιραντελικός λόγος προσομοιάζει με τον Αρχαίο λόγο των τραγωδών επαναλαμβάνω, καθώς και εκείνοι διερεύνησαν την σχέση του ανθρώπου με την Μοίρα, την αλληλεπίδραση των ενστίκτων με την λογική, την ιερή Μανία που γεννά φοβερές και ένδοξες πράξεις και φρικτά γεγονότα, εξέτασαν την ισχύ του άγραφτου έναντι του γραπτού νόμου, της τυφλής μεταφυσικής δεισιδαιμονίας και του ορθού λόγου, της ρέουσας σκοτεινής συνείδησης με την οικοδόμηση ενός κόσμου πλήρης φωτός και πνευματικής ανάτασης, εξέτασαν και προσδιόρισαν το ανθρώπινος στίγμα μέσα στο υπάρχον κοινωνικό περιβάλλον, την σχέση της εξουσίας και της ορθής και δικαίας διακυβέρνησης. Ο Πιραντέλο επεξεργάστηκε και άλλα θέματα, όπως αυτά που αφορούν καθαρά το αστικό θα γράφαμε θέατρο, το θέατρο του εσωτερικού χώρου, το θέατρο μέσα στο θέατρο, τον απασχόλησαν τα ιδιαίτερα προβλήματα των ανθρώπων και των οικογενειών, αλλά και τα ατομικά του προβλήματα του προσωπικού του βίου, όπως ήταν η προβληματική συζυγική του σχέση και τα ψυχικά προβλήματα της συζύγου του, τα οικονομικά οικογενειακά τους αδιέξοδα, η τραυματική πατρική του σχέση σαν παιδί, οι διάφορες αντίξοες σχέσεις του με τις γυναίκες, ο ρόλος της Μοίρας μέσα στα ανθρώπινα γεγονότα, η πολιτική εξουσία σαν αλαζονική στάση διακυβέρνησης, θέματα της παράδοσης του τόπου του των ηθών και των εθίμων, και τα διάφορα κοινωνικά προβλήματα και αδιέξοδα των καθημερινών ανθρώπων της γενέθλιας πόλης του της Σικελίας, και άλλα θεωρητικής υφής θέματα, που συνήθως απασχολούν τους ανθρώπους που γράφουν.
Επίσης, το αιώνιο πρόβλημα της συζυγικής απιστίας και τις επιπτώσεις του πάνω στις συζυγικές σχέσεις, το φαινόμενο της ελεγχόμενης ή υπερβολικής ζήλειας, της συζυγικής καχυποψίας, των δεσμευτικών συζυγικών άτυπων κανόνων, των δεισιδαιμονικών και σκοτεινών αντιλήψεων που πρεσβεύουν τα λαϊκά στρώματα, οι λαϊκές τάξεις,-ιδιαίτερα των μικρών κλειστών κοινωνιών- η φανερή κουτοπονηριά τους, η οικονομικές τους μπαγαποντιές, οι μπαμπεσιές τους, οι δολοπλοκίες τους, οι στενόμυαλες απόψεις και εγωιστικές αντιλήψεις τους, η καθημερινή τους μικροψυχία, ο συμφεροντολογισμός τους, οι μικροπολιτικές τους ίντριγκες, και άλλα καθημερινά αναγνωρίσιμα προβλήματα που αφορούν τις μικρές κοινωνίες και ιδιαίτερα τις κλειστές τις αγροτικές και νησιώτικες.
Ανάγλυφα φανερώνεται το Σικελικό πρόσωπο με τα εκατοντάδες προσωπεία του την περίοδο αυτή και όχι μόνο. Ο εγκεφαλισμός του που και αυτός δεν λείπει από τα έργα του νομίζω ότι έρχεται σε ένα δεύτερο επίπεδο στα σημεία εκείνα και στα θέματα εκείνα που το θέατρό του διαπραγματεύεται προβλήματα επιστημονικών εφαρμογών και νέων προθέσεων αλλαγής της κοινωνίας και των καινούργιων ανακαλύψεων της εποχής του, όπου ο θεατρικός λόγος εκφράζει με απλουστευτικό και όχι απλοϊκό τρόπο περσοναλιστικές θεωρίες, ντετερμινιστικές απόψεις ή υπαρξιστικές οντολογικές θέσεις, σε μια λεπτή ισορροπία θεατρικού λόγου και φιλοσοφικού στοχασμού.
Το έργο του, παρά την εγκεφαλικότητά του, διαθέτει άρτιο οργανωμένο σχεδιασμό της θεατρικής του φόρμας, ακριβή και πλούσιο λεκτικό πλούτο, θεσπέσιες και μεγαλόπρεπες-ιδιαίτερα στα διηγήματά του-εικόνες και παραστάσεις από την καθημερινή ζωή της πατρίδας του αλλά και του ευρύτερου νησιωτικού χώρου, σκηνές του ανθρώπινου βίου αληθινά μαγευτικές και ονειρικά παραστατικές όσο δύσκολες και αν είναι, είναι ένα έργο προσανατολισμένο όχι πάνω σε θεμέλια αισθητικών αναφορών ή καλλιτεχνικών προτύπων όσο σε μια διαλεκτική σοφιστικής υφής και «ποπουλαρίστικης» λαϊκής θυμοσοφίας, μιας θυμοσοφίας των απλών ανθρώπων της Σικελίας και της Νοτίου Ιταλίας γενικότερα. Ενός απλού καθημερινού ανθρώπου της εποχής του που η θρησκεία με τις διάφορες λαϊκές δεισιδαιμονίες της, είναι κέντρο αναφοράς της μικρής, αντίξοης, φτωχής και κατατρεγμένης ζωής του, ενός Κόσμου που το ηθικό κέντρο αξιών του είναι το ατομικό συμφέρον των διαφόρων μελών της οικογένειάς του, το συμφέρον της κάστας τους, της φατρίας τους, του γεωγραφικού χώρου που εκείνες ορίζουν χωρίς συγκεκριμένη κοινωνική θεωρία, χωρίς πολιτικές επανατοποθετήσεις, παρά μόνο την σιγουριά που τους προσφέρει η θρησκευτική τους πίστη, έτσι όπως τα άτομα στο ιδιαίτερο πιστεύω τους την αντιλαμβάνονται. Είναι η ζωή του καθημερινού ανθρώπου που, όλη του η ζωή, όλος του ο οικογενειακός βίος μπιζάρεται από την Καθολική Εκκλησία και τις αξίες της.
Το έργο του Σικελού δραματουργού, κυοφορεί άπειρα εν δυνάμει μηνύματα και προσπάθειες εξεύρεσης λύσεων των διαφόρων καθημερινών αδιεξόδων, όσες-θα γράφαμε-είναι και οι απόψεις των αναγνωστών των έργων του ή οι ακροατές των θεατρικών του προτάσεων. Οι διάφοροι ήρωές μέσα στο έργο του έτσι όπως μας σκιαγραφούνται δεν έχουν μόνο μια κατακερματισμένη προσωπικότητα, αλλά εκφράζουν και προβάλλουν διαλυτικές πολλές φορές απόψεις και θέσεις που είναι αποτέλεσμα της διαμερισματοποιημένης τους συνείδησης. Η συνολική του δημιουργία αν και ακουμπά σταθερά πάνω στην μακρά και σημαντική σατιρική αναφορά της παράδοσης Comedia dell’arte ειδικότερα στα έργα εκείνα που είναι γραμμένα στη Σικελική διάλεκτο, την τοπική ντοπιολαλιά της ιδιαιτέρας του πατρίδας, είναι αρκετά χαώδης ή ορθότερα ανοιχτή και μηνυματικά πολυποίκιλη όσον αφορά τις θεατρικές προθέσεις του ίδιου του δημιουργού.
Ολοφάνερα ζωντανό με πολλούς λαϊκούς χυμούς και μυρωδιές, αλλά και κλειστοφοβικό, αινιγματικό και αστάθμητο και σίγουρα προτρεπτικά διφορούμενο-όπως ο βίος των καθημερινών ανθρώπων που σκιαγραφεί- το έργο του ζωγραφίζει συνήθειες και κοινωνικές διεργασίες όχι και τόσο ξένες ακόμα και στις μέρες μας που οι συνθήκες και οι καιροί άλλαξαν ευτυχώς, όχι χωρίς δυσκολία. Ίσως να μην είναι παράτολμο αν σημειώναμε ότι το Θέατρο του Λουίτζι Πιραντέλο αυτό το Θέατρο της ανεύρεσης του «Εγώ» της πολλαπλής ταυτότητάς του-ή της επιδίωξης της αποτύπωσης της ονοματοποιίας του-ενός ανθρώπινου «Εγώ» πολυδιασπασμένου, σκόρπιου, κοινωνικά υποτροπιασμένου και οντολογικά απροσδιόριστου, μιας πολύπλοκης ταυτότητας, μας φανερώνει τους διάφορους τρόπους προσέγγισης της εκάστοτε πάντοτε χρονικής στιγμής, αποκλείοντας την όποια διάθεση διάψευσής της. Χωρίς να χάνει τον ποιητικό υφολογικό του ενθουσιασμό, χωρίς να απεμπολεί τους θεατρικούς κανόνες ή τις μεταφυσικές προλήψεις των ιδεών του ή την έντονη σατιρική του «εμμένεια», η οποία είναι εμφανής και σταθερά χαρακτηριστική μέσα στην σύνολη δημιουργία του, κατασκευάζει ένα Θέατρο πεισματικά και παθιασμένα ρευστό.
Ο Πιραντέλο σέβεται τις θέσεις των ηρώων του, αφουγκράζεται τις φιλοδοξίες τους, αποσύρεται μπροστά στην πρόθεσή τους για αυτονομία που επιδιώκουν μέσα από συγκεκριμένους θεατρικούς και γλωσσικούς κώδικες, αποδέχεται την Μοίρα τους, διαφυλάσσει το πεπρωμένο τους, φανερώνει με ευλάβεια την ακεραιότητα ή μη των χαρακτήρων τους, συμπορεύεται με την καλλιτεχνική τους αυτονομία, αναδεικνύει το ιδιαίτερο θεατρικό τους βάρος χωρίς να τον απασχολεί τόσο η δική του συγγραφική ταυτότητα. Πολλές φορές πάλι, υπακούει στο θεατρικό τους ύφος, ακολουθεί τις εσωτερικές ανάγκες της δημιουργίας τους ή παρακολουθεί αμέτοχα τις διάφορες σχέσεις που οι ήρωες του δημιουργούν καθώς κατασκευάζουν και οδηγούν το θεατρικό παιχνίδι. Ξεχωρίζει μάλλον μια συγγραφική αυταπάρνηση του κύρους του δημιουργού και των απόψεών του, σε αντιδιαστολή προς την ανάδειξη της λαίκής θυμοσοφίας και πολιτικής και κοινωνικής σκέψης των ηρώων των έργων του, ταυτόχρονα όμως, υπάρχει και η συγγραφική ταυτότητα των επιλογών του-μέσα σε όλους αυτούς τους ψυχρούς ή θερμούς υπολογισμούς και ψυχικές διαθέσεις-των εσωτερικών αναγκαίων δικαιωμάτων και απόψεων των ηρώων του.
Ο Πιραντέλο δεν διακωμωδεί κατασταλτικά, μήτε σαρκάζει με πομπώδη τρόπο τους ήρωές του ή την κοινωνική τάξη στην οποία ανήκουν όπως κάνει με ηδονική λαγνεία ο Όσκαρ Ουάιλντ με τα τόσο ευφυή τσιτάτα του και το βιτριολικό χιούμορ του, δεν τους κάνει οντολογικά ραδιούργους όπως ο Ουίλλιαμ Σαίξπηρ, ούτε τους μετατρέπει σε δίφυλα θεατρικά και σεξουαλικά όντα όπως η επαναστατική ερωτική γραφίδα του Ζαν Ζενέ, δεν μεταθέτει το βάρος της θεατρικής εξερεύνησης στην πολιτική καταγγελία όπως πράττει ο Μπέρτολτ Μπρεχτ, ούτε τους τυλίγει με το δίχτυ της υπαρξιστικής κατάστασης όπως κάνει ο Ζαν Πολ Σαρτρ.
Ασφαλώς συγγενεύει με τον Αμερικανό θεατρικό συγγραφέα Ευγένιο Ο΄ Νιλ όσον αφορά την υιοθέτηση των προτύπων της Αρχαίας Τραγωδίας σε ορισμένα του θεατρικά έργα,-βλέπε την θεατρική φόρμα του έργου «Έξι πρόσωπα ζητούν συγγραφέα» και άλλα. Όπως επίσης υπάρχουν και εκλεκτικές συγγένειες με τον Αύγουστο Στρίντμπεργκ στην διαπραγμάτευση των ενδο-οικογενειακών σχέσεων και την δυναστική παρουσία του πατέρα και του ρόλου του μέσα στην οικογένεια.
Ο Πιραντέλο δεν εκμεταλλεύεται τους ήρωές του, δεν τους αυτοπαγιδεύει με θεατρικά τεχνάσματα ή δεν τους στολίζει με λογοτεχνικά πλουμίδια, τους αφήνει ακέραιους μέσα στην πρόσκαιρη ή διαρκή γύμνια τους, τους παρακολουθεί μέσα στον μικρόκοσμό τους, τους περιγράφει με ότι αυτοί κουβαλούν μέσα τους, φωτίζει τα αδιέξοδά τους, και σίγουρα τους «ποδηγετεί» φιλοσοφικά ποτέ όμως αισθητικά. Σαν ένας βιρτουόζος πιανίστας πατά τα φιλοσοφικά πλήκτρα των ηρώων του αλλά κάθε ένα πλήκτρο δεν εκφράζει παρά το δικό του ηχόχρωμα σε μια σειρά πολύχρωμων συνδυασμών. Ο Σικελός τους αφαιρεί από το κάδρο της καθαρής φιλοσοφίας και τους τοποθετεί στο αχανές και αβέβαιο πλαίσιο της σοφιστικής διαλεκτικής, της νέας φιλοσοφίας του καινούργιου κόσμου μετά τον θάνατο του Θεού πατέρα και την αρχή όχι μόνο της σχετικότητας του Αϊνστάιν αλλά και της απροσδιοριστίας του Χάιζενμπεργκ. Ορισμένες φορές αμυδρά, σε ορισμένες τους διαλόγους θυμίζει τις απόψεις περί φαινομενολογίας του Χούσερλ. Η Γερμανική του παιδεία θεωρώ ότι πριμοδότησε το έργο του και ίσως και την πολιτική του στάση. Η ατομική αυτονομία των ηρώων του έχει πάντα κάτι το μυστηριώδες, το ιδιοφυές, μοιάζει με το ευμετάβλητο των σκέψεών μας, δημιουργώντας τους γνωρίζει ότι ορθώνονται μπροστά του πρόσωπα που τον υπερβαίνουν και ίσως-ίσως είναι κατά τι σπουδαιότεροι από τον ίδιο μέσα στον χρόνο, αντιλαμβάνεται ότι η θεατρική σκηνική αιωνιότητά τους δεν μπορεί να συγκριθεί με την δική του, την εφήμερη και σύντομη, την εντελώς τυχαία.
Η ιστορία του Πολιτισμού μας δίδαξε ότι, οι «Πέρσες» του αρχαίου τραγικού ποιητή Αισχύλου είναι μάλλον σημαντικότεροι από τον ίδιο τον δημιουργό τους, ο Δυτικός Πολιτισμός διδάσκεται περισσότερο μάλλον από τα δημιουργήματα και την διαχρονική τους συμβολή, παρά, από την ατομική μοίρα του καλλιτέχνη-δημιουργού. Ο Θεός (αυτός ο κοινός μας Μύθος συνύπαρξης και συναποδοχής) μπορεί να πέθανε όπως τόσο αποκαλυπτικά εξέφρασε και έγραψε ο Φρειδερίκος Νίτσε, αλλά τα διαχρονικά πολιτισμικά του δημιουργήματα μέσα στην ιστορία του Πολιτισμού, οι άνθρωποι, αυτά τα ανίσχυρα και ανυπεράσπιστα απέναντι στο φυσικό περιβάλλον δίποδα ζώα, αυτά τα πλάσματα που δημιουργούν νησίδες εφήμερης ελπίδας κοινωνικοποίησης, παραμένουν εδώ-όρθιοι ή γονατιστοί μέσα στην Ιστορία-ακμαίοι και αληθινοί, τυχαίοι και μοιραίοι, χωμάτινοι και νεφεληγερέτες, φανατισμένα επικίνδυνοι και ελεήμονες δημιουργικοί. Αυτό σίγουρα το γνώριζε ο μεγάλος Σικελός θεατρικός συγγραφέας, ο μεταιχμιακά ανατόμος της ανθρώπινης ευμετάβλητης ταυτότητας γιαυτό και αφήνει να διαφανεί ξεκάθαρα η αδιαφιλονίκητη υποκειμενικότητα των απλών καθημερινών ηρώων του παρά η προβολή κυρίως των δικών του θέσεων.
Ο Πιραντέλο ανέτρεψε τους ρόλους ή καλύτερα εμπλούτισε το έργο του με έναν επιπλέον ρόλο, αυτόν του ίδιου του δημιουργού συγγραφέα ως ήρωα μέσα στο έργο, με την θεατρική αυτή μέθοδο η συγγραφική συνείδηση μπολιάζει τον δημιουργικό χαρακτήρα των ηρώων του και οργανώνει τις κινήσεις τους, χωρίς ο ίδιος να χρεωθεί τα δικά τους αδιέξοδα ενίοτε και τις αντιφάσεις των χαρακτήρων τους και την τόσο ρέουσα προσωπικότητά τους. Ο πειραματικός αυτός σχεδιασμός πάνω στο θεατρικό σανίδι του Ιταλού δραματουργού, τον απομακρύνει από την στυλιζαρισμένη εσωτερική ψυχογραφία των ηρώων του Ιψενικού Θεάτρου πέρα από τις εσωτερικές τους συγγένειες και το κοινό βλέμμα της ψυχογραφικής περιγραφής των εσωτερικών συγκρούσεων και ασφαλώς, κατά την γνώμη μου πάντα, δεν τους τοποθετεί πάνω στο πολιτικό σανίδι της Μπρεχτικής πολιτικής δράσης και τις επακόλουθης για την εποχή της ιδεολογική προπαγάνδα.
Το θεατρικό του έργο, είναι μαζί με εκείνο του Ουίλλιαμ Σαίξπηρ, του Μπέρτολτ Μπρεχτ και του Ερρίκου Ίψεν, το πιο πολυανεβασμένο στον δυτικό θεατρικό χώρο, το περισσότερο θεατρικά καταναλωτικό αν μας επιτρέπεται η έκφραση, η θεατρική του τεχνική, η πλοκή των συγγραφικών συνθέσεων, η μεγάλη πολυμορφία των καθημερινών του εικόνων και συμπεριφορών, η συνεχής και αδιάκοπη ρευστότητα της σκέψης του, η σοφιστική του διαλεκτική με την οποία σχεδιάζει το πανόραμα των θεατρικών του ηρώων, δεν ακολουθεί την κλασική σταθερή αρχιτεκτονική των έργων του Παραλόγου, όπως το βλέπουμε στην θεατρική κατάθεση του Σάμουελ Μπέκετ, του Ευγένιο Ιονέσκου και άλλων, η θεατρική κατάθεση του Σικελού έχει μια Πιραντελική ιδιαιτερότητα-όσο παράξενο και αν ακούγεται αυτό-που εστιάζεται στον θεατρικό πυρήνα της αφήγησης, σε ένα διαρκές παιχνίδι ανακατανομής ρόλων και ταυτοτήτων, συνειδήσεων και κοινωνικών συμπεριφορών. Είναι η καρποφόρος συνειδησιακή επιλογή στον εσώτερο εαυτό μας χωρίς αυταπάτες, χωρίς ψυχολογικούς φερετζέδες, χωρίς ψευδαισθήσεις, ούτε καν της ψευδαίσθησης της συνειδητοποίησής της. Με το θεατρικό αυτό τέχνασμα το ανθρώπινο Εγώ, απαλλάσσεται από τη τυραννία όχι μόνο του περίγυρού του αλλά και του ίδιου του ειδώλου του, το είδωλό του δεν είναι η άλλη πλευρά του φεγγαριού, η σκοτεινή ή η φωτεινή, ανάλογα με την περίσταση και τις κοινωνικές συνθήκες, αλλά ένας ρόλος που συνεχώς μεταβάλλεται καθώς κατακερματίζεται από τις εσωτερικές του ερμηνείες.
Ο Λουίτζι Πιραντέλο δεν αποκωδικοποιεί τόσο τον Κόσμο, παρά μας δείχνει τους νέους ακατανόητους και σκοτεινούς τρόπους συνείδησής του καθώς αυτός μεταβάλλεται, με τον γκροτέσκο αυτόν τρόπο διακωμωδεί ακόμα και την ίδια την λογική του, μας επισημαίνει με φαρσικό τρόπο την αστάθεια της λογικής των επιχειρημάτων μας, μας αποκαλύπτει τη διαρκώς και ακατάπαυστη αναδιάταξη της φιλοσοφικής του ευθραυστότητας, το χάσμα αυτό μεταξύ του Είναι και του Φαίνεσθαι, το γεφυρώνει με την Τέχνη και την τεχνική του, με λέξεις ακριβείς αλλά εξίσου ρευστές στο ακριβές περιεχόμενό τους. Αυτή η αμφίσημη δομή του Πιραντελλικού λόγου στην εξερεύνηση του σκοτεινού και λαβυρινθώδους ανθρώπινου ψυχισμού, είναι και η εκπληκτική μαγεία του, η διαρκής ανανέωση των θεατρικών του ερμηνειών. Ο Σικελός δραματουργός καθώς αφαιρεί τη Μάσκα των προσώπων ανακαλύπτει χαμογελώντας μια νέα Μάσκα και, αυτό συνεχίζεται μέχρι το τέλος του θεατρικού παιχνιδιού, του παιχνιδιού της ζωής μας.
Το καίριο και ουσιώδες δεν είναι η αφαίρεση ενός Προσωπείου, αλλά ποιο από όλα τα Προσωπεία του κάθε ατόμου ξεχωριστά ταιριάζει στην συγκεκριμένη στιγμή, μέχρι να μας αποκαλυφθεί η αυθεντική πραγματικότητα του Προσώπου. Που ίσως, να μην είναι και αυτή (η πραγματικότητα) παρά μια νοητή Μάσκα, ένας ρόλος της Σκέψης πριν το ρόλο της Γραφής μέχρι την τελική μας εξορία. Σε ένα παιχνίδι, που η αλήθεια της ζωής ονομάζεται Πρόσωπο και το παιχνίδι της αλήθειας Προσωπείο, ή μήπως το αντίθετο;
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΡΓΟΓΡΑΦΙΑ
Η ελληνική εργογραφία του Λουίτζι Πιραντέλο είναι αρκετά μεγάλη σε όλους σχεδόν τους τομείς του έργου του, εκτός από τις ποιητικές του συλλογές (δεν έχουν μεταφραστεί αυτοτελώς), τα διηγήματά του, τα μυθιστορήματά του, τα θεατρικά του έργα καθώς και ένα δοκιμιακό του έργο, έχουν μεταφραστεί στην ελληνική γλώσσα από αξιόλογους συγγραφείς και μεταφραστές, τα περισσότερα, και κυρίως τα θεατρικά του έργα, έχουν παρασταθεί στις ελληνικές σκηνές-από τα μέσα της δεκαετίας του 1910 μέχρι τις μέρες μας-από το Εθνικό Θέατρο και διάφορους ερασιτεχνικούς και ευκαιριακούς θιάσους και έχουν ακουστεί από ραδιοφωνικούς σταθμούς. Ο Πιραντέλο είναι από τους πιο πολυμεταφρασμένους Ιταλούς συγγραφείς, συναγωνίζεται τον Κάρλο Γκολντόνι. Πρυτανεύουν τα διηγήματα, τα θεατρικά του, και, έπονται τα μυθιστορήματά του, ιδιαίτερα, το διηγηματικό του έργο, μεταφράζεται συχνότερα και δημοσιεύεται στα διάφορα έντυπα λογοτεχνικά ή μη.
-Το 1934 αναφέρεται σαν πρώτη αυτοτελή έκδοση το θεατρικό του έργο «Να ντύσουμε τους γυμνούς», η μετάφραση είναι του Ανδρέα Αλ. Παπανδρέου, από τις εκδόσεις «Ανεξάρτητου».
-Το 1936 εκδίδεται το θεατρικό του έργο «Ή ενός ή κανενός», πάλι σε μετάφραση Ανδρέα Αλ. Παπανδρέου.
-Το 1950 δεκαέξι χρόνια μετά, από το «Πρακτορείο Πνευματικής Συνεργασίας» μεταφράζεται το γνωστό θεατρικό του έργο «Ερρίκος Δ΄», σε μετάφραση Στέφανου Κατσαμπή, το έργο ξαναμεταφράζεται από τον ιστορικό και θεατρικό συγγραφέα Γεώργιο Ρούσσο το 1966 και το 2006 από τον μεταφραστή και ποιητή Ερρίκο Μπελιέ.
-Το 1953 από τον οίκο Κωνσταντόπουλου-Μαγγανιά, μεταφράζεται το μυθιστόρημά του «Ο Μακαρίτης Ματτίας Πασκάλ» από το γνωστό διανοούμενο και ποιητή Γεράσιμο Σπαταλά. Το μυθιστόρημα αυτό, ξαναμεταφράζεται αρκετές φορές στην ελληνική γλώσσα από διαφορετικούς μεταφραστές.
-Το 1962 από τις εκδόσεις Γκόνη μεταφράζονται σε έναν τόμο το θεατρικό του έργο «Ο άλλος γιος» τη μετάφραση επιμελείται ο Ο. Αργυρόπουλος, καθώς και τα γνωστά του διηγήματα «Το πιθάρι», «Σκέψου το καλά Τζιακομίνο», «Η πατέντα», «η βεντάλια» και άλλα. Η μετάφραση είναι του Θόδωρου Έξαρχου. Οι μεταφράσεις αυτές με τον γενικό τίτλο «Διηγήματα» γίνονται με την ευκαιρία των 25 χρόνων από τον θάνατό του.
Η έρευνα αυτή για τον Λουίτζι Πιραντέλλο είναι από τις μεγαλύτερες και πιο επίπονες που έχω δημοσιεύσει, έτσι την σπάω και την δημοσιεύω σε τρία μέρη-τα κείμενα και οι παραστάσεις.
Γιώργος Χ. Μπαλούρδος
__________________________________
- Πρώτη δημοσίευση, περιοδικό «Οδός Πανός» τεύχος 136/4,6,2007.
- Δεύτερη γραφή συμπληρωμένη, Λογοτεχνικά πάρεργα, Σάββατο, 2 Αυγούστου 2014.
Latest posts by dromena (see all)
- Θέατρο του λαού: Ο Καραγκιόζης, η ιστορία του, η σημασία του - 27 Απριλίου, 2024
- Ο Σαίξπηρ στο πολεμικό Λονδίνο - 11 Απριλίου, 2024
- Η “Δωδέκατη νύχτα” του Σαίξπηρ - 2 Απριλίου, 2024
- Αν ο Νίκος Χαραλάμπους σκηνοθετούσε τον τηλεφωνικό κατάλογο - 31 Μαρτίου, 2024
- Ο σκηνοθέτης Νίκος Χαραλάμπους - 31 Μαρτίου, 2024